Ο νεοναζί Στέφαν Ερνστ ομολόγησε τη δολοφονία του στελέχους του κόμματος της Άνγκελα Μέρκελ, Κάσελ Βάλτερ Λιούμπεκ, στις 2 Ιουνίου του 2019.
«Εγώ πυροβόλησα. Αναλαμβάνω την ευθύνη», δήλωσε σύμφωνα με το ΑΠΕ – ΜΠΕ ο Στέφαν Ερνστ για το έγκλημα.
Στην ομολογία του, την οποία ανέγνωσε ενώπιον του δικαστηρίου ο δικηγόρος του κατηγορουμένου, ο 46χρονος Στέφαν Ερνστ ζήτησε συγγνώμη από την οικογένεια του θύματος και περιέγραψε την πράξη του ως «δειλή και αποτρόπαια», αποδίδοντάς την στις «λάθος απόψεις» οι οποίες, όπως είπε, τον καθοδηγούσαν.
«Ξέρω τι κάναμε εγώ και ο Χ. και θα παραμείνουμε για πάντα ασυγχώρητοι», είπε ο κατηγορούμενος, μιλώντας και για τον φερόμενο ως συνεργό του. «Αυτό που κάναμε ήταν λάθος. Κανείς δεν αξίζει να πεθάνει επειδή έχει διαφορετική άποψη. Επέτρεψα να με καθοδηγούν οι λάθος απόψεις και αναλαμβάνω για αυτό την ευθύνη», πρόσθεσε και δήλωσε ότι μετά το την ολοκλήρωση της δίκης επιθυμεί να ενταχθεί σε πρόγραμμα «απομάκρυνσης από τον ναζισμό».
Όπως ανέφερε, μυήθηκε στην ακροδεξιά ιδεολογία σε πολύ νεαρή ηλικία, από τον ίδιο τον πατέρα του, τον οποίο περιέγραψε ως «βαριά εξαρτημένο από το αλκοόλ και βίαιο προς τον ίδιο και την μητέρα του. «Το μίσος για τους ξένους έγινε ο κοινός τόπος με τον πατέρα μου, που ήθελα να με αγαπάει», πρόσθεσε χαρακτηριστικά.
Εξάσκηση στην σκοποβολή με φωτογραφίες της Μέρκελ
Αργότερα, ο Στέφαν Ερνστ καταδικάστηκε σε φυλάκιση, για τον ξυλοδαρμό ενός ιμάμη τουρκικής καταγωγής στο Βισμπάντεν. «Ήρθα σε επαφή με τα λάθος άτομα», είπε, αναφερόμενος σε μέλη του νεοναζιστικού κόμματος NPD. Με τον Χ., γνωρίστηκε, όπως ανέφερε, το 2014.
Οι δυο τους αρχικά συνεργάζονταν χωρίς να συζητούν για πολιτική, ενώ αργότερα εξασκούνταν στην σκοποβολή, χρησιμοποιώντας ως στόχο φωτογραφίες της Καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ.
Τότε ο Χ. πρότεινε ως πραγματικό στόχο τον Βάλτερ Λιούμπκε, τον οποίο, σε αντίθεση προς την Καγκελάριο, μπορούσε κανείς να συναντήσει σχετικά εύκολα. «Ο Χ. ήταν για μένα κάτι μεταξύ φίλου και πατέρα», δήλωσε ο Ερνστ επισημαίνοντας ότι ήταν εκείνος που τον ριζοσπαστικοποίησε.
Περιγράφοντας την ίδια την πράξη του, δήλωσε ότι το βράδυ της δολοφονίας οι δυο τους παρακολουθούσαν το σπίτι του Λιούμπκε μέχρι που εντόπισαν το φως της οθόνης του κινητού του στην βεράντα. Πλησίασαν και τον ακινητοποίησαν σε μια καρέκλα.
«Ήρθε η ώρα να μεταναστεύσει», είπε ο Χ., σύμφωνα με την ομολογία του Ερνστ, αναφερόμενος στην φιλική προς τους μετανάστες στάση του χριστιανοδημοκράτη (CDU) πολιτικού.
«Τον πυροβόλησα», συνέχισε, για να καταλήξει λέγοντας ότι ο ίδιος και ο φίλος του χώρισαν εκείνο το βράδυ με τη φράση «θα τα πούμε την Πέμπτη στη λέσχη (σκοποβολής).»