Αντιδράσεις στην Ευρώπη αλλά και στο εσωτερικό της Τουρκίας προκαλούν οι διώξεις εναντίον της εφημερίδας Ταράφ, που αποκάλυψε απόφαση του τουρκικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας (ΣΕΑ) για την παρακολούθηση και δίωξη γνώστης ισλαμικής αδελφότητας.
Η Ελέν Φλοτρ, συμπρόεδρος της Μικτής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Τουρκίας-ΕΕ, περιέγραψε τις διώξεις που ξεκίνησε η εισαγγελία της Άγκυρας εναντίον της εφημερίδας και του δημοσιογράφου κ. Μεχμέτ Μπαρανσού «σκανδαλώδεις» και ανησυχητικές για τη γενικότερη κατάσταση της ελευθερίας του Τύπου.
Η Ταράφ ανακοίνωσε νωρίτερα σήμερα ότι προσφεύγει στη δικαιοσύνη εναντίον του Τούρκου πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, τον οποίο κατηγορεί ότι προσπαθεί να την συκοφαντήσει, παρουσιάζοντας τη δημοσιογραφική της έρευνα ως «προδοσία» και να επηρεάσει την δικαιοσύνη, που έχει επιληφθεί της υπόθεσης.
Το Σαββατοκύριακο ο Τούρκος πρωθυπουργός επιτέθηκε στην εφημερίδα λέγοντας ότι «το να αποκαλύπτει κανείς μυστικά του κράτους δεν μπορεί να θεωρηθεί ελευθερία έκφρασης, είναι απλούστατα προδοσία».
Τον Νοέμβριο η εφημερίδα δημοσίευσε μια απόφαση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας του 2004 για την δίωξη από τα όργανα του κράτους των μελών του ενός κινήματος που εμπνέεται από τον αυτοεξόριστο στις ΗΠΑ ιμάμη και στοχαστή Φετουλάχ Γκιουλέν.
Την περίοδο εκείνη στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας κυριαρχούσαν οι στρατιωτικοί, οι οποίοι ιστορικά μέσω του οργάνου αυτού επιδίωκαν να επηρεάζουν τις αποφάσεις των πολιτικών κυβερνήσεων.
Αλλά στη συνέχεια η εφημερίδα δημοσίευσε νέα έγγραφα που αποκάλυπταν ότι η Τουρκική Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (MİT) και το κυβερνητικό Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) προχώρησαν σε εκτέλεση της απόφασης αυτής και άρχισαν να συγκεντρώνουν πληροφορίες και να συντάσσουν καταλόγους για τα μέλη της νεολαίας του κινήματος.
Ο δημοσιογράφος κ. Μεχμέτ Μπαρανσού είχε αποκαλύψει το 2008, στην ίδια εφημερίδα, στοιχεία για την συνωμοσία του στρατού με το κωδικό όνομα «Βαριοπούλα» που στόχο είχε την ανατροπή της κυβέρνησης Ερντογάν. Πολλοί στρατηγοί καταδικάσθηκαν έκτοτε και βρίσκονται στις φυλακές με βάση τις αποκαλύψεις αυτές.
Η αρθρογράφος της εφημερίδας Σαμπάχ κυρία Ναζλί Ιλιτζάκ, που υπήρξε βουλευτής του κυβερνητικού κόμματος , λέει χαρακτηριστικά σήμερα ότι η ενέργεια του κ. κ. Μπαρανσού δεν αποτελεί «προδοσία», αλλά τυπική «δημοσιογραφική δραστηριότητα». «Θεωρώ τη δημοσίευση υπηρεσία προς τη χώρα» είπε η κυρία Ιλιτζάκ.
Ο δημοσιογράφος Ντογάν Ακίν, του ανεξάρτητο διαδικτυακού τόπου T24, σχολιάζει ότι οι δηλώσεις του πρωθυπουργού είναι ιδιαίτερα προβληματικές. «Πρόκειται για απόπειρες να δημιουργηθούν μαύρες τρύπες σαν αυτές που κάποτε κατάπιαν και τον ίδιο», λέει αναφερόμενος στην φυλάκιση του κ. Ερντογάν γιατί είχε απαγγείλει ένα ποίημα το 1999.
«Οικοδομεί μέσα στο κράτος τον ίδιο λαβύρινθο από τον οποίον υπέφερε κι ο ίδιος!», επισήμανε χαρακτηριστικά ο κ. Ακίν.