Οι αρχές της Ρωσικής Ομοσπονδίας ανακοίνωσαν ότι συνέλαβαν τέσσερις υπόπτους σήμερα για τις χθεσινές επιθέσεις στις οποίες τραυματίστηκε ο μουφτής της δημοκρατίας του Ταταρστάν, σκοτώθηκε ο αναπληρωτής του και δημιουργήθηκε φόβος για την εξάπλωση του εξτρεμισμού στην καρδιά της ρωσικής επικράτειας.
Η ομοσπονδιακή επιτροπή έρευνας εκτίμησε ότι οι επιθέσεις –σε μια περιοχή που έως πρόσφατα χαρακτηριζόταν υπόδειγμα θρησκευτικής ανεκτικότητας– είχαν κίνητρο διενέξεις περί πίστεως ή χρηματικές διαφορές.
Ο μουφτής του Ταταρστάν, ο Ιντλίς Φάιζοφ, νοσηλεύεται σε ένα νοσοκομείο έπειτα από τρεις ισχυρές εκρήξεις που έπληξαν το αυτοκίνητό του στην πρωτεύουσα της δημοκρατίας αυτή, την Καζάν, χθες. Λίγο νωρίτερα, ένοπλος είχε εκτελέσει τον αναπληρωτή του, Βαλιούλα Γιακούποφ, έξω από το σπίτι του.
Οι επιθέσεις παραπέμπουν στη βία που μαστίζει τις περιοχές του κατοικούμενου κατά πλειονότητα από μουσουλμάνους Βόρειου Καυκάσου όπου ομοσπονδιακές δυνάμεις ενεπλάκησαν σε δύο πολέμους μετά την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991.
Οι εξτρεμιστές στον Καύκασο συχνά στοχοθετούν μουσουλμάνους πνευματικούς ηγέτες οι οποίοι πρόσκεινται στην Μόσχα. Οι επιθέσεις στο Ταταρστάν, στον ποταμό Βόλγα –ανατολικά της Μόσχας, μακριά από τον Καύκασο– αφήνουν να διαφανεί ότι η βία ενδέχεται να κλιμακωθεί και σε άλλες περιοχές.
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι το βασικό κίνητρο ήταν η επαγγελματική δραστηριότητα των θυμάτων (. . .) και οι ιδεολογικές διαφωνίες τους με αντιπάλους τους”, ανέφερε σε ανακοίνωσή της η επιτροπή έρευνας.
Ο Φάιζοφ είχε υιοθετήσει μια «σκληρή στάση έναντι οργανώσεων που κηρύττουν ακραίες μορφές του Ισλάμ» μετά την εκλογή του τον Απρίλιο του 2011, πρόσθεσε. «Επιπροσθέτως, πήρε τον έλεγχο (. . .) των οικονομικών της οργάνωσης Ιντεάλ-Χατζ, η οποία έστελνε μουσουλμάνους στην Μέκκα, κι ως εκ τούτου ξέσπασε μια διένεξη ανάμεσα στον Μουφτή και τον ηγέτη της οργάνωσης, ο οποίος τον είχε απειλήσει».
Ο επικεφαλής της οργάνωσης αυτής, ο Ρουστέμ Γκατάουλιν, 57 ετών, είναι ανάμεσα στους συλληφθέντες, όπως επίσης ο επικεφαλής ενός μουσουλμανικού τόπου λατρείας, ο Μουράτ Γκαλέγεφ, και δύο άλλοι κάτοικοι του Ταταρστάν. Η έρευνα συνεχίζεται, σύμφωνα με την ανακοίνωση.