Είναι αλήθεια ότι κάθε φορά που έβλεπες να εμφανίζεται στο μεγάλο πανί ο Ανέστης Βλάχος ήξερες ότι κάτι μοχθηρό θα συμβεί, καθώς ο μεγάλος τυπίστας κρατούσε πάντα ρόλους σατανικού και υποχθόνιου ανθρώπου. Κι αυτή ήταν ακριβώς η υποκριτική του δύναμη, η τυποποίηση δηλαδή σε αναγνωρίσιμους ρόλους που διεκπεραίωνε μαεστρικά ο καταξιωμένος ηθοποιός του ελληνικού σινεμά. Κι ενώ η ρετσινιά του κινηματογραφικού κακού θα τον κυνηγάει διαχρονικά, ο ρόλος που ερμήνευε ήταν φυσικά κόντρα, αφού όλοι όσοι τον ήξεραν και τον ξέρουν ομολογούν πως είναι ένας γλυκύτατος άνθρωπος που δοκιμάστηκε πολλάκις στη ζωή του, κρατώντας πάντα μια αξιοζήλευτα αξιοπρεπή στάση. Ήρεμος και πράος πίσω από τις κάμερες, ο Δραμινός Ανέστης Βλάχος ξεκίνησε τη ζωή του μέσα στην προσφυγιά, τον πόλεμο και την ανέχεια για να μετατραπεί σε αναπόσπαστο μέλος της ελληνικής κινηματογραφίας, διανύοντας τεράστιο δρόμο στη ζωή του. «Εγώ είμαι ρολίστας. Δεν μπορείς να με κατατάξεις ούτε στους δραματικούς ούτε στους κωμικούς ηθοποιούς. Εμένα μου έμεινε η στάμπα του σκληρού λόγω της φυσιογνωμίας μου, κι έτσι οι σκηνοθέτες μου έδιναν συνεχώς ρόλους για να παίξω», λέει ο καθαρόαιμος κινηματογραφικός ηθοποιός που οι απανωτές υποχρεώσεις του στο μεγάλο πανί τον κρατούσαν μονίμως μακριά από τα θέατρα. Πάμπολλες ταινίες μετά, ο πολυτάλαντος και βραβευμένος Βλάχος που μεγάλωσε γενιές και γενιές ελλήνων κινηματογραφόφιλων ασχολήθηκε ενεργά με την πολιτική και την Τοπική Αυτοδιοίκηση, ως ιστορικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ, διαγράφοντας παράλληλα μια μακροχρόνια διαδρομή στο μεγάλο πανί. Ο κουμπάρος του Ξανθόπουλου και καρδιακός φίλος του Φούντα ήταν πάντα πολλά περισσότερα από μια σκληρή φάτσα και ένα τραχύ παρουσιαστικό και να γιατί…
Πρώτα χρόνια
Θεατρική και κινηματογραφική καριέρα
«Τόσα χρόνια δεν έκανα θέατρο, γιατί δούλευα στον κινηματογράφο, τον οποίο αγαπούσα πολύ. Έκανα πάνω από 180 ταινίες, με απορρόφησε το σινεμά. Έχω τιμητική σύνταξη χάρη στα βραβεία που έχω κερδίσει», ανακαλεί ο Βλάχος τη σπουδαία και μακροχρόνια κινηματογραφική του πορεία. Στο θέατρο έπαιξε πάντως, έστω και σποραδικά, αρχίζοντας από το 1963 στο «Θάψτε τους νεκρούς» του Κυκλικού Θεάτρου του Τριβιζά και συνέχισε παίζοντας σε όλα σχεδόν τα είδη.
Ο καταξιωμένος κακός του εμπορικού μας κινηματογράφου άφησε βαθιά το στίγμα του στην ελληνική κοινωνία της εποχής και το σπαρταριστό περιστατικό που διηγείται με τον κουμπάρο του Ξανθόπουλο είναι εδώ ιδιαιτέρως δηλωτικό: «Κάποτε πίναμε τον καφέ μας με τον Νίκο εδώ στην πλατεία Βικτωρίας. Κάποια στιγμή περνάνε δύο γυναίκες, οι οποίες αρχίζουν τραγικά να πιάνουν τα μαλλιά τους και να του λένε “Νίκο, πώς κάθεσαι δίπλα του;”. Οπότε γυρίζει ο Νίκος και τους λέει: “Τι λέτε, κυρίες μου, ο Ανέστης είναι το κουμπαράκι μου, το φιλαράκι μου, τον αγαπώ”, κι εκείνες του φώναζαν “φύγε, φύγε θα σε σκοτώσει”. Αυτό είναι αληθινό! Χτυπιόντουσαν! Επειδή καθόμουν δίπλα του θεωρούσαν πως θα του κάνω κακό. Ενώ με τον Νίκο είμαστε κουμπάροι, με έχει στεφανώσει και είμαστε φίλοι χρόνια»!
Προσωπική ζωή