Στο εδώλιο του Κακουργιοδικείου Θεσσαλονίκης κάθισε για μία ακόμη φορά ο 60χρονος -σήμερα- Κώστας Αραμπατζής, που έγινε γνωστός στο πανελλήνιο για τις αλλεπάλληλες απαγωγές Γερμανών πολιτών.
Αυτήν την φορά, όπως αναφέρει το ΑΠΕ, καταδικάστηκε σε κάθειρξη 20 ετών για την απαγωγή που έκανε το Δεκέμβριο του 2009 στη Γερμανική Σχολή της Θεσσαλονίκης, όπου εισέβαλε και κράτησε ομήρους τρία στελέχη της Σχολής, απειλώντας ότι θα πυροδοτήσει τα εκρηκτικά με τα οποία ήταν ζωσμένος.
Ύστερα από διαπραγματεύσεις με αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ., κατά τις οποίες ζητούσε συνάντηση με τον τότε Γερμανό Πρόξενο, όπως επίσης 10 εκατ. ευρώ για την απελευθέρωση των ομήρων, παραδόθηκε, χωρίς να τραυματιστεί κανείς.
Το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης, εξετάζοντας την υπόθεση σε δεύτερο βαθμό, καταδίκασε τον 60χρονο σε κάθειρξη 20 ετών, ποινή που ήταν μειωμένη κατά 7 χρόνια σε σχέση με την πρωτόδικη απόφαση, καθώς το δικαστήριο τον απάλλαξε για μία πράξη λόγω παραγραφής (αυτήν της εισαγωγής όπλων).
Επρόκειτο για τη δεύτερη απαγωγή που έκανε ο Αραμπατζής στη συγκεκριμένη Σχολή. Είχε προηγηθεί, τρεισήμισι χρόνια νωρίτερα, το Μάιο του 2006, απαγωγή-«καρμπόν», κατά την οποία, πάλι ζωσμένος με εκρηκτικά, κράτησε ομήρους τον διευθυντή της Σχολής και τον οικονομικό υποδιευθυντή, τους οποίους άφησε τελικά ελεύθερους σε ερημική περιοχή, επιστρέφοντας στις φυλακές από τις οποίες είχε βγει με άδεια. Για την απαγωγή εκείνη είχε καταδικαστεί σε κάθειρξη 11,5 ετών.
Όπως τότε, έτσι και τώρα, απέδωσε την πράξη στις διαφορές που έχει με το γερμανικό κράτος, το οποίο κατηγορεί ότι δεν τον αποζημίωσε για φωτιά που ξέσπασε το 1992 σε επιχείρησή που διατηρούσε στη Γερμανία. Αντιθέτως, όπως απολογήθηκε, η γερμανική δικαιοσύνη κατέστησε τον ίδιο κατηγορούμενο για την υπόθεση εκείνη. «Έπαθα μεγάλη ζημιά από το γερμανικό κράτος.
Κάηκε το μαγαζί μου και όχι μόνο δεν μου δόθηκε αποζημίωση ύψους 4,5 εκατ. μάρκων αλλά με κατηγόρησαν ότι το έκαψα εγώ, πράξη για την οποία καταδικάστηκα» είπε στην σημερινή του απολογία.
Ερωτηθείς για τη δεύτερη απαγωγή στη Γερμανική Σχολή, υποστήριξε ότι ούτε είχε σκοπό να πειράξει, ούτε πείραξε κανέναν. Σχετικά με τα εκρηκτικά, αλλά και τις χειροβομβίδες και τα όπλα που είχε μαζί του, απολογήθηκε ότι τα προμηθεύθηκε από την πόλη Μπάνια-Λούκα της Βοσνίας.
Εντύπωση προκάλεσε η κατάθεση αστυνομικού-πυροτεχνουργού, ο οποίος αναφερόμενος στα εκρηκτικά, είπε ότι επρόκειτο για ιδιαίτερα ισχυρή και τοξική ύλη -την κατονόμασε ως RDX (κυκλωνίτης)- και εφόσον την πυροδοτούσε ο κατηγορούμενος θα διαλυόταν ακόμη και η γνωστή επιχείρηση που γειτνιάζει με τη Σχολή.
Να σημειωθεί ότι το ποινικό παρελθόν του 60χρονου, ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίες του ’90, όταν απήγαγε δυο Γερμανούς τραπεζίτες κι έναν Γερμανό επιχειρηματία, πράξεις που συνδέονταν με τον παραπάνω εμπρησμό και για τις οποίες καταδικάστηκε σε συνολική κάθειρξη 19 ετών.
Από το 1998 κρατείτο σε διάφορες φυλακές, ενώ τον Ιανουάριο του 2009 αποφυλακίστηκε με βούλευμα, έχοντας εκτίσει τα 3/5 των ποινών του.