Θα ήθελε να υπάρξει μία συμφωνία ανάμεσα στην Ελλάδα και στην Τουρκία για να μπορεί κανείς να στέλνει πίσω τους ανθρώπους, και αυτό θα ήταν το μήνυμα, ότι δηλαδή δεν έχει νόημα κάποιος να ανέβει σε μία βάρκα τη στιγμή που θα τον γυρίσουν πίσω, τονίζει ο ομοσπονδιακός καγκελάριος της Αυστρίας Βέρνερ Φάιμαν, σε σημερινή συνέντευξή του στην αυστριακή εφημερίδα «Κουρίρ», σημειώνοντας πως ένας ρεαλιστικός στόχος της επικείμενης Συνόδου Κορυφής της ΕΕ για το προσφυγικό θα ήταν να υπάρξει από την Τουρκία μία ενισχυμένη δράση της απέναντι στους διακινητές προσφύγων.
Σε ερώτηση αν η Ελλάδα πρέπει να αποκλειστεί από τη Ζώνη Σένγκεν, ο Αυστριακός καγκελάριος απαντά ότι δεν θεωρεί κατάλληλο τον όρο «αποκλεισμός» και σημειώνει πως εάν η Ελλάδα δεν είναι σε θέση να διασφαλίσει τα εξωτερικά σύνορα, τότε το ζήτημα θα έχουν να αντιμετωπίσουν η ΠΓΔΜ, η Κροατία και η Σλοβενία, ωστόσο ο ίδιος δεν μπορεί να φανταστεί ότι η ΠΓΔΜ, που δεν είναι στην ΕΕ, είναι το εξωτερικό σύνορό της.
Στη συνέντευξή του ο καγκελάριος αναφέρει πως σε σχέση με την κατανομή των προσφύγων στην Ευρώπη είναι στην ίδια γραμμή με τη Γερμανία και τη Σουηδία, ενώ σε σχέση με τη διασφάλιση των συνόρων, αν δεν λειτουργούν τα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ, το αποκαλούμενο «Σχέδιο Β», ο ίδιος είναι και με τις χώρες της Ομάδας του Βίζεγκραντ.
Διευκρινίζοντας ταυτόχρονα (σ.σ.: και υπονοώντας προφανώς τον Ούγγρο πρωθυπουργό Βίκτορ Ορμπάν), πως δεν δέχεται να συγκρίνεται με κάποιον που δεν δέχεται πρόσφυγες, που δεν μεριμνά σωστά για αυτούς και που δεν παρέχει δίκαιη διαδικασία, ο Β. Φάιμαν επισημαίνει πως η Αυστρία έδωσε το καλό παράδειγμα την προηγούμενη χρονιά και δέχθηκε πάνω από 90.000 αιτήσεις ασύλου, δηλαδή σε ποσοστό πάνω από το 1% του πληθυσμού της, ενώ έχει αποφασίσει να δεχθεί ένα επιπλέον 1,5% μέσα στα επόμενα τέσσερα χρόνια.
Ο ίδιος αρνείται ότι έχει διαρραγεί η σχέση με τη Γερμανία και τονίζει πως αυτή συνεχίζει να είναι καλή και πολύ φιλική, ωστόσο, όπως παρατηρεί, μία κυβέρνηση πρέπει να παίρνει αποφάσεις με βάση την πραγματικότητα στη χώρα για την οποία έχει την ευθύνη και αυτό έχει πράξει η αυστριακή κυβέρνηση κάνοντας βήματα που ο ίδιος πιστεύει πως θα κάνει και η Γερμανία, ενώ είναι προσωπικά πεπεισμένος ότι σύντομα θα υπάρχει πάλι μεταξύ τους μία αρμονία.
Σύμφωνα με τον Αυστριακό καγκελάριο, θα πρέπει κανείς να είναι προετοιμασμένος και στις συνοριακές διαβάσεις άλλων χωρών, όπως η Σλοβενία, η Κροατία και η ΠΓΔΜ, κατά τέτοιο τρόπο, ως να μη διασφαλίζονταν επαρκώς και εγκαίρως τα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ, και βέβαια θα είναι πολύ καλύτερα αν κάτι τέτοιο δεν χρειαστεί τελικά.
Απαντώντας στο ερώτημα αν υπάρχουν προετοιμασίες για κλείσιμο όλων των συνόρων, παρατηρεί ότι όποιος δεν έχει διαβατήριο, δεν έχει βίζα, δεν έχει δικαίωμα ασύλου, δεν δικαιούται να εισέλθει στη χώρα και σε αυτό πρέπει κανείς να είναι προετοιμασμένος.
Σε άλλο σημείο της συνέντευξής του ο καγκελάριος υπενθυμίζει ότι από πολύ νωρίς ο ίδιος είχε ζητήσει την περικοπή των κοινοτικών πόρων προς τις χώρες που δεν είναι πρόθυμες να εφαρμόσουν τις αποφάσεις της ΕΕ για το προσφυγικό.
Σχολιάζοντας τέλος, τα αποτελέσματα δημοσκόπησης που φέρει το 79% των Ευρωπαίων να υποστηρίζουν μία δίκαιη κατανομή των προσφύγων στην Ευρώπη, σημειώνει ότι θα ήταν πολύ καλό αν αυτό αληθεύει, ωστόσο ο ίδιος είναι προσεκτικός με τέτοιες δημοσκοπήσεις και συμπληρώνει πως οι φόβοι στην Ευρώπη είναι πολύ μεγάλοι και ο ίδιος καταδικάζει εκείνους τους πολιτικούς που υποδαυλίζουν το μίσος, καθώς, όπως τονίζει, μίσος και βία βρίσκονται πολύ κοντά μεταξύ τους.
Ο Αυστριακός καγκελάριος, ως συντονιστής των 28 ηγετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο θέμα αντιμετώπισης της προσφυγικής κρίσης, καλεί, για δεύτερη φορά μέσα σε δύο μήνες, σε μία «μίνι» Σύνοδο Κορυφής για το προσφυγικό, το μεσημέρι της Πέμπτης στις Βρυξέλλες, πριν από την έναρξη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, στο επίκεντρο του οποίου θα βρεθεί η αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης.
Στη συνάντηση στην οποία καλεί ο κ. Φάιμαν, θα συμμετάσχουν οι ηγέτες από Αυστρία, Βέλγιο, Γερμανία, Ελλάδα, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Πορτογαλία, Σλοβενία, Σουηδία και Φινλανδία, καθώς επίσης και ο Τούρκος πρωθυπουργός Αχμέτ Νταβούτογλου, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ και ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Μάρτιν Σουλτς.