Συνεχίζονται οι ζυμώσεις και διεργασίες, στα πλαίσια της προσπάθειας ανάθεσης σχηματισμού κυβέρνησης στον οικονομολόγο Μάριο Μόντι.

Ο γραμματέας του Δημοκρατικού Κόμματος, Πιερλουίτζι Μπερσάνι, τονίζει ότι «πρώτα από όλα μάς ενδιαφέρει η Ιταλία και μετά έρχεται η όποια συμμαχία» και ότι» για το λόγο αυτό, το κόμμα του στηρίζει την λύση του πρώην ιταλού επιτρόπου».

Μετά από δυο ημέρες αρνητικών τοποθετήσεων, ο επικεφαλής του επίσης κεντροαριστερού κόμματος,, «Ιταλία των Αξιών», Αντόνιο Ντι Πιέτρο, δήλωσε ότι «θα προσφέρει στον Μόντι την υποστήριξη του κόμματος του, ενός κόμματος που επιθυμεί να γίνουν οι μεταρρυθμίσεις και να ξαναποκτήσουν αξιοπρέπεια οι θεσμοί». Ο Ντι Πιέτρο, πάντως, πρόσθεσε ότι «δεν θα στηρίξει την νέα κυβέρνηση εκ θέσεως , αν δεν έχει γνώση του τί πρόκειται να γίνει».

Στην κεντροδεξιά, η πλειοψηφία του κόμματος του Σίλβιο Μπερλουσκόνι «Λαός της Ελευθερίας», συνεχίζει να τάσσεται υπέρ της κυβέρνησης Μόντι.

Μέρος, όμως, των πρώην ακροδεξιών βουλευτών, που προέρχονται από το κόμμα «Κοινωνικό Κίνημα», προτιμούν την λύση των πρόωρων εκλογών.

Σύμφωνα με τον ιταλικό Τύπο, στη βουλή σήμερα το απόγευμα, η ένταση μεταξύ των δυο αυτών ομάδων του μπερλουσκονικού κόμματος έφτασε σε πολύ υψηλό επίπεδο: ο υπουργός εσωτερικών, Φράνκο Φραττίνι (υπέρ της κυβέρνησης εθνικής ενότητας), μιλώντας με δημοσιογράφο, φέρεται να αποκάλεσε «φασίστα» τον υπουργό άμυνας, Ινιάτσιο Λα Ρούσσα, ακροδεξιών πολιτικών καταβολών.

Ο Λα Ρούσσα, σύμφωνα με την εφημερίδα Λα Ρεπούμπλικα, απάντησε: «ποιος Φραττίνι, αυτός που διαβάζει και υπερασπίζεται την αριστερή εφημερίδα Μανιφέστο;»

Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, πάντως, διέψευσε ότι το συμβάν έλαβε χώρα. Σύμφωνα με τα βραδινά δελτία ειδήσεων των ιταλικών καναλιών, τέλος, ο Μάριο Μόντι θα επιθυμούσε μια ολιγομελή κυβέρνηση, δώδεκα, πιθανώς, υπουργών, με «προφίλ» τεχνοκρατών. Αν υπάρξει μια ευρεία συναίνεση (συμπεριλαμβανομένου και του κόμματος του Καβαλιέρε) ο νέος ισόβιος γερουσιαστής και πρώην ευρωπαίος επίτροπος, μπορεί να λάβει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης, ήδη την Κυριακή.

Αν, όμως, δεν δοθεί η συγκατάθεση από τα μεγαλύτερα κόμματα, όλα δείχνουν ότι θα προτιμήσει να παραμείνει επικεφαλής του έγκυρου πανεπιστημίου «Μποκκόνι» του Μιλάνου.