«Πρέπει να σκεφτούμε τον ρόλο που διαδραματίζουν ακόμη και τα κυρίαρχα κόμματα και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης στη διάδοση των ρατσιστικών συμπεριφορών» γράφει στο κύριο άρθρο της η βρετανική εφημερίδα Observer αναφορικά με τη σφαγή στη Νέα Ζηλανδία:
«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Δύση έχει υποτιμήσει τον κίνδυνο της ακροδεξιάς τρομοκρατίας», τονίζεται στο άρθρο της βρετανικής εφημερίδας όπου αναφέρονται πρόσφατες χαρακτηριστικές ακροδεξιές επιθέσεις: «Η δολοφονία της βουλευτίνας Τζο Κοξ το 2016 άφησε τη Βρετανία εμβρόντητη. Ωστόσο, τι διδάγματα αντλήθηκαν πραγματικά από τη δολοφονία της; Έκτοτε, η ακροδεξιά απειλή έχει μόνο αυξηθεί. Τον Ιούνιο του 2017, ένας άνθρωπος σκοτώθηκε και πολλοί τραυματίστηκαν, όταν ένας άνδρας έπεσε με ένα φορτηγάκι σε πλήθος έξω από το τζαμί του Finsbury Park. Υπήρξαν άλλες 11 ακροδεξιές τρομοκρατικές επιθέσεις εκείνο τον χρόνο και ακόμη περισσότερες επιθέσεις αποσιωπήθηκαν από την αστυνομία, συμπεριλαμβανομένης μιας απόπειρας από μέλος της νεοναζιστικής ομάδας National Action για τη δολοφονία της βουλευτή Ρόζι Κούπερ», σημειώνει ο Observer για να επισημάνει: «Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο πρώην επικεφαλής της αντιτρομοκρατίας στο Μαρκ Ρόουλι προειδοποίησε ότι το Ηνωμένο Βασίλειο δεν έχει ακόμη “ξυπνήσει” να δει την απειλή της Ακροδεξιάς».
«Η Βρετανία δεν είναι η μόνη: στις ΗΠΑ, ο αριθμός των ακροδεξιών τρομοκρατικών επιθέσεων τετραπλασιάστηκε μεταξύ του 2016 και του 2017. Πέρυσι, 11 άνθρωποι πυροβολήθηκαν σε μια συναγωγή στο Πίτσμπουργκ. Ωστόσο, ο Πρόεδρος Τραμπ μείωσε τα κονδύλια για την αντιμετώπιση της ακροδεξιάς» σημειώνεται επίσης στο κύριο άρθρο της βρετανικής εφημερίδας, που εκτιμά:
«Υπάρχει τάση στους πολιτικούς μας ηγέτες να υποτιμούν την ακροδεξιά βία υποστηρίζοντας ότι είναι προϊόν απομονωμένων ατόμων, ενώ βλέπουν τους μουσουλμάνους τρομοκράτες να συνδέονται με ομάδες που εργάζονται συστηματικά για να καταστρέφουν τις δυτικές φιλελεύθερες κοινωνίες».
Όπως σημειώνει, ένας λόγος για αυτό το διπλό πρότυπο μπορεί να είναι ότι είναι ευκολότερο να αποδοθεί το οργανωμένο κακό στα φονταμενταλιστικά κινήματα που προέρχονται από κοινωνίες που φαίνεται να έχουν ελάχιστα κοινά με τη Δύση από το να δεχτούν ότι το ίδιο κακό μπορεί να αναπτυχθεί στις καρδιές εκείνων που ζουν μαζί μας.
«Αλλά αυτή η αποτυχία μας δείχνει πόσα κοινά έχουν η ακροδεξιά και ισλαμική τρομοκρατία», τονίζει και προσθέτει:
«Στη Μεγάλη Βρετανία, η Ukip έχει αγκαλιάσει τον ακροδεξιό εξτρεμισμό και τον ηγέτη του Τζέραλντ Μπάτεν που περιέγραψε το Ισλάμ ως “θρησκεία θανάτου”. Πέντε από τους 10 ακροδεξιούς ακτιβιστές, με τα τη μεγαλύτερη διείσδυση στα κοινωνικά μέσα, στον κόσμο είναι Βρετανοί. Αλλού στην Ευρώπη, οι ακροδεξιοί λαϊκιστές που απευθύνονται στους ισλαμοφοβικούς και τους αντισημίτες, ενισχύονται: Βίκτορ Όρμπαν στην Ουγγαρία, Ματέο Σαλβίνι στην Ιταλία και Γιάροσλαβ Κατσίνσκι στην Πολωνία.
Αλλά δεν είναι μόνο ένα πρόβλημα που αφορά το πολιτικό περιθώριο. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, και τα δύο μεγάλα συστημικά κόμματα έχουν μολυνθεί από το ρατσιστικό μίσος. … Οι πλατφόρμες κοινωνικών μέσων ενημέρωσης και ειδησεογραφικά sites έχουν πολύ συχνά πέσει στην παγίδα της διάδοσης του μηνύματος των τρομοκρατών».
«Η σχέση μεταξύ του λόγου που διακατέχεται από μίσος και του βίαιου εξτρεμισμού μπορεί να είναι περίπλοκη και έμμεση, αλλά θα ήταν αφελές να την απορρίψουμε εντελώς. Είναι αρκετό να εκφράσουμε απλά την αλληλεγγύη μας στα θύματα του Κράισττσερτς και να προχωρήσουμε παρακάτω; Ή μήπως οι ηγέτες μας θα πρέπει να καταβάλουν περισσότερες προσπάθειες για να πλήξουν όλες τις μορφές ρατσιστικού μίσους οπουδήποτε κι αν βρίσκονται; Αυτός θα ήταν ένας φόρο τιμής στους 50 ανθρώπους που έχασαν τη ζωή τους την Παρασκευή στη Νέα Ζηλανδία», καταλήγει το κύριο άρθρο του Observer, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.