Ο Κογκολέζος γιατρός Ντένις Μουκουέγκε και η Γιαζίντι ακτιβίστρια Νάντια Μουράντ, που τιμήθηκαν με το Νόμπελ Ειρήνης το 2018, απηύθυναν έκκληση χθες, ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, να αποδοθεί δικαιοσύνη στα θύματα σεξουαλικής βίας σε εμπόλεμες περιοχές, με αφορμή τη συζήτηση ενός ψηφίσματος για το θέμα αυτό.
Το ψήφισμα που προωθούσε η Γερμανία εγκρίθηκε με 13 ψήφους υπέρ και δύο αποχές, μετά από σκληρή διαπραγμάτευση και αφού οι Ηνωμένες Πολιτείες απαίτησαν και πέτυχαν να αφαιρεθούν ουσιώδεις αναφορές. Ρωσία και Κίνα, που επίσης διαφωνούσαν, απείχαν από την ψηφοφορία, εξηγώντας ότι θέλουν να καταπολεμήσουν τη σεξουαλική βία αλλά θεωρούν ότι το συγκεκριμένο κείμενο είχε ως στόχο να δημιουργήσει νέες υπηρεσίες του ΟΗΕ και να «υπερκεράσει» τις εντολές που έχουν ήδη δοθεί.
«Ούτε ένας άνθρωπος δεν έχει οδηγηθεί στη δικαιοσύνη» επειδή μετέτρεψε γυναίκες σε σκλάβες του σεξ, κατήγγειλε η Μουράντ, αναφερόμενη στην κοινότητα των Γιαζίντι, που εξολοθρεύτηκε από το Ισλαμικό Κράτος στο Ιράκ. «Οι ελπίδες μιας ολόκληρης γενιάς καταστράφηκαν», πρόσθεσε, κάνοντας λόγο για «συλλογική αποτυχία» της διεθνούς κοινότητας.
«Εκφωνούμε ομιλίες στον ΟΗΕ αλλά δεν ακολουθεί κανένα συγκεκριμένο μέτρο» και «δεν γίνεται τίποτα», επέμεινε.
«Τι περιμένει η διεθνής κοινότητα για να αποδώσει δικαιοσύνη στα θύματα;» διερωτήθηκε από την πλευρά του ο Μουκουέγκε, ζητώντας την ίδρυση εθνικών ή διεθνών δικαστηρίων στα οποία θα παραπέμπονται οι ύποπτοι.
Η Άμαλ Κλούνεϊ, η δικηγόρος της Μουράντ και άλλων Γιαζίντι γυναικών, μίλησε για την αδυναμία της διεθνούς κοινότητας να αντιμετωπίσει το πρόβλημα και κατηγόρησε τις ΗΠΑ και τη Ρωσία ότι αντιδρούν στη δημιουργία ενός διεθνούς δικαστηρίου για τα σεξουαλικά εγκλήματα. «Αν δεν δράσουμε τώρα, μετά θα είναι πολύ αργά», είπε, υπενθυμίζοντας ότι χιλιάδες μαχητές του Ισλαμικού Κράτους έχουν συλληφθεί και κρατούνται. «Αντιμετωπίζουμε μια επιδημία σεξουαλικής βίας» και «η δικαιοσύνη είναι το αντίδοτο», επέμεινε.
Στην αρχική μορφή του, το γερμανικό ψήφισμα έκανε λόγο για τη σύσταση μιας επίσημης ομάδας εργασίας και ενός «μηχανισμού» ώστε να οδηγούνται στη δικαιοσύνη οι ύποπτοι και να προστατεύονται τα θύματα, με την αναγνώριση των δικαιωμάτων τους, τόσο των σεξουαλικών όσο και των αναπαραγωγικών. Η Ρωσία, η Κίνα και οι ΗΠΑ αντέδρασαν στη δημιουργία αυτού του «μηχανισμού», ενώ η «ομάδα εργασίας» διαγράφτηκε. Οι ΗΠΑ απείλησαν επίσης ότι θα ασκήσουν βέτο αν γινόταν αναφορά σε αναπαραγωγικά δικαιώματα, καθώς θεωρούν ότι μια τέτοια έκφραση θα ισοδυναμούσε με ενθάρρυνση της άμβλωσης.
«Το κείμενο περιορίστηκε σε ένα μικρό τμήμα και δεν απέμειναν πολλά πράγματα» σχολίασε ένας διπλωμάτης. «Οι Αμερικανοί κράτησαν σε ομηρεία της διαπραγμάτευση για ιδεολογικούς λόγους, είναι σκανδαλώδες», τόνισε ένας άλλος.