Η σταθερή επωδός των υποσχέσεων του αργεντινού προέδρου Μαουρίσιο Μάκρι στον λαό της Αργεντινής είναι καθημερινά αυτή: αίμα, ιδρώτας και δάκρυα. «Πρέπει να αντέξουν, εγώ είμαι σίγουρος γι’ αυτά που κάνω», τόνισε την 1η Μαρτίου στην Εθνοσυνέλευση.
Όλοι συνεχίζουν να δεινοπαθούν. Κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2018 το 32% του αστικού πληθυσμού της χώρας παρέμεινε κάτω από τα όρια της φτώχειας. Μία αύξηση κατά πέντε ποσοστιαίες μονάδες εν σχέσει με το πρώτο εξάμηνο και πάνω από έξι από το 25,75% του 2017. Το 32% είναι το επίπεδο εκείνο, που ο ίδιος ο Μάκρι διατείνεται πως είχε κληρονομήσει από την τέως πρόεδρο, Κριστίνα Φερνάντες Κίρχνερ .
Με τη συνεχή υποτίμηση του πέσο, που έχει καταστεί εθνική ψύχωση, με έναν πληθωρισμό που δεν εννοεί να υποχωρήσει, στον πρόεδρο δεν έχει παραμείνει καμία άλλη λύση παρά να επαναλαμβάνει πως οι θυσίες του λαού θα αποδώσουν και πως είναι η πρώτη φορά που στη χώρα τίθενται οι βάσεις για μία μελλοντική εύρωστη ανάπτυξη.
Η εθνική στατιστική υπηρεσία, που μετρά την φτώχεια σε 31 πόλεις της Αργεντινής, λαμβάνοντας υπ’ όψη βασικούς παράγοντες διαβίωσης, όπως η διατροφή, η στέγαση και η υγεία, διαπιστώνει πως το 65% των φτωχών είναι παιδιά και νέοι κάτω των 30 ετών και πως το 6,7% των φτωχών, που ζουν σε πλήρη ανέχεια, βρίσκονται στα αστικά κέντρα.
Επιπλέον, τα στοιχεία της καταδεικνύουν πως μέσα σε ένα εξάμηνο περίπου 2,7 εκατ. άνθρωποι βρέθηκαν σε συνθήκες φτώχειας και, συνεπώς, όλα όσα είχαν επιτευχθεί κατά την πρώτη περίοδο της προεδρίας του Μάκρι εξανεμίστηκαν μέσα στο περασμένο έτος.
Το μακροοικονομικό πλαίσιο της Αργεντινής είναι λίαν ζοφερό: ο πληθωρισμός παραμένει υψηλός και για τον Μάρτιο η αύξησή του δεν αναμένεται να είναι μικρότερη του 4%.
Μία εξέλιξη δυσμενέστατη για τις ασθενέστερες τάξεις, καθώς προοιωνίζει αυξήσεις σε βασικά αγαθά κι υπηρεσίες. Η ανεργία έκλεισε το 2018 στο 9% (σχεδόν 4 εκατ. άνθρωποι), ενώ κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2018 το ΑΕΠ έπεσε κατά 3,5%. Σε όλα αυτά θα πρέπει να προστεθεί και η επιδείνωση των συνθηκών ασφάλειας των πολιτών αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, επικαλούμενο την El Pais.
Σύμβολο της οικονομικής κρίσης στη χώρα είναι το δολάριο, του οποίου η ισοτιμία με το πέσο αυξάνει με ρυθμούς ταχύτερους από αυτούς του πληθωρισμού, προκαλώντας απαισιοδοξία. Τα αυξημένα επιτόκια των τραπεζών (68%) για τις καταθέσεις τους σε πέσος στα γραμμάτια ρευστότητας, αποτελούν μία θαυμάσια πηγή κέρδους γι’ αυτές (καθώς στους αποταμιευτές προσφέρουν περιθώρια κέρδους κάτω από 40%, συνεπώς το δικό τους περιθώριο κυμαίνεται στο 30%), όμως δεν κατορθώνουν τα περιορίσουν την εκτόξευση του δολαρίου, νόμισμα με το οποίο αποπληρώνεται το εξωτερικό χρέος της χώρας. Οι επιχειρήσεις δεν έχουν πρόσβαση σε δάνεια και χρηματοδότηση και η κατάσταση μοιάζει να είναι αδιέξοδη.
Η κυβέρνηση ευελπιστεί ότι από τις 15 Απριλίου, οπότε θα μπορεί να πωλήσει δολάρια που θα προέρχονται από το ΔΝΤ, αλλά και κατά τις ερχόμενες εβδομάδες, οπότε θα αρχίσουν να έρχονται τα έσοδα σε δολάρια από τις αγροτικές εξαγωγές, η πίεση στο πέσο θα υποχωρήσει. Το ίδιο το ΔΝΤ σε έκθεσή του, που παρουσίασε για την Αργεντινή αυτήν την εβδομάδα, προβλέπει πως από τον Ιούλιο θα αρχίσει να βελτιώνεται η κατάσταση, μολονότι το 2019 προαναγγέλλεται πως θα είναι μία υφεσιακή χρονιά: η οικονομία εκτιμάται πως θα συρρικνωθεί κατά 1,5% καθ’ όλο το έτος.
Όμως καμία βελτίωση δεν προβλέπεται για την καθημερινή ζωή των πολιτών της Αργεντινής έως τον Οκτώβριο, οπότε θα διεξαχθεί ο πρώτος γύρος των προεδρικών εκλογών, αλλά ούτε κι έως τον Νοέμβριο, ημερομηνία του β’ γύρου εάν κανένας από τους υποψηφίους δεν εκλεγεί με την πρώτη, ξεπερνώντας το 50% των ψήφων.
Το στοίχημα για την παρούσα προεδρία ακούει στο όνομα της διεκδικήτριας της, Κριστίνα Φερνάντες Κίρχνερ και εάν ο Μάκρι, που ήδη είναι λιγότερο δημοφιλής της αντιπάλου του, θα κατορθώσει να πείσει τους Αργεντινούς πως είναι προτιμότερο να ψηφίσουν αυτόν για την «Κάσα Ροσάδα» (όπως ονομάζεται το προεδρικό μέγαρο).
Στην όλη εικόνα υπάρχει μία δόση επανάληψης της ιστορίας του Ουΐνστον Τσόρτσιλ, που όπως κάνει και ο Μάκρι, υποσχόταν μόνο δυσκολίες στον λαό του μέχρι την τελική νίκη. Και αυτός ευελπιστεί ότι οι ψηφοφόροι θα εκτιμήσουν την προσήλωσή του στις πολιτικές λιτότητας, χωρίς «ενδιάμεσες λύσεις» και την «επιστροφή στις καταστροφικές πολιτικές του παρελθόντος», καθώς και την προσωπική του δέσμευση να ακολουθήσει τη δύσκολη ατραπό. Στις εκλογές δεν συνηθίζεται να επιβραβεύονται οι υποσχέσεις για πόνο και δυσκολίες, όμως κάποτε συμβαίνει κι αυτό.