Την πλήρη εικόνα της αγοράς ναρκωτικών στην Ευρώπη περιγράφει η πρώτη κοινή έκθεση της Γιουροπόλ και του Ευρωπαϊκού Κέντρου Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας για το θέμα, η οποία παρουσιάστηκε στις Βρυξέλλες, καταδεικνύοντας ότι οι αρχές βρίσκονται πλέον ενώπιον νέων προκλήσεων, αφού οι συμμετέχοντες σε αυτά τα κυκλώματα εξελίσσουν τόσο τις ουσίες που διαθέτουν όσο και τις συμπεριφορές τους.
«Το πρόβλημα των ναρκωτικών στην Ευρώπη εισέρχεται σε νέα φάση. Οι ουσίες και οι μέθοδοι που έχουν χαρακτηρίσει την ευρωπαϊκή αγορά των ναρκωτικών τα τελευταία τριάντα χρόνια τώρα πρέπει να μοιραστούν τη σκηνή με μία ευρεία ποικιλία νεότερων ουσιών και συμπεριφορών. Η αγορά των ναρκωτικών εμφανίζεται με αυξητική τάση δυναμική, καινοτόμα και γρήγορη στο να ανταποκρίνεται στις προκλήσεις», τονίζεται χαρακτηριστικά.
Στην έκθεση, την οποία παρουσίασε η Επίτροπος Εσωτερικών Υποθέσεων, Σεσίλια Μάλμστρομ, υπογραμμίζεται η ανάγκη για το ίδιο δυναμική, καινοτόμα και γρήγορη αντίδραση από την πλευρά της Ε.Ε.
Όσον αφορά την Ελλάδα, η έκθεση την περιλαμβάνει στις χώρες που, αν και σε περιορισμένη έκταση, με βάση τις κατασχεθείσες ποσότητες, γίνεται διακίνηση ηρωίνης, ενώ για την Τουρκία τονίζεται ότι διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στην διακίνηση της συγκεκριμένης ουσίας στην περιοχή των Βαλκανίων, λόγω των εμπορικών και ταξιδιωτικών σχέσεων με την Ασία.
Σημαντικό ρόλο στην προμήθεια με κάνναβη της ευρωπαϊκής αγοράς έχει το οργανωμένο έγκλημα στα δυτικά Βαλκάνια και ιδιαίτερα αλβανόφωνες ομάδες, επισημαίνεται.
Σύμφωνα με τη Γιουροπόλ η κάνναβη από την Αλβανία, που είναι σημαντικός παραγωγός και εξαγωγέας, διακινείται συνήθως μέσω Ελλάδας, αλλά και μέσω Ιταλίας, Σλοβενίας και Ουγγαρίας.
Τεράστιες ποσότητες φυτικής κάνναβης (μαριχουάνα) έχουν κατασχεθεί τα τελευταία χρόνια στην Τουρκία, με μία ποσότητα-ρεκόρ 55 τόνων το 2011.
Όπως αναφέρεται, τα δύο τρίτα της κατανάλωσης κάνναβης στις ευρωπαϊκές χώρες κυριαρχούνται σήμερα από φυτικά προϊόντα, που αποτελούν πάνω από το 90% συνολικά των αγορών κάνναβης στην Ελλάδα, τη Βουλγαρία, την Τσεχία, την Λιθουανία, το Λουξεμβούργο, την Ουγγαρία, την Πολωνία, την Σλοβενία, την Σλοβακία και την Κροατία.
Η Μαύρη Θάλασσα και η περιοχή των Βαλκανίων εμφανίζεται ως το νέο σημείο εισόδου κοκαΐνης στην Ευρώπη, με ιδιαίτερα σημαντικές ποσότητες να έχουν κατασχεθεί τα τελευταία χρόνια και στην Ελλάδα, όπου συνήθως φτάνουν στα λιμάνια κρυμμένες σε κοντέινερ από τη Νότια Αμερική.
Όμως, η αγορά της κοκαΐνης στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται σχετικά μικρή. Η Ελλάδα «εισάγει» και αμφεταμίνες από τη βορειοδυτική Ευρώπη.
Η νέα εικόνα που διαμορφώνεται συνολικά στην Ευρώπη, περιγράφεται μεταξύ άλλων, ως εξής:
«Οι μέθοδοι της χρήσης ναρκωτικών στην Ευρώπη αλλάζουν, νέα ναρκωτικά βγαίνουν στην αγορά σε σταθερή βάση και οι χρήστες σπάνια περιορίζονται σε μια συγκεκριμένη ουσία. Η Ευρώπη παραμένει σημαντική παραγωγός περιοχή συνθετικών ναρκωτικών και κάνναβης. Ωστόσο, μειώνεται η σημασία της ως εξαγωγός περιοχή συνθετικών ναρκωτικών. Είναι σημαντικός παγκόσμιος προμηθευτής πρόδρομων ουσιών που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή ηρωίνης. Η σημασία των διαφορετικών ναρκωτικών στην αγορά αλλάζει. Η ηρωίνη παραμένει σημαντική, αλλά μειώνεται η προμήθεια και η ζήτηση. Η σημασία των διεγερτικών ναρκωτικών, όπως κοκαΐνη και συνθετικά ναρκωτικά, αυξάνεται, η αγορά της κάνναβης εισχωρεί παντού και παραμένει ευέλικτη».
«Η εγκληματικότητα που η αγορά των ναρκωτικών παράγει μπορεί να γίνει πλήρως κατανοητή μόνο στο ευρύτερο πλαίσιο των επιχειρήσεων του οργανωμένου εγκλήματος, το οποίο πλέον ασχολείται με μία μεγαλύτερη γκάμα ναρκωτικών. Το οργανωμένο έγκλημα που εδρεύει στις βορειοδυτικές ευρωπαϊκές χώρες συνεχίζει να διαδραματίζει το βασικό ρόλο στη διακίνηση ναρκωτικών στην Ευρώπη και στην εμπορία σχεδόν όλων των ειδών των ναρκωτικών. Αυξάνεται η αλληλεπίδραση μεταξύ των αγορών ηρωίνης, κοκαΐνης, κάνναβης και συνθετικών ναρκωτικών. Οι δρόμοι διακίνησης των ναρκωτικών ποικίλουν και αυξάνεται συνεχώς η χρήση των νόμιμων εμπορικών μεταφορών. Το Internet αναδεικνύεται ως μια διαδικτυακή αγορά ναρκωτικών, οι νέες τεχνολογίες συμβάλλουν στην παραγωγή και τη χρήση χημικών που δεν είναι ελέγξιμα, καθώς και στην παραγωγή και το εμπόριο νέων ψυχοδραστικών ουσιών», τονίζεται ακόμα.
Στα γενικά συμπεράσματα, επισημαίνεται, επίσης, «η σημασία των συνεχών επενδύσεων απότην πλευρά των αρχών σε μεθόδους, που έχει αποδειχθεί ότι λειτουργούν, όπως η αστυνόμευση με βάση την επεξεργασμένη πληροφορία (intelligence-led policing), η στοχοποίηση σημαντικών μελών του οργανωμένου εγκλήματος, η παρακολούθηση των οικονομικών συναλλαγών, η συνεργασία μεταξύ των υπηρεσιών επιβολής του νόμου των κρατών-μελών. Η δυναμική και η ικανότητα απάντησης της αγοράς των ναρκωτικών σημαίνει ότι αντιμετωπίζουμε έναν κινούμενο στόχο, όπου οποιαδήποτε επιτυχία μπορεί να είναι παροδική. Για το λόγο αυτό σημαντικά εργαλεία παραμένουν ο έλεγχος, η ανάλυση και η αξιολόγηση».
Όπως σημειώνει η έκθεση, η επίτευξη προόδου θα εξαρτηθεί από τη μείωση της προμήθειας, αλλά και της ζήτησης και αναφέρει ως παράδειγμα την τρέχουσα μείωση της χρήσης ηρωίνης στην Ευρώπη, όπου «η καλύτερη αστυνόμευση των δρόμων της ηρωίνης που συνορεύουν με την Ε.Ε. και η επιτυχία των κρατών-μελών στη συμμετοχή όσων έχουν προβλήματα με την ηρωίνη σε αποτελεσματικά προγράμματα απεξάρτησης, είναι δύο παράγοντες που μπορεί να έχουν διαδραματίσει ένα πολύ σημαντικό ρόλο. Στο μέλλον αυτή η ισορροπία πρέπει να διατηρηθεί».
Η Αφρική συνεχίζει να προκαλεί ανησυχία αλλά δεν είναι η μόνη, όπως τονίζεται, ενώ υπογραμμίζεται ότι αναφορικά με την παγκόσμια αγορά ναρκωτικών, αν εξαιρέσει κανείς την Ε.Ε., τη Βόρεια Αμερική και την Αυστραλία, οι διαθέσιμες πληροφορίες είναι πολύ λίγες.
Ανεπαρκή είναι τα στοιχεία για ορισμένες πτυχές του προβλήματος που έχει στη διάθεσή της και η Ε.Ε., αν και έχει βελτιωθεί η δυνατότητά της να αναγνωρίζει τις μεταβολές της συγκεκριμένης αγοράς.
«Στόχος της έκθεσης είναι να ενημερώσει για πολιτικές και δράσεις. Είναι σημαντική η συνεργασία και ο συντονισμός μεταξύ κρατών-μελών και Ε.Ε. Και αυτό μπορεί να γίνει μόνο με αμοιβαία κατανόηση του προβλήματος, με ξεκάθαρη άποψη για το ποιες είναι οι προτεραιότητες για δράση και με αποφασιστικότητα στην προώθηση της συνεργασίας και την απάλειψη των εμποδίων για την επίτευξή της», σημειώνουν ο διευθυντής της Γιουροπόλ, Ρομπ Γουενράιτ και ο διευθυντής του Ευρωπαϊκού Κέντρου Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας, Βόλφγκανγκ Γκοτζ.