Το ναυάγιο του Τιτανικού και η καταστροφή του αερόπλοιου Χίντεμπουργκ μετατράπηκαν σε ζοφερά ορόσημα του 20ού αιώνα, όταν η ανθρώπινη αλαζονεία έβαλε να δαμάσει γη, αέρα και νερό χωρίς να καλοσκεφτεί τους κινδύνους που εγκυμονούσαν στα φιλόδοξα όνειρά της.
Οι τραγωδίες αυτές σιγούρεψαν τη θέση τους στην Ιστορία λειτουργώντας ως τραγικές υπομνήσεις μιας άλλης εποχής, τότε που η ανθρωπότητα έκανε τα πρώτα μεγάλα και αγέρωχα βήματά της σε όρους μαζικών μεταφορών, προσπαθώντας να φέρει τον κόσμο κοντύτερα από ποτέ.
Εξίσου διαβόητα δυστυχήματα ταρακούνησαν όμως συθέμελα τον προηγούμενο αιώνα, παρά το γεγονός ότι πέρασαν στα «ψιλά» της παγκόσμιας ιστορίας. Καθένα μάλιστα από αυτά θα έκανε ευθύς αμέσως τον κόσμο μας ένα σαφώς πιο ασφαλές μέρος…
Η τραγωδία του Iolaire
Ήταν Πρωτοχρονιά του 1919, δύο μήνες μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου, όταν οι βρετανοί στρατιώτες που είχαν επιβιώσει από τα αιματοβαμμένα μέτωπα του πολέμου επέστρεφαν στη θαλπωρή των οικογενειών τους στο σκοτσέζικο νησί Λιούις και Χάρις. Αν και η μοίρα είχε άλλα στον νου της, καθώς οι άντρες δεν θα ξαναντίκριζαν τους αγαπημένους τους παρά το λιγότερο από ένα χιλιόμετρο που τους χώριζε από αυτούς.
Το Iolaire («αετός» στα κέλτικα) είχε κατασκευαστεί το 1881 ως υπερπολυτελής θαλαμηγός, αν και στα χρόνια του Μεγάλου Πολέμου ντύθηκε με κανόνια εκτελώντας περιπόλους και ψάχνοντας για αδέσποτα υποβρύχια. Την ίδια στιγμή, η νήσος Λιούις και Χάρις είχε δει το 1/5 του πληθυσμού των 30.000 κατοίκων της να ξεπαστρεύεται στη διάρκεια του πολέμου, κι έτσι μόνο χαρούμενη ήταν που επέστρεφαν οι (τυχεροί που ήταν ακόμα ζωντανοί) φαντάροι της πάνω στην ώρα για την Πρωτοχρονιά.
Παρά το γεγονός ότι το καράβι ήταν σχεδιασμένο να μεταφέρει το πολύ 100 ανθρώπους, διαθέτοντας μόλις 80 σωσίβια και δύο σωσίβιες λέμβους, τη μοιραία εκείνη μέρα περισσότεροι από 300 φαντάροι είχαν στριμωχθεί στο κατάστρωμά του, όταν το πλοίο χτύπησε σε ξέρες στην μπούκα του λιμανιού, λόγω της πυκνής ομίχλης. Το Iolaire βυθίστηκε λιγότερο από 1 χιλιόμετρο μακριά από την ακτή, στέλνοντας 205 ανθρώπους στον υγρό τάφο. Κάπου 39 κατάφεραν να κολυμπήσουν ως τις ακτές και άλλοι 40 σώθηκαν από έναν θαρραλέο στρατιώτη που έφτιαξε μια αυτοσχέδια κατασκευή από τριχιά.
Ένα μνημείο στέκει σήμερα στην μπούκα του λιμανιού υπενθυμίζοντας την τραγική ειρωνεία των στρατιωτών που επιβίωσαν από τον πόλεμο για να χαθούν έξω από το σπίτι τους…
Η καταστροφή του «αμερικανικού Χίντενμπουργκ»
Ακολουθώντας το παράδειγμα του περίλαμπρου Χίντενμπουργκ, οι ΗΠΑ κατασκεύασαν δύο αντίστοιχα ζέπελιν γεμάτα με ήλιο, με μήκος στα 239 μέτρα και αυτονομία πτήσης μεγαλύτερη από 16.900 χιλιόμετρα! Το πρώτο εξ αυτών, το USS Akron, ήταν μια παραγγελία του αμερικανικού Ναυτικού το 1931 με σκοπό να παρέχει κατασκοπευτικές υπηρεσίες στον στόλο. Έπειτα από τα επιτυχημένα δοκιμαστικά του, το αερόπλοιο εξοπλίστηκε με ειδική πλατφόρμα για προσγείωση και απογείωση μικρών αναγνωριστικών διπλάνων.
Και τότε, σε μια αποστολή ρουτίνας, χτύπησε η καταστροφή: ήταν τις πρώτες πρωινές ώρες της 4ης Απριλίου 1933, λίγο έξω από τα ανοιχτά του Νιου Τζέρσεϊ, όταν μια ξαφνική καταιγίδα έκανε το αερόπλοιο να προσκρούσει στη θάλασσα με την ουρά του. Το Akron διαλύθηκε αμέσως και τότε φάνηκε η επιχειρησιακή του ανετοιμότητα, καθώς είχε μόλις μία σωσίβια λέμβο και απολύτως κανένα σωσίβιο! Κάτι που περιόρισε δραματικά τις όποιες πιθανότητες του πληρώματος να επιβιώσει του δυστυχήματος: από τους 76 άντρες που επέβαιναν στο ζέπελιν, οι 73 πνίγηκαν στα μανιασμένα νερά.
Παρά τις κακές καιρικές συνθήκες, ο κυβερνήτης του ζέπελιν κατηγορήθηκε για το δυστύχημα, καθώς πετούσε πολύ χαμηλά και δεν έλαβε υπόψη του το τεράστιο μέγεθος του αερόπλοιου στον ελιγμό του να ανέβει ψηλότερα. Όσο για το γιγαντιαίο αδελφάκι του Akron, το USS Macon, χάθηκε επίσης στα ανοιχτά της Καλιφόρνια το 1935, αν και εδώ ευτυχώς μόλις 2 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, κάτι που ανάγκασε τις ΗΠΑ να σταματήσουν άμεσα τη δική τους εποχή των αερόπλοιων…
Το MV Wilhelm Gustloff και η επιχείρηση εκκένωσης της Πρωσίας
Η ναζιστική Γερμανία εφάρμοσε ένα εκτεταμένο κρατικό πρόγραμμα ελεύθερου χρόνου για να δείξει στους πολίτες της τα καλά του να ζεις σε ένα καθεστώς εθνικοσοσιαλισμού. Η εργατιά της Γερμανίας πήγαινε τώρα κρουαζιέρες με το MV Wilhelm Gustloff και το πρόγραμμα έφτασε να γίνει ο μεγαλύτερος ταξιδιωτικός φορέας του κόσμου εκεί στη δεκαετία του 1930.
Όλα αυτά βέβαια θα έληγαν όταν θα ξεσπούσε ο Β’ Παγκόσμιος, όταν το Wilhelm Gustloff πήρε μέρος το 1945 στη γιγαντιαία επιχείρηση εκκένωσης του γερμανικού πληθυσμού της Πρωσίας εξαιτίας της προέλασης του Κόκκινου Στρατού: περισσότεροι από 1 εκατ. πολίτες και στρατιωτικό προσωπικό ήταν να εγκαταλείψουν τα εδάφη και κάπου 10.000 άνθρωποι (μεταξύ αυτών και 4.000 παιδιά) στριμώχθηκαν στο κρουαζιερόπλοιο αναζητώντας ασφαλές καταφύγιο στα δυτικά. Όσο για το Wilhelm Gustloff, μπορούσε να μεταφέρει μόλις 1.800 ανθρώπους.
Το κρουαζιερόπλοιο απέπλευσε στις 30 Ιανουαρίου 1945, παρά την αντίθετη στρατιωτική γνώμη που καλούσε σε πλεύση κοντά στην ακτή και με όλα τα φώτα σβηστά. Αντιθέτως, ο καπετάνιος του βγήκε στα ανοιχτά και με όλα τα φώτα αναμμένα, για να μην έχει αναπάντεχες συναντήσεις με τα γερμανικά πολεμικά πλοία που επιχειρούσαν στην περιοχή. Ήταν η μοιραία απόφαση.
Κι αυτό γιατί μπορεί το Gustloff να μετέφερε πολίτες, διέθετε ωστόσο αντιαεροπορικές συστοιχίες και στρατιωτικό προσωπικό, την ίδια στιγμή που δεν έφερε κανένα διακριτικό για την πολιτική αποστολή του. Ένα σοβιετικό υποβρύχιο S-13 δεν είχε λοιπόν κανέναν ενδοιασμό να πλήξει τον αστραφτερό του στόχο με τρεις ρουκέτες, προσυπογράφοντας τον χαμό. Παρά τις εκτεταμένες διασωστικές επιχειρήσεις, περισσότεροι από 9.000 άνθρωποι χάθηκαν στα παγωμένα νερά της Βαλτικής, κάτι που λογίζεται ως η μεγαλύτερη ναυτική τραγωδία. Περίπου 1.230 άνθρωποι βγήκαν ζωντανοί…
Το σιδηροδρομικό δυστύχημα Χάροου και Γουίλντστοουν
Η 8η Οκτωβρίου 1952 μνημονεύεται από τους Λονδρέζους ως η χειρότερη σιδηροδρομική τραγωδία της Αγγλίας σε καιρό ειρήνης: μόνο το σιδηροδρομικό δυστύχημα του Α’ Παγκοσμίου το 1915, όταν 227 σκοτσέζοι στρατιώτες που πήγαιναν στο μέτωπο σκοτώθηκαν, το ξεπερνά σε όρους καταστροφής. Το δυστύχημα Χάροου και Γουίλντστοουν περιλάμβανε μάλιστα τη σύγκρουση τριών τρένων, ένα τοπικό επιβατικό, ένα νυχτερινό εξπρές από το Περθ που είχε καθυστερήσει λόγω ομίχλης και ένα ακόμα εξπρές του Λονδίνου.
Ο μηχανοδηγός του συρμού από το Περθ δεν είδε, πιθανότατα λόγω ομίχλης, την κίτρινη προειδοποιητική σήμανση και δεν έκοψε ταχύτητα, πατώντας φρένο μόνο όταν ήδη πολύ αργά. Ένας συρμός ήταν αραγμένος στον σταθμό του Χάροου και Γουίλντστοουν περιμένοντας τον κόσμο να επιβιβαστεί, όταν δέχτηκε τον σφοδρό εμβολισμό του εξπρές από το Περθ με ταχύτητες μεγαλύτερες των 80 χλμ/ώρα, αν και το πράγμα δεν θα τέλειωνε δυστυχώς εδώ: το τρίτο εξπρές, που περνούσε από άλλη γραμμή του σταθμού με μεγάλη ταχύτητα, έπεσε πάνω στα συντρίμμια της αρχικής σύγκρουσης και εκτροχιάστηκε.
Συνολικά, 16 βαγόνια διαλύθηκαν ολοσχερώς, με τα 13 μάλιστα εξ αυτών να συμπυκνώνονται σε μια άμορφη μάζα μόλις 41 μέτρων μήκους, 16 μέτρων πλάτους και 9 μέτρων ύψους. Οι απώλειες εκτοξεύτηκαν σε 112 ανθρώπους και άλλοι 340 ήταν ο απολογισμός σε τραυματίες. Παρά το γεγονός ότι η απόδοση ευθυνών μόνο εύκολη δεν ήταν, το τριπλό δυστύχημα θεωρήθηκε ότι ήταν αποτέλεσμα των κακών καιρικών συνθηκών και του πανταχού παρόντος ανθρώπινου παράγοντα. Το μαύρο δυστύχημα οδήγησε σε άμεση αναβάθμιση του προειδοποιητικού συστήματος των βρετανικών σιδηροδρόμων, εισάγοντας την αυτόματη εφαρμογή των φρένων σε καταστάσεις επείγουσας ανάγκης…
Η σιδηροδρομική έκρηξη της Ούφα
Η δεκαετία του 1980 ήταν μια δύσκολη περίοδος για τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, ο οποίος προσπαθούσε να κρατήσει όρθιο το κομμουνιστικό οικοδόμημα σε πείσμα των καιρών, αν και μια σειρά από καταστροφές και τραγωδίες θα αποδείκνυαν με τον πλέον ζοφερό τρόπο πόσο παλιές και επικίνδυνες ήταν οι υποδομές της ΕΣΣΔ. Ένα τέτοιο δυστύχημα θα λάμβανε χώρα στις 4 Ιουνίου 1989, όταν δύο επιβατικά τρένα με εκατοντάδες επιβάτες πλησίαζαν στον σταθμό της πόλης Ούφα, στους πρόποδες των Ουραλίων.
Τα τρένα δεν συγκρούστηκαν, καθώς κινούνταν σε διαφορετικές γραμμές, συνάντησαν όμως στο διάβα τους ένα εξαιρετικά εύφλεκτο νέφος αερίων (προπάνιο, βουτάνιο και υδρογονάνθρακες υψηλής πίεσης) που διέρρεαν από κοντινό αγωγό. Οι σπίθες από τα φρένα των δύο συρμών πυροδότησαν την αέρια λαίλαπα, καταλήγοντας σε μια πελώρια έκρηξη: 7 βαγόνια μετατράπηκαν σε στάχτες, την ίδια ώρα που 37 ακόμα κάηκαν σχεδόν ολοσχερώς.
Ο θλιβερός απολογισμός εκτοξεύτηκε σε περισσότερες από 500 απώλειες, με πολλές εξ αυτών να είναι σχολιαρόπαιδα που επέστρεφαν από εκδρομή στη Μαύρη Θάλασσα. Από την ισχυρότατη έκρηξη κάηκαν τα πάντα σε μια ακτίνα 4 χιλιομέτρων. Οι υπεύθυνοι του αγωγού επέδειξαν εγκληματική αμέλεια, καθώς αντί να ελέγξουν την πτώση της πίεσης που προκλήθηκε από τη διαρροή, εκείνοι το μόνο που έκαναν ήταν να αυξήσουν την πίεση στον αγωγό, καταλήγοντας σε ένα τεράστιο νέφος προπανίου να ταξιδεύει κατά μήκος των σιδηροδρομικών ραγών.
Ο ίδιος αγωγός μάλιστα είχε σημειώσει περισσότερες από 50 διαρροές μέσα στα τρία προηγούμενα χρόνια, αν και αυτό δεν ήταν όλο το σκηνικό της φρίκης: οι ελεγκτές της σιδηροδρομικής κυκλοφορίας δεν είχαν εξουσιοδότηση να σταματούν τα τρένα του υπερσιβηρικού ακόμα και σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης…