Μετά τη έκκληση Οτσαλάν προς το PKK για κατάπαυση του πυρός, ξεκινά μια μακρά και δύσκολη διαδικασία για την εξεύρεση μιας πολιτικής λύσης στο κουρδικό ζήτημα της Τουρκίας. Στα 29 χρόνια που κρατά ο πόλεμος, έχουν υπάρξει ήδη τέσσερις ανακωχές, αρκετές διαπραγματευτικές προσπάθειες και ένα κουρδικό «άνοιγμα» του πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν την άνοιξη του 2009. Αυτή τη φορά, όμως, οι ειρηνευτικές προοπτικές φαίνεται να είναι ρεαλιστικές.
«Υπάρχει μια συμβολική ρήξη, που φαίνεται από το γεγονός ότι ο ηγέτης του ΡΚΚ τίθεται στο κέντρο των διαπραγματεύσεων», επισημαίνει ο καθηγητής Αχμέτ Ινσέλ, ιδρυτής του περιοδικού Birikim.
Άλλοτε υπ’ αριθμόν ένα δημόσιος εχθρός, ο Αμπντουλάχ Οτσαλάν αναδεικνύεται τώρα σε ανεκτίμητο συνομιλητή της Άγκυρας.
Όπως γράφει ο Μαρκ Σεμό στη Λιμπερασιόν, ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού αναγνωρίζει ότι ο χαρισματικός Τούρκος πρωθυπουργός και ο κούρδος ηγέτης είναι σήμερα οι μόνοι ηγέτες με όραμα στην Τουρκία.
«Το μοναδικό πρόβλημα είναι ότι κανείς από τους δύο δεν είναι πραγματικά δημοκράτης», λέει ο Σολί Οζέλ, ειδικός διεθνών θεμάτων και αρθρογράφος στην καθημερινή εφημερίδα HaberTurk.
Αυτό το ειρηνευτικό «στοίχημα», όπου και οι δύο πλευρές «παίζουν τα ρέστα τους», στηρίζεται σε μια συνειδητοποίηση της πραγματικότητας.
«Πριν από τριάντα χρόνια, ο Οτσαλάν και το ΡΚΚ πίστευαν ότι μπορούσαν να κερδίσουν την ανεξαρτησία με τα όπλα», τονίζει ο Ινσέλ. «Παρόλο όμως που το κουρδικό ζήτημα απέκτησε κεντρική θέση στην τουρκική πολιτική ατζέντα, έγινε σαφές με την πάροδο των ετών ότι η νίκη των Κούρδων είναι εξίσου αδύνατη με τη συντριβή του αντάρτικου από την Άγκυρα», προσθέτει.
Ο Ερντογάν, από την πλευρά του, βλέπει καθαρά τα νέα περιφερειακά δεδομένα.
Στο βόρειο Ιράκ, η περιφερειακή κυβέρνηση του Μασούντ Μπαρζανί καλλιεργεί όλο και πιο ισχυρούς οικονομικούς δεσμούς με την Τουρκία, από την οποία σκοπεύει άλλωστε να διοχετεύσει το πετρέλαιο της περιοχής προς τις άλλες αγορές.
Σε μια Συρία που βυθίζεται στο χάος, οι Κούρδοι διεκδικούν και εκεί την αυτονομία τους στις περιοχές όπου αποτελούν την πλειοψηφία. Αυτό σημαίνει για την Τουρκία εκατοντάδες χιλιόμετρα στα σύνορά της όπου ζει η πλειοψηφία των 15 εκατομμυρίων Κούρδων της χώρας.
Τα δεδομένα αυτά οδηγούν σε μια αλλαγή πολιτική της Τουρκίας, ώστε το «κουρδικό πρόβλημα» να μετατραπεί σε περιφερειακό πλεονέκτημα.
Ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, στον πρώτο πόλεμο του Κόλπου, ο πρώην πρόεδρος Τουργκούτ Οζάλ μιλούσε για μια «τουρκοκουρδική» ομοσπονδία.
«Αν η Άγκυρα καταφέρει να αποκτήσει ειρηνικές σχέσεις με τον κουρδικό της πληθυσμό», τονίζει ο Αχμέτ Ινσέλ, «ολόκληρος ο κουρδικός κόσμος θα στραφεί προς μια Τουρκία που θα διαπραγματεύεται από ισχυρότερες θέσεις την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση».
«Είμαι έτοιμος να πιω το δηλητήριο για να φτάσουμε στην ειρήνη», έλεγε πριν από λίγες ημέρες ο Ερντογάν, ο οποίος σκοπεύει να χρησιμοποιήσει αυτή την ειρηνευτική υπόσχεση για να αποσπάσει σε ένα μελλοντικό δημοψήφισμα μια σημαντική ενίσχυση των εξουσιών του προέδρου.
Το 2015, ο πρόεδρος θα εκλεγεί για πρώτη φορά με καθολική ψηφοφορία. Και ο τούρκος πρωθυπουργός υπολογίζει στη στήριξη των Κούρδων.
Το φιλοκουρδικό κόμμα BDP και ο ίδιος ο Οτσαλάν τάχθηκαν ανοιχτά τον τελευταίο καιρό υπέρ μιας προεδρικής δημοκρατίας, ενώ δεν λείπουν εκείνοι – τόσο στους κόλπους της αριστερής αντιπολίτευσης όσο και στους κόλπους του ίδιου του κόμματος – που ανησυχούν για την ενίσχυση των εξουσιών του «νέου σουλτάνου».