Αναλύσεις έδειξαν ότι το βακτήριο που μόλυνε παρτίδες προϊόντων γάλακτος του συνεταιρισμού γάλακτος της Νέας Ζηλανδίας Fonterra, του μεγαλύτερου της χώρας, δεν είναι το βακτήριο της αλλαντίασης, όπως είχε αναφερθεί αρχικά, ανακοίνωσαν σήμερα οι αρχές της χώρας.
«Πραγματοποιήσαμε επιπλέον αναλύσεις σε εργαστήρια της χώρας και του εξωτερικού για να έχουμε τα πιο αξιόπιστα αποτελέσματα και όλες ήταν αρνητικές για το βακτήριο της αλλαντίασης», ανακοίνωσε το υπουργείο Γεωργίας, Δασών και Ορυχείων.
Σύμφωνα με το υπουργείο, το βακτήριο που βρέθηκε είναι το clostridium sporogenes, ενώ δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα για την υγεία, το οποίο να συνδέεται με το βακτήριο αυτό.
Οι πρώτες αναλύσεις, που είχαν εντοπίσει-λανθασμένα- το βακτήριο της αλλαντίασης, είχαν πραγματοποιηθεί από τη Fonterra.
Ο συνεταιρισμός, ο οποίος αριθμεί 13.000 αγρότες, είχε αποκαλύψει στις αρχές Αυγούστου ότι τρεις παρτίδες ορού γάλακτος που χρησιμοποιείται στην παρασκευή βρεφικού γάλακτος και ροφημάτων για αθλητές, περιέχουν ένα βακτήριο (clostridium botulinum), το οποίο είναι πιθανό να προκαλέσει αλλαντίαση, νόσο που μπορεί να επιφέρει παράλυση, ακόμα και το θάνατο.
Πολλές χώρες, ανάμεσά τους η Κίνα, η Σιγκαπούρη, η Μαλαισία, η Ρωσία και η Σαουδική Αραβία, έλαβαν αμέσως μέτρα για την απόσυρση από την πώληση των προϊόντων γάλακτος για τα οποία υπήρχαν φόβοι ότι περιείχαν το βακτήριο αυτό.
Από τη μόλυνση δεν υπάρχει κανένας καταγεγραμμένος θάνατος, ωστόσο αμαυρώθηκε σημαντικά η εικόνα της Νέας Ζηλανδίας, η οποία φημίζεται για την ποιότητα των προϊόντων της, κυρίως στην Ασία όπου ο τοπικός γαλακτοκομικός τομέας πλήττεται επανειλημμένα από σκάνδαλα.