Η Κάμαλα Χάρις μπορεί να προηγούνταν στις δημοσκοπήσεις έναντι του Ντόναλντ Τραμπ μετά την τηλεμαχία τους, ωστόσο, ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών εμφανίζει πλέον 54% πιθανότητες να κερδίσει τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές.

Ο Economist εφάρμοσε ένα δικό του μοντέλο, το οποίο ανέπτυξε σε συνεργασία με ερευνητές του Πανεπιστημίου Κολούμπια, προκειμένου να προβλέψει το αποτέλεσμα της κάλπης, συνδυάζοντας δημοσκοπήσεις σε εθνικό και πολιτειακό επίπεδο με θεμελιώδη και κρίσιμα μεγέθη, όπως η κατάσταση της οικονομίας, τα ιστορικά πρότυπα ψηφοφορίας και τα δημογραφικά στοιχεία κάθε πολιτείας.

Το αποτέλεσμα που προέκυψε δείχνει τον Τραμπ με αυξημένα ποσοστά οκτώ μονάδων και κυρίως σε Πολιτείες που αναμένεται να κρίνουν το αποτέλεσμα, λόγω των εκλεκτόρων. Επίσης, η άνοδος καταγράφεται κυρίως μέσα στον Οκτώβριο, μήνα που δοκιμάστηκε η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ.

Οι επιθέσεις του Ισραήλ στον Λίβανο, το ταξίδι του Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο για να παρουσιάσει το σχέδιο νίκης της Ουκρανίας και ο φόβος για μαζικές απεργίες στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού (όπως στα λιμάνια) έδωσαν ώθηση στον Ρεπουμπλικανό.

Ορισμένοι αναλυτές υποστήριξαν ότι η άνοδος του Τραμπ οφείλεται σε κινητοποίηση ψηφοφόρων του κόμματός του, ενώ ορισμένοι πρότειναν πως πρόκειται για αναποφάσιστους, γι’ αυτό και επέλεξαν τι να ψηφίσουν τελευταία στιγμή.

Όπως και να έχει, η αναμέτρηση εξακολουθεί να παραμένει αμφίρροπη, καθώς πρόεδρος εκλέγεται εκείνος που συγκεντρώνει τους περισσότερους εκλέκτορες -καθορισμένος αριθμός σε κάθε Πολιτεία, μη μεταβαλλόμενος- και όχι εκείνος με τις πιο πολλές ψήφους. Έτσι, Τραμπ και Χάρις δίνουν αγώνα σε εργατικές, κυρίως, Πολιτείες και σε περιοχές με μειονότητες, ώστε να εξασφαλίσουν τη νίκη τους.