Η Διεθνής Εκστρατεία για την Κατάργηση των Πυρηνικών Όπλων (ICAN), η οποία τιμήθηκε σήμερα με το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης, διεξάγει έναν άοκνο αγώνα για την απαγόρευση και την εξάλειψη των όπλων αυτών, που αναμφίβολα απειλούν σήμερα όσο ποτέ άλλοτε εδώ και δεκαετίες.
Η ICAN, ένας διεθνής συνασπισμός που συνασπίζει σε περίπου εκατό χώρες εκατοντάδες οργανώσεις, ανθρωπιστικές, περιβαλλοντικές, για την προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων, ειρηνιστικές και για την ανάπτυξη, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου εδώ και δέκα χρόνια ζητώντας «την εξάλειψη» των πυρηνικών όπλων.
Η επίμονη αυτή μάχη επέτρεψε στην οργάνωση να επιτύχει μια σημαντική νίκη τον Ιούλιο στον ΟΗΕ, όταν μια πενηνταριά χώρες ξεκίνησαν την υπογραφή μιας συνθήκης που απαγορεύει τα ατομικά όπλα.
Η εμβέλεια της συνθήκης παραμένει ακόμη συμβολική, επειδή το κείμενο μποϊκοτάρουν οι εννέα πυρηνικές δυνάμεις (ΗΠΑ, Ρωσία, Βρετανία, Γαλλία, Κίνα, Ινδία, Πακιστπάν, Ισραήλ και Βόρεια Κορέα), που διαθέτουν συνολικά περίπου 15.000 πυρηνικά όπλα.
Εξάλλου η εμβέλεια της συνθήκης παραμένει προς το παρόν περιορισμένη επειδή θα τεθεί σε ισχύ μόλις θα έχει επικυρωθεί από 50 χώρες.
«Δεν έχουμε ακόμη τελειώσει. Η δουλειά δεν θα έχει τελειώσει όσο θα υπάρχουν πυρηνικά όπλα», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο η Μπέατρις Φιν που διευθύνει την ICAN.
Όπως μετέδωσε το Αθηναϊκό Πρακτορείο, η πρόσφατη αύξηση των εντάσεων ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Βόρεια Κορέα γύρω από το βορειοκορεατικό πυρηνικό πρόγραμμα είναι γι’ αυτήν ένα «σήμα συναγερμού».
«Τα πυρηνικά όπλα μπορούν να οδηγήσουν τον κόσμο κυριολεκτικά στο τέλος του», δήλωσε η Φιν.
«Ιστορική επιτυχία»
Η ICAN, η οποία συγκροτήθηκε επισήμως το 2007 στη Βιέννη, στο περιθώριο μιας διεθνούς διάσκεψης της Συνθήκης Μη Διάδοσης των Πυρηνικών Όπλων, συνάσπισε στην υπόθεσή της τους ακτιβιστές όλου του κόσμου, αλλά και διασημότητες.
Ο νοτιοαφρικανός αρχιεπίσκοπος και νομπελίστας της Ειρήνης Ντέσμοντ Τούτου, ο μουσικός της τζαζ Χέρμπι Χάνκοκ ή ο Δαλάι Λάμα είναι μεταξύ αυτών που υποστηρίζουν την οργάνωση, η έδρα της οποίας βρίσκεται στα κτίρια του Οικουμενικού Συμβουλίου Εκκλησιών στη Γενεύη, κοντά στον ΟΗΕ.
Ενώ πριν από δέκα χρόνια το αντιπυρηνικό κίνημα εξακολουθούσε να είναι κατακερματισμένο, η ICAN κατάφερε να κάνει τους ακτιβιστές να δουλέψουν μαζί με έναν κοινό στόχο: την απαγόρευση και την εξάλειψη των πυρηνικών όπλων, όπως για παράδειγμα έχουν ήδη απαγορευθεί τα βιολογικά όπλα ή οι νάρκες κατά προσωπικού.
Οι προσπάθειες αυτές απέδωσαν τον Ιούλιο με την υιοθέτηση από 122 χώρες της νέας συνθήκης που απαγορεύει τα πυρηνικά όπλα, παρά την άγρια αντίσταση των ΗΠΑ και άλλων πυρηνικών δυνάμεων.
Για την Φιν, αυτό το «σημείο εκκίνησης» είναι μια «αληθινή ιστορική επιτυχία».
«Όσο περισσότερο καταφέρνουμε να ενώσουμε τις χώρες (…) τόσο περισσότερο η κοινή γνώμη θα αλλάξει και θα πιστεύει πως αυτό είναι απαράδεκτο» και «τόσο περισσότερο δύσκολο θα είναι για τα κράτη που διαθέτουν πυρηνικά όπλα να υποστηρίξουν τη θέση τους», εκτιμά.
«Γενικευμένος λιμός»
Τα θέματα αυτά δεν αφορούν μόνο τις πυρηνικές δυνάμεις. Σύμφωνα με την ICAN, πέντε ευρωπαϊκές χώρες φιλοξενούν στο έδαφός τους αμερικανικά πυρηνικά όπλα, βάσει μιας συμφωνίας για την κατανομή των πυρηνικών μέσα στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ.
Εξάλλου λίγο περισσότερες από είκοσι άλλες χώρες δηλώνουν πως εξαρτώνται από τα αμερικανικά πυρηνικά όπλα για την ασφάλειά τους, σύμφωνα με την ICAN. Χωρίς να υπολογίσουμε ότι ορισμένες χώρες διαθέτουν πυρηνικούς αντιδραστήρες ή πειραματικούς αντιδραστήρες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν πέραν της πολιτικής χρήσης τους για την παραγωγή όπλων.
Οποιαδήποτε χρήση πυρηνικών όπλων θα είχε καταστροφικές συνέπειες, οι οποίες θα μπορούσαν να καταστήσουν ανίσχυρες τις ανθρωπιστικές οργανώσεις, υπογραμμίζει η ICAN.
«Μία μόνο πυρηνική βόμβα που θα εκρήγνυτο σε μια μεγάλη πόλη θα μπορούσε να σκοτώσει εκατομμύρια ανθρώπους. Η χρήση δεκάδων ή εκατοντάδων τέτοιων βομβών θα αναστάτωνε ριζικά το παγκόσμιο κλίμα, θα επέφερε έναν γενικευμένο λιμό», προειδοποιεί η ICAN στον ιστότοπό της.
Ταυτόχρονα τα προγράμματα που είναι αφιερωμένα στα πυρηνικά όπλα αφαιρούν, σύμφωνα με τους ακτιβιστές, δημόσια κεφάλαια από την κοινωνική ασφάλιση, την παιδεία, τη βοήθεια σε θύματα καταστροφών και από άλλες ουσιαστικές υπηρεσίες.
Οι εννέα χώρες που διαθέτουν πυρηνικά όπλα δαπανούν περισσότερα από 105 δισεκ. δολάρια κάθε χρονο για να εξασφαλίζουν τη συντήρηση και τον εκσυγχρονισμό των πυρηνικών οπλοστασίων τους, σύμφωνα με την ICAN, η οποία χρηματοδοτείται από ιδιώτες δωρητές και από συνεισφορές της ΕΕ και κρατών, μεταξύ των οποίων η Νορβηγία, η Ελβετία, η Γερμανία και το Βατικανό. Ο ετήσιος προϋπολογισμός της οργάνωσης πλησιάζει το ένα εκατομμύριο δολάρια.