Ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ διεμήνυσε στην ομιλία του για την Κατάσταση της Ένωσης ότι η «αρπάγη της τυραννίας» του προέδρου της Βενεζουέλας Νικολάς Μαδούρο «θα τσακιστεί», «θα σπάσει».
Ο Ρεπουμπλικάνος έκανε την τοποθέτηση αυτή αφού υπέδειξε στο ακροατήριό του την παρουσία του ηγέτη της αντιπολίτευσης της Βενεζουέλας Χουάν Γκουαϊδό, τον οποίο χειροκρότησαν τόσο οι Ρεπουμπλικάνοι, όσο και οι Δημοκρατικοί στο Κογκρέσο.
Ο Τραμπ με εφαλτήριο την αναφορά του στον Μαδούρο πέρασε στην καταδίκη του «σοσιαλισμού» και αυτοεπαινέθηκε για τη μεγάλη αύξηση των στρατιωτικών δαπανών των ΗΠΑ που προώθησε η κυβέρνησή του.
«Ο σοσιαλισμός καταστρέφει τα έθνη, αλλά να θυμάστε πάντα ότι η ελευθερία ενώνει τις ψυχές», είπε ο Τραμπ.
Στάθηκε ακόμη στην ομιλία του στο ότι απαίτησε από τα κράτη μέλη του NATO να αυξήσουν τις στρατιωτικές τους δαπάνες και ισχυρίστηκε πως αυτές σημείωσαν άνοδο 400 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Το συγκεκριμένο ποσό πάντως είναι ο στόχος στον οποίο ελπίζει να φθάσουν οι αθροιστικές στρατιωτικές δαπάνες του το NATO το 2024.
Ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος άρχισε την ομιλία του διαβεβαιώνοντας πως «πριν από μόλις τρία χρόνια, αρχίσαμε τη μεγάλη επιστροφή της Αμερικής», δίνοντας τον τόνο.
«Οι εχθροί της Αμερικής το έχουν βάλει στα πόδια (…) Οι τύχες της Αμερικής ανυψώνονται. Τα χρόνια της οικονομικής παρακμής τέλειωσαν», υποστήριξε.
Εννέα μήνες πριν από τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ, ο αμερικανός πρόεδρος διαβεβαίωσε ακόμη πως «αντίθετα» με τους προκατόχους του, αυτός «τηρεί» τις υποσχέσεις του.
«Αντίθετα με τόσους άλλους πριν από μένα, εγώ τηρώ τις υποσχέσεις μου», είπε ο Τραμπ, επευφημούμενος ηχηρά από τους Ρεπουμπλικάνους, ενώ τα στελέχη της αντιπολίτευσης, των Δημοκρατικών — τον παρέπεμψαν σε δίκη στη Γερουσία, που εκτιμάται ότι πιθανόν θα τερματιστεί σήμερα Τετάρτη — παρέμειναν απαθή. Οι Δημοκρατικοί εισαγγελείς στη δίκη ήταν καθισμένοι μαζί στην αίθουσα.
Πριν καν αρχίσει η ομιλία, ο διχασμός στην πολιτική τάξη των ΗΠΑ ήταν οφθαλμοφανής. Ο Τραμπ απέφυγε επιδεικτικά να σφίξει το προτεταμένο χέρι της προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων, της Νάνσι Πελόζι, όταν της έδωσε το αντίγραφο της ομιλίας του. Η Πελόσι φάνηκε μάλλον να εκπλήσσεται.