Να κηρυχθούν ένοχοι επτά αστυνομικοί και πέντε ιδιώτες, που κάθονται στο εδώλιο του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου (ΜΟΔ) Θεσσαλονίκης, κατηγορούμενοι για υπόθεση προστασίας καταστημάτων με «φρουτάκια», πρότεινε η εισαγγελέας της έδρας Αργυρή Βαλούση.
Σε αντίθεση με τους παραπάνω, για τους οποίους ζήτησε να τιμωρηθούν, κατά περίπτωση, για κατάχρηση εξουσίας κατ’ εξακολούθηση (και κατά συρροή) και ηθική αυτουργία στη συγκεκριμένη ενέργεια, η εισαγγελική λειτουργός εισηγήθηκε να αθωωθούν τρεις αστυνομικοί που εμπλέκονται στην ίδια υπόθεση.
Αναφερόμενη στους αστυνομικούς για τους οποίους πρότεινε την ενοχή τους, η εισαγγελέας τους χαρακτήρισε ως «κεκρυμμένους εγκληματίες», ενώ τόνισε ότι σοκάρει η διαπίστωση ότι οι συγκεκριμένοι -εκμεταλλευόμενοι τη θέση που κατέχουν στους μηχανισμούς εξουσίας- περνούν στην «αντίπερα όχθη», κινούμενοι στο «σκοτάδι της παρανομίας». Συνεχίζοντας την πολύωρη αγόρευσή της, παρατήρησε ότι οι αστυνομικοί διέπραξαν την πράξη τους χωρίς ηθική αναστολή, την ίδια ώρα που ενώπιον του δικαστηρίου εμφανίστηκαν με πρωτοφανή νηφαλιότητα και παντελή έλλειψη μετάνοιας.
Στις απολογίες τους που προηγήθηκαν τις τελευταίες μέρες, τόσο οι αστυνομικοί όσο και οι ιδιώτες, που φέρονται ως ιδιοκτήτες καταστημάτων με τυχερά παίγνια, αρνήθηκαν τις πράξεις τους, ισχυριζόμενοι ότι είχαν φιλικές σχέσεις μεταξύ τους.
Η υπόθεση άρχισε να ερευνάται ύστερα από καταγγελία που έφτασε στην Υποδιεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων Βορείου Ελλάδος, προερχόμενη από άτομο που -όπως αποδείχθηκε- ήταν ανύπαρκτο, σύμφωνα με την οποία αστυνομικοί πληροφορούσαν καταστηματάρχες ενόψει επικείμενων ελέγχων με συνέπεια οι έλεγχοι είτε να ματαιώνονται είτε να διεξάγονται πλημμελώς.
Οι πολυετείς έρευνες των διωκτικών Αρχών είχαν ως αποτέλεσμα να παραπεμφθούν σε δίκη 15 άτομα, ενώ οι σε βάρος του αποδιδόμενες πράξεις αφορούν το διάστημα 2008-2010. Η πλειονότητα των εμπλεκόμενων αστυνομικών, μεταξύ αυτών και αξιωματικών της ΕΛ.ΑΣ., υπηρετούσαν κατά το παρελθόν σε διάφορες αστυνομικές υπηρεσίες της ανατολικής Θεσσαλονίκης και πιο ειδικά σε Καλαμαριά, Χαριλάου, Πανόραμα, Πυλαία και Ανάληψη.
Τα συνολικά επτά καταστήματα-«φρουτάδικα» που βρέθηκαν στο επίκεντρο της έρευνας υποτίθεται ότι λειτουργούσαν ως καφέ-μπαρ, παρέχοντας υπηρεσίες διαδικτύου. Οι διωκτικές Αρχές απέδωσαν πρωταγωνιστικό ρόλο σε ιδιώτη που σε τηλεφωνικές συνομιλίες αποκαλείτο ως «boss», ενώ φαίνεται ότι έλεγχε δίκτυο καταστημάτων με τυχερά παίγνια σε διάφορες πόλεις της Β. Ελλάδος και της Θεσσαλίας. Ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος μαζί με απόστρατο αξιωματικό της ΕΛ.ΑΣ. είχαν προφυλακιστεί για την υπόθεση αλλά στη συνέχεια αφέθηκαν ελεύθεροι.
Η διαδικασία ενώπιον του ΜΟΔ Θεσσαλονίκης θα συνεχιστεί αύριο με τις αγορεύσεις των συνηγόρων υπεράσπισης.