Ρώσοι εμπειρογνώμονες εκτιμούν ότι η αγορά των S-400 από την Τουρκία θέτει αναμφίβολα σε μια οξύτατη αντιπαράθεση την Άγκυρα και την Ουάσιγκτον, αλλά όχι σε τέτοιο σημείο που να μην μπορεί να επιλυθεί με κάποιου είδους συμβιβασμό μεταξύ τους. Παράλληλα επισημαίνουν ότι η Ρωσία αποκτά κάποιου είδους πρόσβαση στον εναέριο χώρο της Τουρκίας ενώ η Τουρκία χάνει ένα πολύ μικρό κομμάτι της κυριαρχίας της.
Ο Βαντίμ Καζιούλιν, διευθυντής αρμόδιος για τις νέες τεχνολογίες και την διεθνή ασφάλεια του Κέντρου Πολιτικών Ερευνών PIR-Center, σε δηλώσεις του στον ραδιοσταθμό Bfm.ru, επισημαίνει ότι με την απόκτηση των S-400 η Τουρκία «μοιράζεται ένα πολύ μικρό μέρος της κυριαρχίας της με τον κατασκευαστή των αντιαεροπορικών συστημάτων, καθώς ο κατασκευαστής θα εγγυάται και θα προετοιμάζει τα υπολογιστικά προγράμματα τα οποία θα εξυπηρετούν το σύστημα αυτό και θα έχει ως εκ τούτου κάποιου είδους πρόσβαση στα ήδη υπάρχοντα συστήματα, τα οποία και αποτελούν συστατικό τμήμα όλου του αντιαεροπορικού συστήματος ( της χώρας –σ.σ) και τα οποία φυσικά εν μέρει θα αρχίσουν να ελέγχουν ή τουλάχιστον να έχουν πρόσβαση στον εναέριο χώρο».
Ο Καζιούλιν εκτιμά ότι «επειδή η Τουρκία είναι μέλος του ΝΑΤΟ, για τις ΗΠΑ και τους Αμερικανούς στρατιωτικούς το θέμα είναι εξαιρετικά οδυνηρό, καθώς είναι η πρώτη περίπτωση που μια χώρα του ΝΑΤΟ αποκτά ένα τέτοιο σύστημα», και αναφέρει ότι «εξαίρεση είναι η Ελλάδα…η οποία κατάφερε να αμβλύνει το θέμα». « Στην τουρκική περίπτωση –επισημαίνει ο Καζιούλιν – η κατάσταση είναι λίγο διαφορετική επειδή ο Τραμπ έκανε σκληρές δηλώσεις όσον αφορά την επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία, αλλά σκληρές δηλώσεις έκανε και ο Ερντογάν λέγοντας ότι για τον ίδιο το θέμα αυτό είναι ζήτημα γοήτρου και εθνικής υπερηφάνειας».
Ο Ρώσος εμπειρογνώμονας χωρίς να παραγνωρίζει την οξύτητα την διένεξης μεταξύ Ουάσινγκτον και Άγκυρα, εκτιμά ότι το θέμα αυτό δεν είναι τόσο οξύ, ώστε να μην επιλυθεί», θεωρώντας με βεβαιότητα ότι «οι δύο πλευρές θα καταλήξουν σ’ έναν συμβιβασμό» όπως και ότι «οι ΗΠΑ είναι αναγκασμένες να επιβάλουν κάποιες ελαφρές κυρώσεις κατά της Τουρκίας». «Η Τουρκία από την πλευρά της θα επιδείξει κάποια αδιαλλαξία, αλλά στη συνέχεια θα πρέπει να αναμένουμε κάποιες υποχωρήσεις εκ μέρους της, δηλαδή, υπάρχει το ενδεχόμενο να αγοράσει από τις ΗΠΑ κάποια εξοπλιστικά συστήματα» καθώς «για τις ΗΠΑ αυτό συνιστούσε πάντα έναν λόγο να δώσει συγχώρεση».
Την ίδια άποψη, ως προς την επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία εκ μέρους των ΗΠΑ, έχει και ο Βλαντίμιρ Φίτιν, διευθυντής του Κέντρου για την Εγγύς και Μέση Ανατολή του Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών, εκτιμώντας ότι «οι Αμερικανοί δεν θα προχωρήσουν στην επιβολή ιδιαίτερα σκληρών κυρώσεων επειδή ενδιαφέρονται η Τουρκία να παραμείνει στο ΝΑΤΟ ως ένας εταίρος κλειδί και ως βασική χώρα που καθορίζει την κατάσταση στην νότια πτέρυγα της συμμαχίας αυτής». «Για τον λόγο αυτό κάποιες κυρώσεις ενδεχομένως να επιβληθούν, αλλά δεν θα είναι τόσο σκληρές» εκτιμά ο Φίτιν, παρότι όπως λέει «στο αμερικανικό Κογκρέσο ορισμένες δυνάμεις που έχουν ισχυρή επιρροή, ζητούν την επιβολή κυρώσεων, ώστε να μην υπάρξει καμία εξαίρεση εκείνων που παραβιάζουν το πακέτο των αμερικανικών κυρώσεων που έχουν επιβληθεί στη Ρωσία».