Η πρωθυπουργός της Νέας Ζηλανδίας Τζασίντα Αρντέρν ανακοίνωσε σήμερα ότι αίρονται τα περιοριστικά μέτρα με σκοπό να ανακοπεί η εξάπλωση της πανδημίας του κορονοϊού πρακτικά σε όλη τη χώρα, με μόνη εξαίρεση την εστία του δεύτερου κύματος, την πόλη Όκλαντ, καθώς ο αριθμός των κρουσμάτων μόλυνσης συνεχίζει να βρίσκεται σε ύφεση.
Ορισμένα μέτρα χαλαρώνουν και στο Όκλαντ, όπου πλέον επιτρέπονται συγκεντρώσεις ως και 100 ανθρώπων. Ωστόσο, θα χρειαστεί περισσότερος χρόνος στην πόλη προτού αρθούν οι υπόλοιποι περιορισμοί, διευκρίνισε η Αρντέρν.
«Με τις ενέργειές μας όλοι μαζί μπορέσαμε να θέσουμε τον ιό υπό έλεγχο», είπε η Αρντέρν σε δημοσιογράφους στο Όκλαντ. Η πόλη αυτή όμως αποτέλεσε «το επίκεντρο» του δεύτερου κύματος, «γι’ αυτό χρειάζεται προσοχή εδώ», εξήγησε.
Η Νέα Ζηλανδία, χώρα πέντε εκατομμυρίων κατοίκων, είχε καταφέρει να εξαλείψει τον ιό για μήνες, όμως το νέο ξέσπασμα που σημειώθηκε τον Αύγουστο στο Όκλαντ ανάγκασε την κυβέρνηση να επιβάλλει lockdown στην πόλη.
Σήμερα δεν καταγράφηκε κανένα κρούσμα μόλυνσης από τον SARS-CoV-2. Η χώρα έχει καταγράψει ως αυτό το στάδιο 1.464 κρούσματα μόλυνσης και 25 θανάτους εξαιτίας της COVID-19, απολογισμό θεαματικά χαμηλότερο από εκείνους στις περισσότερες άλλες οικονομικά ανεπτυγμένες χώρες.
Η Αρντέρν, αντιμέτωπη με εκλογές τη 17η Οκτωβρίου, τόνισε, όπως μεταδίδει το ΑΜΠΕ, πως ανάλυση του υπουργείου Υγείας καταδεικνύει πως οι πιθανότητες εξάλειψης του κορονοϊού ως το τέλος του μηνός είναι μόλις 50-50, επιμένοντας ότι απαιτείται επαγρύπνηση.
Η 40χρονη πρωθυπουργός διατηρεί ευρύ προβάδισμα έναντι των αντιπάλων της στις εκλογές, εν μέρει εξαιτίας της επιτυχίας της στον περιορισμό της πανδημίας.
Η επικεφαλής της κυβέρνησης επικρίνεται από την επικεφαλής του αντιπολιτευόμενου Εθνικού Κόμματος, την Τζούντιθ Κόλινς, επειδή τράβηξε σέλφι με υποστηρικτές της κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας της, αντί να τηρήσει τον κανόνα της λεγόμενης κοινωνικής απόστασης.
Η Αρντέρν αναγνώρισε πως διέπραξε σφάλμα.
«Θα όφειλα να είχα αναλάβει πρωτοβουλία, έπρεπε να τους ζητήσω να απομακρυνθούν» ο ένας από τον άλλο, «το παραδέχομαι», δήλωσε.