Το πιο διάσημο και μελετημένο ναυάγιο του 20ου αιώνα είναι αυτό του Τιτανικού. Μια μελέτη αμερικανών επιστημόνων εκτός από τα λάθη του καπετάνιου επισημαίνει και το ρόλο της Σελήνης.
Οι ερευνητές του πολιτειακού πανεπιστημίου του Τέξας, με επικεφαλής τον καθηγητή φυσικής Ντόναλντ Όλσον, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αστρονομικό περιοδικό «Sky & Telescope», ρίχνουν νέο φως στην μοιραία νύχτα της 14ης Απριλίου 1912, για την οποία έχουν γραφτεί τόσα βιβλία και γυριστεί τόσες ταινίες και ντοκιμαντέρ, όταν περίπου 1.500 επιβάτες έχασαν τη ζωή τους στα παγωμένα νερά του Βορείου Ατλαντικού.
Οι Τεξανοί αστρονόμοι υποστηρίζουν ότι ένα τρομερά σπάνιο αστρονομικό φαινόμενο εξηγεί γιατί ένας μεγάλος αριθμός παγόβουνων είχαν φύγει από την αρχική θέση τους και βρέθηκαν στο δρόμο του υπερωκεάνιου. Οι ερευνητές αναφέρουν ότι στις 4 Ιανουαρίου 1912 η Σελήνη και ο Ήλιος ευθυγραμμίστηκαν με τέτοιο τρόπο που η συνδυασμένη βαρυτική έλξη τους πάνω στη Γη προκάλεσε μια πολύ ισχυρή παλιρροϊκή επίδραση.
Επίσης, η Σελήνη βρέθηκε στο περίγειό της, δηλαδή στο κοντινότερο σημείο της προς τη Γη των τελευταίων 1.400 ετών και μάλιστα μόλις έξι λεπτά πριν γίνει πανσέληνος. Όταν η πανσέληνος συμπίπτει με το σεληνιακό περίγειο, τότε μιλάμε για ύπαρξη «σούπερ-Σελήνης» και αυτή με τη σειρά της ενίσχυσε την παλίρροια. Παράλληλα, το περιήλιο, δηλαδή η κοντινότερη προσέγγιση της Γης στον Ήλιο, είχε συμβεί ακριβώς την προηγούμενη μέρα του ναυαγίου, με συνέπεια η ελκτική δύναμη του Ήλιου πάνω στη Γη να είναι ιδιαίτερα αυξημένη.
Οι πιθανότητες να συμπέσουν όλες αυτές μαζί οι συνθήκες, θεωρούνται αστρονομικές, κυριολεκτικά και μεταφορικά, με συνέπεια να μεγιστοποιηθεί τελικά η ελκτική δύναμη πάνω στους ωκεανούς της Γης, να ενταθεί η παλίρροια και να διευκολυνθεί η απόσπαση των παγόβουνων της Γροιλανδίας, που πλέον άρχισαν να ταξιδεύουν προς το νότο. Υπό κανονικές συνθήκες, τα μεμονωμένα αυτά παγόβουνα συνήθως κολλάνε για χρόνια στα ρηχά νερά έξω από τον Καναδά, όμως αυτή τη φορά η ενισχυμένη παλίρροια τα διευκόλυνε να ξεκολλήσουν πάλι και να ταξιδέψουν γρήγορα ακόμα πιο νότια, όπου μετά από περίπου τρεις μήνες έμελε να συναντήσουν τον αμέριμνο Τιτανικό.
Ο έμπειρος καπετάνιος Έντουαρντ Σμιθ του Τιτανικού, ο οποίος ήξερε πολύ καλά τα νερά του Βόρειου Ατλαντικού, αγνόησε τις προειδοποιήσεις ότι θα βρει παγόβουνα στη διαδρομή, απλούστατα γιατί ποτέ δεν περίμενε ότι θα συναντούσε τόσα πολλά και μεγάλα βουνά πάγου, καθώς δεν μπορούσε να ξέρει ότι η παλίρροια ήταν ασυνήθιστα ισχυρή και τα είχε ξεκολλήσει.
Όμως δεν φαίνεται η νέα θεωρία να πείθει όλους τους επιστήμονες. Για παράδειγμα, ο σεισμολόγος Τζον Βιντάλε του πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον, που έχει μελετήσει τη σχέση ανάμεσα στις ωκεάνιες παλίρροιες και στη σεισμική δραστηριότητα, θεωρεί υπερβολική την αστρονομική διάσταση του ναυαγίου, καθώς, όπως δήλωσε, δεν έχει υπολογισθεί πόσο μεγάλη ήταν η αύξηση της παλίρροιας το 1912. Εξάλλου, όπως είπε, φαίνεται τραβηγμένο να υποστηρίξει κανείς ότι λίγες ώρες μεγάλης παλίρροιας και μάλιστα πριν από τρεις τουλάχιστον μήνες ήταν αρκετές για να έχουν μια τόσο δραματική συνέπεια.