Με τη νέα δήμαρχο του Σικάγο, τη Δημοκρατική Λόρι Λάιτφουτ, η οποία κατηγορεί τις αστυνομικές δυνάμεις ότι έχουν επιτρέψει να ευδοκιμήσει ο ρατσισμός στις τάξεις τους, καλείται να συνεργαστεί η αστυνομία του Σικάγο, η οποία βρίσκεται ήδη αντιμέτωπη με την ενδημική βία και την καχυποψία των Αφροαμερικανών.
Η πρώην ομοσπονδιακή εισαγγελέας θα αναλάβει τα ηνία της τρίτης μεγαλύτερης πόλης των ΗΠΑ τον Μάιο με μία προτεραιότητα: την αναμόρφωση της αστυνομίας του Σικάγο, η εικόνα της οποίας έχει αμαυρωθεί από πολλά περιστατικά χρήσης υπερβολικής βίας.
Σε ηλικία 56 ετών, η ομοφυλόφιλη Αφροαμερικανίδα Λάιτφουτ κατέκτησε τους κατοίκους της αμερικανικής μεγαλούπολης με τη σκληρή της γλώσσα για τις δυνάμεις της τάξης.
Χωρίς εμπειρία στην πολιτική, η Λάιτφουτ έγινε γνωστή ως πρόεδρος επιτροπής εποπτείας των δραστηριοτήτων της αστυνομίας που συστάθηκε μετά τον φόνο του Αφροαμερικανού εφήβου Λακάν Μακντόναλντ από λευκό αστυνομικό το 2014.
Στην τελική της έκθεση το 2016 η Λάιτφουτ αναφερόταν «στις διάφορες φωνές, αλλά κυρίως σε αυτές των Αφροαμερικανών, που κατηγορούν κάποιους αστυνομικούς ότι είναι ρατσιστές». Η αστυνομία του Σικάγο «δεν κάνει τις απαραίτητες ενέργειες για να αντιμετωπίσει τις ρατσιστικές προκαταλήψεις», πρόσθετε. Μάλιστα προανήγγειλε τη σύσταση μιας μόνιμης επιτροπής εποπτείας των δυνάμεων της τάξης, εκ νέου εκπαίδευση των αστυνομικών και το τέλος «της ανοχής στα ψέματα» των αστυνομικών.
Πλέον εναπόκειται στη νέα δήμαρχο του Σικάγο να εφαρμόσει τα μέτρα αυτά σε μια περίοδο μάλιστα που η αστυνομία προσπαθεί να περιορίσει την καταστροφική βία των πυροβόλων όπλων, όπως σημειώνει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Περισσότεροι από 550 άνθρωποι δολοφονήθηκαν πέρυσι στο Σικάγο, αριθμός μικρότερος από το ρεκόρ των 750 ανθρωποκτονιών που είχε καταγραφεί το 2016, αλλά πάντα υψηλότερος από αυτόν που καταγράφεται στη Νέα Υόρκη και το Λος Άντζελες, πόλεις με μεγαλύτερο πληθυσμό.
Οι περισσότερες ανθρωποκτονίες συνδέονται με συγκρούσεις μεταξύ συμμοριών και έχουν σχέση με τα ναρκωτικά. Επικεντρώνονται στις πιο φτωχές συνοικίες στο νότιο και δυτικό Σικάγο, όπου ζουν κυρίως Αφροαμερικανοι.
Όμως η Λάιτφουτ δεν θέλει η αστυνομία να αυξήσει την πίεση σε αυτές τις συνοικίες. «Πολλοί άνθρωποι έχουν την εντύπωση ότι η αστυνομία είναι μια δύναμη παράνομης κατοχής», δήλωσε την Τετάρτη μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό NPR, μία ημέρα μετά την εκλογική της νίκη. «Αυτό πρέπει να αλλάξει διότι εξαρτώνται στην κυριολεξία ζωές από αυτό», τόνισε.
Σύμφωνα με την ίδια, «η αστυνομία δεν έχει λάβει αρκετά υπόψη της τον φυλετικό διαχωρισμό στην πόλη και τη σημασία του φυλετικού ζητήματος». Στη διάρκεια της προεκλογικής της εκστρατείας υποσχέθηκε μια αστυνομία που να ακούει περισσότερο τους πολίτες και επενδύσεις στις πιο φτωχές συνοικίες προκειμένου να δοθούν ευκαιρίες στους νέους εκεί.
Στο Σικάγο η απόσταση μεταξύ των δυνάμεων της τάξης και των πολιτών μεγαλώνει καθώς συσσωρεύονται σκάνδαλα χωρίς επιπτώσεις για τους υπεύθυνους. Οι δικαστές έχουν αθωώσει πολλούς αστυνομικούς που κατηγορούνται για υπερβολική χρήση βίας ή για διαφθορά, όπως τονίζει το ΑΜΠΕ.
«Η πόλη το πληρώνει σήμερα τόσο επειδή πρέπει να πληρώσει αποζημιώσεις στους ανθρώπους που καταδικάστηκαν άδικα, αλλά και μέσω της περιφρόνησης προς τις δυνάμεις ασφαλείας», δήλωσε ο Τζιμ Μπρέι της ένωσης Illinois Justice Project.
Τα πράγματα όμως αρχίζουν να αλλάζουν: τον Ιανουάριο ο λευκός αστυνομικός που πυροβόλησε 16 φορές εναντίον του Λακάν Μακντόναλντ καταδικάστηκε σε 7 χρόνια φυλάκιση. Επίσης πέρυσι η αστυνομία του Σικάγο κατέληξε σε συμφωνία με την πολιτεία του Ιλινόις να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις προκειμένου να βελτιώσει τη διαφάνεια στις συναλλαγές της με τους πολίτες, αλλά και για να αυξήσει το προσωπικό και τα τεχνολογικά μέσα που διαθέτει.
Την Τετάρτη η Λάιτφουτ άσκησε πίεση στον διοικητή της αστυνομίας του Σικάγο Έντι Τζόνσον, που είναι επίσης Αφροαμερικανός. Αρνήθηκε να δεσμευθεί ότι θα τον κρατήσει στη θέση του και εξήγησε ότι θα αξιολογήσει την απόδοσή του στο τέλος του καλοκαιρού. «Έχουμε πολλές προκλήσεις να αντιμετωπίσουμε και το ξέρει καλά», υπογράμμισε η νέα δήμαρχος.