Ο Bob Williamson 64 ετών, είναι σήμερα και ένας επιτυχημένος επιχειρηματίας. Είναι επίσης και χριστιανός. Ποιός να πιστέψει ότι αυτός ο πρώην άθεος, στα πέντε του σκότωνε το λαγουδάκι του, στα 15 του ήταν αλκοολικός, στα 17 του τοξικομανής και στα 18 του κλείστηκε σε ψυχιατρική κλινική;
Ο Williamson δεν έχει την καλύτερη γνώμη για τους ανθρώπους της εκκλησίας. Γνώρισε την υποκρισία που υπάρχει στους εκκλησιαστικούς χώρους. Οι γονείς του ήταν χριστιανοί και οι δύο συμμετείχαν ενεργά στην εκκλησία, και φυσικά έπαιρναν αυτόν και τον αδελφό του μαζί. Η εκκλησία ήταν μικρή, αλλά γεμάτη υποκρισία, λέει ο Williamson.
«Η εκκλησία είχε τους χειρότερους ποιμένες. Είτε ήταν μεθυσμένοι είτε κυνηγούσαν γυναίκες μέσα στην εκκλησία και οι εκκλησίες όλο τσακωνόντουσαν μεταξύ τους. Αλλά σου ερχόταν ένας αδαής τύπος που όλο ούρλιαζε και φώναζε. Το όλο θέμα ήταν τελείως αποκρουστικό. Όταν θα γινόμουν αρκετά μεγάλος και δεν θα ήμουν υποχρεωμένος να πηγαίνω, θα έφευγα».
Η θρησκεία ποτέ δεν ήταν πραγματικά σημαντική για αυτόν. Η όλη ιδέα του φαινόταν γελοία, ειδικά όταν άρχισε να διαβάζει διάφορα βιβλία εναντίον της. Τότε έγινε άθεος. Από τότε που θυμόταν τον εαυτό του, κοιμόταν μόνο τρεις με τέσσερις ώρες την ημέρα, βρίσκοντας παρηγοριά στα βιβλία – μια συνήθεια που σχεδίαζε να την χρησιμοποιήσει ως «πυρομαχικά» στη μάχη εναντίον του χριστιανισμού αργότερα στη ζωή του.
Έφυγε από το σπίτι όταν έγινε 17 και ζούσε στους δρόμους, όπου δοκίμαζε σχεδόν κάθε ναρκωτικό μπορεί να φανταστεί κανείς. Είχε πάνω του και ένα 357 Magnum. Η πρώτη του απόπειρα να ενταχθεί στον στρατό απέτυχε, αφού μπλέχτηκε σε φασαρία, βρέθηκε στο δικαστήριο και στάλθηκε να επαναξιολογηθεί από ψυχίατρο.
«Διαγνώστηκε ότι ήμουν “κοινωνιοπαθής” (sociopath / ψυχοπαθής). Μου είπαν ότι δεν έχω συνείδηση και ότι η περίπτωσή μου ήταν ανίατη και γι’ αυτό θα με απάλλασσαν από την στρατιωτική θητεία», θυμάται.
Στη συνέχεια, ο Williamson συνελήφθη για κατοχή ηρωίνης, αλλά αφέθηκε ελεύθερος για τεχνικούς λόγους.
Κατά την παραμονή του στη Νέα Ορλεάνη, αποφάσισε να δοκιμάσει την μαγεία, μια πρακτική που αποδείχθηκε επιτυχής για αυτόν.
«Πίστευα στο Σατανά τότε, είχα μια μεγάλη επιτυχία σε ξόρκια για τους ανθρώπους και πετυχαίνανε. Το έβλεπα με τα μάτια μου».
Τα παράτησε όμως όταν πέτυχε να επικαλείται δαίμονες στις όχθες του ποταμού, μια πρακτική για την οποία μετάνιωσε, όπως λέει. Σύμφωνα με τη μαγεία, το ποτάμι υποτίθεται ότι θα δώσει στο άτομο περισσότερη δύναμη.
«Προσπάθησα να επικαλεστώ ένα δαίμονα κάποτε και με τρόμαξε τόσο πολύ που έφυγα από την μαγεία».
Επειδή είχε μπλέξει σε ένα καυγά σε μπαρ και παραλίγο να σκοτώσει έναν άνθρωπο με ένα σπασμένο μπουκάλι, οι αστυνομικοί τον έψαχναν. Έτσι αποφάσισε να πάει στην Ατλάντα. Δύο εβδομάδες μετά την άφιξή του, χτύπησε με το αυτοκίνητο σε μετωπική σύγκρουση που σχεδόν έφτασε κοντά στο θάνατο.
Κατά την παραμονή του στο νοσοκομείο, έκανε παρέα με μια Αφρο-Αμερικάνα νοσοκόμα. Επειδή είχε ανέκαθεν αϋπνίες και ήταν αδηφάγος αναγνώστης, της ζήτησε να του φέρει κάποια βιβλία κατά τη διάρκεια νοσηλείας του.
«Θα πήγαινε στη βιβλιοθήκη να μου τα φέρει. Ο βιβλιοθηκάριος άρχισε να μου στέλνει μια λίστα με όλα τα bestselling βιβλία στον κόσμο και ήθελα να ελέγξω ποια από αυτά θα διάβαζα. Τότε είδα ότι η Βίβλος ήταν περισσότερο bestselling βιβλίο στον κόσμο. Έτσι αποφάσισα να την διαβάσω, όχι για να γίνω χριστιανός, αλλά για να την διαψεύσω. Σκέφτηκα ότι αν υπήρχε Θεός, ήταν κακός και δεν ήθελα να έχω σχέσεις μαζί του, γιατί η ζωή μου μέχρι εκείνο το σημείο ήταν μια ολοκληρωτική καταστροφή και κατηγορούσα τον Θεό για αυτό. Ξεκίνησε με την ανάγνωση της Παλαιάς Διαθήκης και διαπίστωσε ότι ήταν “απίστευτα βαρετή”».
Θυμάται ότι η Γένεση του φάνηκε ενδιαφέρον βιβλίο, αλλά είπε ότι δεν θα την διαβάσει πια. Μετά την πρώτη προσπάθεια του να διαβάσει την Αγία Γραφή, η νοσοκόμα του έδωσε την δική της Αγία Γραφή, όπου πρόσεξε ότι είχε υπογραμμίσει τους στίχους στην Καινή Διαθήκη.
«Ξεκίνησα να διαβάζω ξανά και όσο πιο πολύ διάβαζα έβρισκα ότι ο Ιησούς Χριστός δεν ήταν τίποτα σαν αυτό που πάντα πίστευα. Ήταν πολύ συμπονετικός, αγαπούσε και νοιαζόταν για τους ανθρώπους που ήταν είχαν πέσει και τους είχαν απορρίψει».
Ο Williamson συνέχισε, «άρχισε να μου κερδίζει την καρδιά (ο Χριστός) όπως και όλα αυτά τα ενδιαφέροντα πράγματα στα Ευαγγέλια. Αλλά όταν έφτασα στο Φιλιππησίους 4:13 («τα πάντα μπορώ να κάνω μέσα από τον Χριστό που μου δίνει δύναμη»), την έκλεισα με δύναμη και ζήτησα τη νοσοκόμα μου.
«Της είπα “η Αγία Γραφή σας δεν είναι παρά ένα ψέμα”. Της έδειξα τον στίχο και είπα “Είμαι ένας βαριά τοξικομανής και λιγότερο από 2 τοις εκατό των που βάζουν βελόνα στο χέρι τους καταφέρνουν να γλυτώσουν. Είχα πάρα πολλούς φίλους μου να πεθαίνουν. Έχω δει ανθρώπους να αυτοκτονούν, συμπεριλαμβανομένων του αδελφού μου. Κι εγώ ο ίδιος έχω τάσεις αυτοκτονίας. Έχω διαπράξει ένοπλη ληστεία».
«Εκείνη έβαλε τα χέρια της στη μέση της και είπε: “Ο Ιησούς είναι Θεός και μπορεί να κάνει οτιδήποτε θέλει να κάνει και Αυτός μπορεί να αλλάξει την λυπητερή σου ιστορία”».
«Από τότε άρχισα να πιστεύω ότι η Βίβλος είναι ο Λόγος του Θεού». «Ποτέ δεν άγγιξα ξανά ναρκωτικά και λίγο αργότερα ξέκοψα και από το αλκοόλ» λέει ο Williamson.
Όταν έφυγε από το νοσοκομείο, ερωτεύτηκε τη σημερινή του γυναίκα με την οποία είναι παντρεμένος για πάνω από 40 χρόνια και με την οποία έχει κάνει τρεις γιους.
Φυσικά, η ζωή του ως νέος χριστιανός δεν ήταν εύκολη. Χωρίς πτυχίο κολεγίου και χρήματα, άρχισε να εργάζεται σε σκληρές δουλειές σε ένα εργοστάσιο χρωμάτων.
Στα είκοσί του και κάτι, αποφάσισε ότι ο μόνος τρόπος εξόδου από την κατάστασή του ήταν να εργαστεί σκληρότερα από κάθε άλλον, πράγμα που σήμαινε να φτάνει νωρίς στην εργασία και να φεύγει αργά.
Τελικά προήχθη οκτώ φορές και έκανε να κερδίσει η εταιρεία ένα σημαντικό χρηματικό ποσό. Άρχισε να ψάχνει μέσα στην επιχείρηση χρωμάτων και πήρε ένα δάνειο 1.000 δολαρίων και άρχισε τη δική του εταιρεία στο υπόγειο, την «Wildlife Artist Supply» το 1977.
«Όλοι μου έλεγαν ότι ήμουν τρελός και με κορόιδευαν, αλλά συνέχεια σκεπτόμουν «τα πάντα μπορώ να κάνω μέσα από τον Χριστό που μου δίνει δύναμη».
Δεν υπήρχε αερογράφος εκείνη την εποχή κι έτσι ξεκίνησε με δική του σύνθεση και μέσα σε έξι μήνες η επιχείρησή του αποδείχθηκε ένα τεχνολογικό επίτευγμα, που του έφερε πολλά δολάρια.
Αλλά το 1988 πούλησε την επιχείρησή του λόγω χρεών που δεν μπορούσε να πληρώσει εκείνη την εποχή.
Απογοητευμένος από τη βιομηχανία, αποφάσισε να βρει άλλες εναλλακτικές λύσεις. Στη συνέχεια εξέτασε την πώληση συστημάτων σε εστιατόρια σχολείων με την εταιρεία του, την Horizon, που είχε τρεις υπαλλήλους.
Το 2008, πούλησε την εταιρεία του για 75 εκατομμύρια δολάρια σε μετρητά και την έκλεισε λίγο πριν την κατάρρευση του χρηματιστηρίου, κάτι που το πιστώνει στον Θεό. Επειδή δεν είναι ο τύπος που θα κάτσει και θα βγει στην σύνταξη, αποφάσισε να χτίσει την Honey Lake Plantation, ένα θέρετρο και σπα στο Greenville της Φλόριντα.
Πρόσφατα δημοσίευσε την αυτοβιογραφία του «Miracle on Lucky Street».
Παρά την επαγγελματική του επιτυχία, ο Williamson, λέει ότι η επιτυχία δεν μπορεί να βρεθεί σε κάποιο τραπεζικό λογαριασμό ή σε μεγάλα επιτεύγματα. «Η επιτυχία είναι να βρεις την ειρήνη, την χαρά και την ευτυχία στη ζωή σου και αυτά προέρχονται μόνο από τον Θεό, αλλά είναι διαθέσιμα σε όποιον τα θέλει. Νομίζω ότι μπορείτε να κάνετε τα πάντα δια του Χριστού, αλλά πρέπει να είναι κάτι που Εκείνος θέλει να κάνετε».
«Νιώθω ότι η αποστολή μου για το υπόλοιπο της ζωής μου είναι να βοηθήσω τους ανθρώπους, να πείσω τους ανθρώπους να μην εγκαταλείψουν ποτέ την ελπίδα. Ήμουν εκεί. Ήμουν ένας τοξικομανής, ήμουν στη μαγεία, παραλίγο να πεθάνω σε μετωπική σύγκρουση. Αν μπόρεσα να τα ξεπεράσω όλα αυτά με τη δύναμη του Θεού, τότε ο καθένας μπορεί. Ξέρω πολλούς κοσμικούς ανθρώπους εκεί έξω που δεν θέλουν να ακούσουν. Λυπάμαι. Ο αδελφός μου γύρισε την πλάτη στον Θεό και κατέληξε να αυτοκτονήσει. Αυτοπυροβολήθηκε και για καιρό ήμουν συντετριμμένος. Μιλάω δημόσια επειδή ξέρω πώς είναι να πέσεις κάτω και πώς μπορείς να βγεις από αυτή την κατάσταση».
Ονόμασα την αυτοβιογραφία μου «Θαύμα στην Οδό Luckie (τυχερή)
«Όταν προσγειώθηκα με το αεροπλάνο στην Ατλάντα, ήμουν στη διασταύρωση των οδών Luckie και Fairlie. Αρκετά τυχερός; (“Fairlie luckie?”). Αυτός είμαι, αλλά μόνο μέσα από την αγάπη του Ιησού Χριστού.
Κοιτώντας πίσω στη ζωή μου, δυσκολεύομαι και εγώ να πιστέψω το πόσο άλλαξα.
Όταν ήμουν 5 χρονών σκότωσα το κατοικίδιο κουνέλι μου. Εξακολουθώ να βρίσκω δύσκολο να πιστέψω ότι άλλαξα τόσο πολύ. Πραγματικά, δεν θα με αναγνώριζες. Ευτυχώς, έγινα ένα κατά συρροή επιχειρηματίας, αντί ένας κατά συρροή δολοφόνος».
Πηγή: agioritikovima.gr