Τη δέσμευση της Γερμανίας ότι θα σεβαστούν «την ενότητα της Ουκρανίας», την επομένη των εκλογών στην ανατολική Ουκρανία κατά τις οποίες αναδείχθηκαν νικητές οι φιλορώσοι αντάρτες, υπενθύμισε στις ρωσικές αρχές ο γερμανός υπουργός Εξωτερικών Φρανκ-Βάλτερ Στάινμαγερ.
«Θα κρίνουμε τη Ρωσία και τον πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν βάσει των δηλώσεών τους, σύμφωνα με τις οποίες η ενότητα της Ουκρανίας δεν θα διακυβευτεί», δήλωσε ο Στάινμαγερ σε μια πρώτη αντίδραση στις εκλογές αυτές.
Ο επικεφαλής της γερμανικής διπλωματίας υπογράμμισε ότι οι «αποκαλούμενες εκλογές» που κρίνονται παράνομες από την Ευρωπαϊκή Ένωση, «παραβιάζουν το γράμμα και το πνεύμα των συμφωνιών του Μινσκ» που υπογράφηκαν στις 5 Σεπτεμβρίου μεταξύ του Κιέβου και των ανταρτών, με την υποστήριξη της διεθνούς κοινότητας και της Μόσχας.
Ο Στάινμαγερ επανέλαβε συνεπώς τις δηλώσεις της Φεντερίκα Μογκερίνι, της νέας επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, η οποία χθες βράδυ είχε υπογραμμίσει ότι οι συμφωνίες του Μινσκ παραμένουν ο «νόμιμος τρόπος» ανάδειξης των τοπικών αρχών στην ανατολική Ουκρανία που τελεί υπό τον έλεγχο των φιλορώσων αυτονομιστών.
Η Μόσχα από την πλευρά της ανακοίνωσε ότι σέβεται τα αποτελέσματα των εκλογών και εκτιμά, σε αντίθεση με τις χώρες της Δύσης, ότι η ψηφοφορία αυτή «αποτελεί ένα από τα βασικά σημεία των συμφωνιών του Μινσκ» και επιτρέπει «τη νομιμοποίηση των (αυτονομιστικών) αρχών».
Χωρίς να προκαλέσει έκπληξη, η ψηφοφορία που διεξήχθη στα εδάφη αυτά, δηλαδή στο ήμισυ της περιοχής του Ντονέτσκ και σε μικρό μέρος της περιοχής του Λουχάνσκ, ανέδειξε νικητές τα στελέχη των ανταρτών που ηγήθηκαν στη διάρκεια του καλοκαιριού των αυτονομιστικών κινημάτων.
Η ΕΕ χαρακτήρισε την πρωτοβουλία αυτή «νέο εμπόδιο» στην εύθραυστη ειρηνευτική διαδικασία, ύστερα από μια σύγκρουση τουλάχιστον έξι μηνών με περισσότερους από 4.000 νεκρούς, ενώ οι αρχές του Κιέβου τη χαρακτήρισαν «φάρσα».