Δημοσιογράφος που κάλυπτε επί 3 μήνες το ρεπορτάζ του κορονοϊού στις ΗΠΑ, βρέθηκε θετική στον ιό και περιγράφει την περιπέτειά της.
Σε δημοσίευμα του Business Insider, η ρεπόρτερ διηγείται την πορεία του προβλήματός της και συγκλονίζει, αποκαλύπτοντας την προσωπική της εμπειρία.
«Αν έμαθα κάτι από την κάλυψη της πανδημίας για περίπου 3 μήνες, είναι να προετοιμάζομαι για το χειρότερο. Όταν η πολιτεία της Νέας Υόρκης ανακοίνωσε το πρώτο κρούσμα την 1 Μαρτίου, αμέσως αγόρασα χαρτί υγείας για 2 βδομάδες, αντισηπτικά, τρόφιμα και καφέ» λέει η Aria Bendix.
«Όταν η Νέα Υόρκη έκλεισε τα μπαρ, τα εστιατόρια και τα σχολεία στις 15 του ίδιου μήνα, έκανα μία συμφωνία με τους δύο συγκατοίκους μου και 4 γείτονες ότι θα συναντιόμαστε μόνο μεταξύ μας, τηρώντας την οδηγία Τραμπ για απαγόρευση συναθροίσεων πάνω από 10 άτομα.
Μετά από 2 ημέρες, το σώμα άρχισε να πονάει. Ήξερα ότι είναι επικίνδυνη περίοδος, αλλά παρηγοριόμουν γιατί δεν είχα τα τυπικά συμπτώματα του κορονοϊού: πυρετός, ξηρό βήχα και δυσκολία αναπνοής.
Ήξερα επίσης ότι οι άνθρωποι που ήταν πιθανό να νοσήσουν σοβαρά ήταν οι ηλικιωμένοι με υποκείμενες νόσους. Θεωρούσα λοιπόν ότι ήταν ψυχοσωματικό».
Η πραγματικότητα όμως ήταν διαφορετική, όπως της είπαν οι γιατροί.
«Κάθε άτομο είναι ευάλωτο. Όταν άρχισαν τα ρίγη μέσα σε 24 ώρες, ήξερα ότι κάτι δεν πάει καλά. Αποφάσισα να αυτοαπομονωθώ στο διαμέρισμά μου. Τις επόμενες μέρες το ρεπορτάζ με βοήθησε να καταλάβω τι συνέβαινε στο σώμα μου και ζήτησα ιατρική βοήθεια. Αλλά τίποτα δεν με είχε προετοιμάσει για την αναμονή στα Επείγοντα, παλεύοντας να αναπνεύσω.
Οι πόνοι κράτησαν μερικές μέρες, αλλά καλυτέρευσα. Ωστόσο, μία βδομάδα μετά τα πρώτα συμπτώματα άρχισα να νιώθω πόνο στο στήθος, σαν να μου πιέζουν τους πνεύμονες. Η αναπνοή μου ήταν βαριά. Μίλησα με γιατρό και μου είπε να πάω στα Επείγοντα αν χειροτέρευα. Και έτσι έγινε.
Δυσκολευόμουν τόσο ώστε και η πορεία προς το νοσοκομείο ήταν επώδυνη. Όταν έφτασα μου έδωσαν μία μάσκα. Οι γιατροί μου είπαν ότι πιθανότατα έχω κορονοϊό, αλλά η κλινική δεν έκανε τεστ. Έχοντας γράψει για τις ελλείψεις του συστήματος υγείας, ήξερα ότι υπάρχουν περιορισμοί και ότι τα νοσοκομεία γέμιζαν σιγά σιγά. Έτσι πήγα σπίτι και ξάπλωσα».
Η επιδείνωση της υγείας της
Η δημοσιογράφος περιέγραψε πώς επιδεινώθηκε η υγεία της:
«Μέχρι το βράδυ ο πόνος και η δυσκολία στην αναπνοή χειροτέρεψαν. Ένας φίλος με πήγε στο νοσοκομείο. Με μετέφεραν σε θάλαμο αρνητικής πίεσης και η γιατρός μου είπε ότι δεν μπορούσε να γίνει κάτι για να μου περάσουν τα συμπτώματα. Μου είπε μάλιστα ότι ήμουν ένα παράδειγμα γιατί πρέπει οι νέοι με ήπια συμπτώματα πρέπει να μένουν σπίτι.
“Δυστυχώς δεν μπορούμε να κάνουμε τεστ σε όλους” μου είπε λοιμωξιολόγος. “Τώρα πρέπει να εστιάσουμε σε όσους χρειάζονται διασωλήνωση και εντατική φροντίδα”.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι άνθρωποι κάτω των 44 ετών αντιπροσωπεύουν περίπου το 1/5 των κρουσμάτων που νοσηλεύονται.
Στα Επείγοντα ρώτησα τον γιατρό πώς θα μπορούσε να θεωρηθεί η κατάστασή μου σοβαρή για να κάνω τεστ. Εκείνος μου είπε ότι θα έπρεπε να έχω δυσκολία στην αναπνοή ενώ κάθομαι. Έτσι ένιωθα αλλά τι να πω; Πριν φύγω, μου είπε να επανέλθω αν η κατάστασή μου χειροτέρευε. Δεν μπορούσα καν να φανταστώ τι σημαίνει αυτό.
«Η κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν ήταν προετοιμασμένη»
Η ρεπόρτερ περιγράφει το πώς κορυφώθηκε η αγωνία της, όταν τα συμπτώματα επέμειναν:
«Μετά από 1 βδομάδα αϋπνίας και προσπάθειας να αναπνέω μέσα στη μέρα, άρχισα να νιώθω ότι μπορώ να εισπνεύσω κανονικά. Αλλά τη 14η μέρα συμπτωμάτων – την ημέρα που υποτίθεται ότι θα σταματούσα να είμαι μεταδοτική – οι πόνοι επέστρεψαν.
Ακόμη ένιωθα σαν να με έχει πατήσει φορτηγό. Ένας γιατρός με συμβούλευσε να μείνω μέσα μέχρι να υποχωρήσουν τα συμπτώματα, όποτε και αν ήταν αυτό.
Μοιάζει πολύ μακρινή η περίοδος που έπαιρνα συνεντεύξεις από ανθρώπους περιορισμένους στα διαμερίσματά τους στη Γουχάν της Κίνας. Εγώ ήμουν προετοιμασμένη για το χειρότερο από τα ρεπορτάζ μου. Οι πολιτικοί ηγέτες μου όμως όχι.
“Υπήρχε πολύ αισιοδοξία στην αρχή” είπε ο Joshua Sharfstein του Johns Hopkins. “Η κυβέρνηση δεν είχε την αίσθηση του επείγοντος. Άνθρωποι υποτιμούσαν τον κίνδυνο και έλεγαν ότι δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας”.
Από την άποψη των τεστ, η κυβέρνηση δεν θεώρησε σοβαρή την κατάσταση μέχρι τα μέσα Μαρτίου, είπε ο Alex Greninger, υποδιευθυντής του Εργαστηρίου Κλινικής Ιολογίας της Σχολής Ιατρικής του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον. Μέχρι τότε πολλοί Αμερικανοί – και εγώ – είχαν ήδη αρρωστήσει.
“Θα βοηθούσε πολύ αν ξέραμε ότι εξαπλώνεται εδώ” είπε ο καθηγητής. “Δυστυχώς χρειάστηκε να πεθάνουν άνθρωποι. Χρειάστηκε η Ιταλία. Χρειάστηκε να εξαπλωθεί στην Ευρώπη. Χρειάστηκε ο θάνατος – δεν μπορώ να το πω αλλιώς – για να παρακινήσουμε σε κοινωνική απόσταση”.
Χρειάζεται επίσης να κοντεύει κάποιος να πεθάνει για να γίνει δεκτός σε νοσοκομείο της Νέας Υόρκης ή να κάνει τεστ» συμπεραίνει η δημοσιογράφος.