Την απόρριψη της προσφυγής Ουγγαρίας και Σλοβακίας κατά του προγράμματος μετεγκατάστασης προσφύγων εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης εισηγείται ο Γενικός Εισαγγελέας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Πρόκειται για δύο χώρες που δεν έχουν συμμετάσχει στην υποδοχή των προσφύγων, με την Ουγγαρία να μην έχει δεχθεί στο έδαφος της κανέναν πρόσφυγα από την ποσόστωση που αναλογεί, και τη Σλοβακία να έχει δεχθεί μόνο 16.
Η υποχρεωτική μετεγκατάσταση των αιτούντων άσυλο αποτελεί «αναλογικό μέσο, που δίνει την δυνατότητα» στην Ελλάδα και την Ιταλία να αντιμετωπίσουν την προσφυγική κρίση, αναφέρεται στην εισήγηση του Γενικού Εισαγγελέα Ιβ Μποτ.
Οι δύο χώρες προσέφυγαν νομικά στο Δικαστήριο και ζητούν να χαρακτηριστεί παράνομο το πρόγραμμα ποσοστώσεων και ανακατανομής των προσφύγων μέσα στην Ε.Ε., όπως είχε αποφασιστεί το 2015.
Εκπρόσωποι των δύο χωρών είχαν χαρακτηρίσει παράνομη και εκτός κοινοτικού Δικαίου την κατανομή των αιτούντων άσυλο.
Ο γενικός εισαγγελέας θεωρεί ότι η απόφαση του Συμβουλίου των υπουργών της Ε.Ε., μολονότι δεν εκδόθηκε σύμφωνα με τις νομοθετικές διαδικασίες που προβλέπει η Συνθήκη Λειτουργίας της Ε.Ε., θα πρέπει να χαρακτηριστεί ως νομοθετική πράξη. Σύμφωνα με τη γνωμοδότησή του, το άρθρο 78, παράγραφος 3 της Συνθήκης επιτρέπει τη θέσπιση μέτρων τα οποία, προκειμένου να αντιμετωπίσουν σαφώς προσδιορισμένη επείγουσα κατάσταση. Ο γενικός εισαγγελέας τονίζει ότι η διάταξη αυτή επιτρέπει στο Συμβούλιο να εκδίδει κάθε προσωρινό μέτρο το οποίο κρίνει απαραίτητο για την αντιμετώπιση μεταναστευτικής κρίσης. Θεωρεί επίσης πως η απόφαση για τις ποσοστώσεις «συμβάλλει αυτομάτως στην άμβλυνση της σημαντικής πίεσης που ασκήθηκε στο ελληνικό και το ιταλικό σύστημα ασύλου συνεπεία της μεταναστευτικής κρίσης του καλοκαιριού του 2015 και επομένως είναι κατάλληλη για την επίτευξη του σκοπού τον οποίο επιδιώκει».
Τέλος, ο γενικός εισαγγελέας υπογραμμίζει ότι η μη εκτέλεση της απόφασης από ορισμένα κράτη μέλη (όπως η Σλοβακία και η Ουγγαρία) «αντιβαίνει στην υποχρέωση αλληλεγγύης και δίκαιης κατανομής των ευθυνών την οποία υπέχουν τα κράτη μέλη στον τομέα της πολιτικής ασύλου». Σημειώνεται ότι οι αποφάσεις του εισαγγελέα δεν δεσμεύουν το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Η απόφαση είχε ληφθεί το φθινόπωρο του 2015, στην κορύφωση της προσφυγικής κρίσης, και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο είχε καταλήξει σε πρόγραμμα επανεγκατάστασης 120.000 αιτούντων άσυλο σε σύνολο 1,5 εκατομμυρίων προσφύγων και μεταναστών, οι οποίοι είχαν μπει στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Τσεχία, η Ουγγαρία, η Ρουμανία και η Σλοβακία είχαν μειοψηφήσει στην απόφαση και δύο εξ αυτών, η Ουγγαρία και η Σλοβακία, αποφάσισαν να θέσουν σε αμφισβήτηση τη νομική ισχύ της απόφασης, προσφεύγοντας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Τις θέσεις των δύο χωρών στηρίζει και η νέα κυβέρνηση της Πολωνίας, με Πολωνό εκπρόσωπο να δηλώνει στο Δικαστήριο ότι η αποδοχή των προσφύγων στο έδαφος της χώρας του θα μπορούσε να αποτελέσει απειλή για την εθνική ασφάλεια.
Όπως εξηγεί το ΑΜΠΕ, σήμερα η Ε.Ε. είναι χωρισμένη σε δύο στρατόπεδα. Το Συμβούλιο, με την υποστήριξη της Γερμανίας, της Γαλλίας της Σουηδίας του Λουξεμβούργου, του Βελγίου, της Ιταλίας, της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, υπογραμμίζει τη σημασία της διατήρησης της αλληλεγγύης ως θεμελιώδους αρχής και την ανάγκη να μην τεθεί σε αμφισβήτηση. Από την άλλη οι χώρες που προσέφυγαν στο ΕΔΕΕ προσδοκούσαν ο Γενικός Εισαγγελέας του Δικαστηρίου Ιβ Μποτ να γνωμοδοτήσει σήμερα υπέρ της προσφυγής και για λόγους εσωτερικής πολιτικής. Η οριστική απόφαση πάντως αναμένεται πριν το τέλος του έτους.
Ας σημειωθεί ότι εάν το ΕΔΕΕ αποφασίσει ότι οι ποσοστώσεις (quotas) παραβιάζουν το κοινοτικό Δίκαιο της Ε.Ε όπως ισχυρίζεται η Ουγγαρία και η Σλοβακία τότε η πολιτική της Ε.Ε απέναντι στην προσφυγική κρίση θα δημιουργήσει ένα μεγαλύτερο αδιέξοδο στο πολύπλευρο πλαίσιο εντάσεων μεταξύ των κρατών μελών. Σύμφωνα με κοινοτικούς αξιωματούχους, για την Ελλάδα θα σημάνει οριστικό εγκλωβισμό των πάνω από 50.000 προσφύγων και μεταναστών που βρίσκονται στη χώρα.
Για το θέμα αυτό αναμένεται να τοποθετηθεί και ο αρμόδιος Επίτροπος για την μετανάστευση και Εσωτερικών Υποθέσεων Δημήτρης Αβραμόπουλος σε συνέντευξη τύπου που έχει προγραμματισθεί το μεσημέρι.