Σε εξέλιξη βρίσκεται ο δεύτερος γύρος των βουλευτικών εκλογών στη Γαλλία με τους Γάλλους να προσέρχονται στην κάλπη με το ερώτημα αν πρέπει να εμπιστευτούν την εξουσία στη Μαρίν Λεπέν.
Ενδεικτικό της κατάστασης που επικρατεί, είναι ότι 200 υποψήφιοι της αριστεράς και του κέντρου αποσύρθηκαν μετά τον πρώτο γύρο, ώστε να στηριχθούν εκείνοι του Εμανουέλ Μακρόν και να βγουν πρώτοι.
Οι πρώτοι Γάλλοι ξεκίνησαν να ψηφίζουν από το Σάββατο (6/7) στα υπερπόντια εδάφη και την Αμερική δίνοντας το εναρκτήριο λάκτισμα, ενώ στη Γαλλία οι κάλπες άνοιξαν σήμερα Κυριακή (7/7).
«Συγκατοίκηση» Μακρόν – Λεπέν
Στην Εθνοσυνέλευση που θα προκύψει από τις αυριανές κάλπες, ο ακροδεξιός Εθνικός Συναγερμός (RN) και οι σύμμαχοί του δεν συγκεντρώνουν αυτοδυναμία, βάσει των τελευταίων δημοσκοπήσεων. Μάλιστα υπολείπονται αρκετά από αυτή, εξασφαλίζοντας 170 έως 210 έδρες, με την απόλυτη πλειοψηφία να ορίζεται στους 289 βουλευτές.
Σύμφωνα με τις έρευνες, ακολουθούν σε κοντινή απόσταση η συμμαχία Νέο Λαϊκό Μέτωπο NFP (155 έως 185 έδρες) και κατόπιν η συμμαχία του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν (95 έως 125 έδρες).
Έτσι, εξετάζεται το σενάριο της «συγκατοίκησης», πράγμα που σημαίνει κυβέρνηση της Μαρίν Λεπέν με πρόεδρο τον Εμανουέλ Μακρόν. Αυτή η κατάσταση -κατά την οποία η διακυβέρνηση του έθνους βρίσκεται στα χέρια ενός προέδρου που εκπροσωπεί ένα κόμμα και ενός πρωθυπουργού και μιας κυβέρνησης που εκπροσωπεί ένα άλλο- έχει συμβεί τρεις φορές από την ίδρυση της Πέμπτης Δημοκρατίας το 1958.
Οι προηγούμενες περιπτώσεις «συγκατοίκησης» αφορούσαν πάντα τα κυρίαρχα κόμματα της Δεξιάς και της Αριστεράς. Ο σοσιαλιστής πρόεδρος, Φρανσουά Μιτεράν, βρέθηκε δύο φορές να μοιράζεται την εξουσία με συντηρητικούς πρωθυπουργούς: πρώτα με τον Εντουάρντ Μπαλαντούρ από το 1986 έως το 1988 και στη συνέχεια με τον Ζακ Σιράκ από το 1993 έως το 1995. Στη συνέχεια, όταν ο τελευταίος εξελέγη πρόεδρος, ήταν ομοίως δέσμιος μιας κυβέρνησης της αντιπολίτευσης υπό τον σοσιαλιστή πρωθυπουργό, Λιονέλ Ζοσπέν, έπειτα από μια παράτολμη απόφαση να διαλύσει την Εθνοσυνέλευση.
Δεδομένων των διαφορών στις πολιτικές αλλά και τις προσωπικότητες που εμπλέκονται, οι συνυπάρξεις αυτές δεν ήταν ποτέ ήπιες. Τόσο ο Μιτεράν όσο και ο Σιράκ χρησιμοποίησαν τις εξουσίες και το κύρος της προεδρίας, για να εκφράσουν την αντίθεσή τους στις αποφάσεις των πρωθυπουργών τους.
Ωστόσο, παρότι παζάρευαν και πίεζαν ο ένας τον άλλον, οι ηγέτες της Γαλλίας εξακολουθούσαν να διατηρούν τη χώρα σε σταθερή τροχιά. Όπως παρατήρησε ο πολιτικός επιστήμονας, Αλέν Γκαριγκού: «Ο μεγάλος φόβος της παράλυσης δεν υλοποιήθηκε ποτέ». Η αριστερή πολιτικός, Κλεμεντίν Οτέν, περιγράφοντας τι θεωρεί ότι διακυβεύεται, δήλωσε ότι «η χώρα μας μπορεί να διολισθήσει σε μια κατάσταση που δεν έχει γνωρίσει από το 1940: μια ακροδεξιά κυβέρνηση».