Γιατί γίνονται άραγε οι εφευρέσεις; Στις περισσότερες περιπτώσεις για να προσφέρουν λύση σε κάποιο πρόβλημα. Δεν συνέβη το ίδιο και στην περίπτωση του πλυντηρίου πιάτων, όπου το ζήτημα δεν ήταν η ανάγκη, αλλά το σπάσιμο των πιάτων!
Πιο συγκεκριμένα, η Josephine Cochrane ήταν μια πλούσια κοσμική κυρία, που έμενε στο Shelbyville του Ιλινόις. Διοργάνωνε πολλά κοσμικά πάρτι και ήταν πολύ περήφανη για τα σερβίτσια της, που διατηρούνταν στην οικογένεια της από τον 17ο αιώνα. Ωστόσο, οι υπηρέτες της δεν ήταν πολύ προσεκτικοί με τα ανεκτίμητα πιάτα της όταν τα έπλεναν ύστερα από το κάθε πάρτι. Μικρά κομμάτια από τα πιάτα άρχισαν να λείπουν, άλλα είχαν σπασμένα σημεία, κάποια έσπασαν κι ολοκληρωτικά. Η Cochrane κατάλαβε ότι ο μόνος τρόπος να διασώσει την προίκα της ήταν να πλένει τα πιάτα μόνη της, μόνο που υπήρχε ένα πρόβλημα. Σιχαινόταν να πλένει τα πιάτα!
Γιατί άλλωστε να πρέπει μια πλούσια γυναίκα 44 ετών να πλένει πιάτα; Γιατί να μην υπάρχει μια μηχανή που θα μπορούσε να κάνει το ίδιο πράγμα; Τελικά, υπήρχε μια τέτοια μηχανή, ή τέλος πάντων κάτι που έμοιαζε με αυτό που ζητούσε. Το πρώτο πλυντήριο πιάτων ήταν πατέντα του Joel Houghton το 1850 και δεν ήταν τίποτα άλλο παρά ένα ξύλινο μηχάνημα που έριχνε νερό στα πιάτα όταν ένας τροχός περιστρεφόταν χειροκίνητα. Ωστόσο, αυτή η μηχανή δεν δούλευε καλά, κι έτσι η Cochrane αποφάσισε να εφεύρει μία καλύτερη.
Στο σχεδιαστήριο
Αρχικά, έστησε ένα εργαστήριο στην αποθήκη της, πήρε διαστάσεις από τα πιάτα της και σχεδίασε συρματένιες βάσεις για να τα κρατάνε. Τοποθέτησε αυτές τις βάσεις μέσα σε έναν τροχό κι έπειτα τοποθέτησε τον τροχό μέσα σε μια μπανιέρα. Ο τροχός περιστρεφόταν ενόσω ζεστό νερό με σαπούνι χυνόταν από πάνω, πέφτοντας πάνω στα πιάτα.
Ύστερα, καθαρό ζεστό νερό χυνόταν πάνω τους για να τα καθαρίσει και τελικά, τα πιάτα στεγνώνονταν στον αέρα. Το πείραμα είχε πετύχει!
Όσο όμως εκείνη εργαζόταν σκληρά να βρει λύση για το πλυντήριο πιάτων, ο φιλάσθενος σύζυγός της πέθανε και η ίδια βρέθηκε με ελάχιστα χρήματα και πολλά χρέη. Έτσι, αναγκάστηκε να συνεχίσει την εφεύρεσή της όχι πια για την άνεσή της, αλλά από ανάγκη, επειδή χρειαζόταν λεφτά να ζήσει.
Η Cochrane πήρε την πατέντα για την κατασκευή της το 1886 και μια εταιρία παραγωγής μηχανών στο Σικάγο τα κατασκεύαζε εκ μέρους της κι εκείνη διαχειριζόταν την εταιρία και πουλούσε το προϊόν της. Μολονότι, οι πλούσιοι φίλοι της έσπευσαν να παραγγείλουν το πλυντήριο πιάτων για τις κουζίνες τους, το οικιακό μοντέλο δεν πούλησε ιδιαίτερα, καθώς λίγα σπίτια είχαν ηλεκτρισμό εκείνη την εποχή και οι θερμαντήρες νερού ήταν σπάνιοι.
Επίσης, το νερό που ήταν διαθέσιμο τότε ήταν κατά βάση σκληρό και δεν έκανε καλό συνδυασμό με το σαπούνι, ενώ και η τιμή του προϊόντος ήταν τεράστια (150 δολάρια κόστιζε τότε, σημερινά 4.500 δολάρια, δηλαδή περίπου 3,500 ευρώ!). Επιπλέον, πολλές νοικοκυρές δεν έβρισκαν λόγο να αγοράσουν πλυντήριο πιάτων, μιας και θεωρούσαν το πλύσιμο των πιάτων ένα χαλαρωτικό τρόπο να τελειώσουν τη μέρα τους.
Η Cochrane προσπάθησε να πείσει τον κόσμο να αγοράσει τη συσκευή της, λέγοντας ότι με αυτή τα πιάτα ήταν απαλλαγμένα από μικρόβια, καθώς το νερό του πλυντηρίου ήταν πολύ πιο ζεστό από όσο μπορούσαν να αντέξουν τα ανθρώπινα χέρια. Ωστόσο, δεν είχε σημασία τι έλεγε, γιατί οι πιο πιθανοί αγοραστές της δεν ήταν τα νοικοκυριά, αλλά οι επιχειρήσεις.
Η Cochrane είχε την πρώτη μεγάλη επιτυχία της όταν εξέθεσε το πλυντήριο της στην έκθεση World’s Fair Columbian Expo στο Σικάγο το 1893. Εν μέσω σκληρού ανταγωνισμού από όλο τον κόσμο, το πλυντήριό της κατάφερε να πάρει το πρώτο βραβείο για την καλύτερη μηχανική κατασκευή αντοχής και προσαρμογής σε ένα συγκεκριμένο τομέα. Έτσι, κατάφερε να πουλήσει πλυντήρια πιάτων σε πολλά εστιατόρια και άλλες υπηρεσίες εστίασης σε μεγάλο πλήθος ενδιαφερομένων στην έκθεση.
Ξενοδοχεία, εστιατόρια, οικοτροφεία και νοσοκομεία συνειδητοποίησαν άμεσα τα πλεονεκτήματα του πλυντηρίου πιάτων, να μπορείς δηλαδή να πλύνεις, να ζεματάς, να καθαρίζεις και να στεγνώνεις δεκάδες πιάτα όλων των μεγεθών και των σχημάτων σε λίγα λεπτά. Μάλιστα ένας από τους πελάτης της έγραψε έναν έπαινο, λέγοντας ότι «Το μηχάνημά σας έπλυνε χωρίς καθυστέρηση λεκιασμένα πιάτα οκτώ χιλιάδων στρατιωτών, πραγματοποιώντας πλύσεις κάθε μισή ώρα».
Η Cochrane συνέχιζε να βελτιώνει το προϊόν της, σχεδιάζοντας μοντέλα με περιστροφικά συστήματα, φυγοκεντρική αντλία και ένα λάστιχο για να στάζει μέσα στο νεροχύτη. Αγνόησε τον κλήρο που υποστήριξε ότι το πλυντήριο ήταν ανήθικο, επειδή εμπόδιζε τη γυναίκα να κάνει τις δουλειές για τις οποίες την είχε πλάσει ο Θεός καθώς και τους υπηρέτες που υποστήριζαν ότι τους πήρε τη δουλειά.
Η εταιρία συνέχιζε να επεκτείνεται από την ενέργεια και τη φιλοδοξία της Josephine Cochrane, η οποία πέθανε σε ηλικία 74 ετών το 1913. Μέχρι το 1950 ο κόσμος είχε πια φτάσει στο σημείο που ήθελε η ίδια, καθώς τα πλυντήρια πιάτων έγιναν πολύ συχνό φαινόμενο στα σπίτια των ανθρώπων και μάλιστα λειτουργούσαν με τις ίδιες αρχές που είχε εφεύρει η ίδια 70 χρόνια πριν.