Για εκβιασμό και προσπάθεια εξευτελισμού που επιχειρείται από τους δανειστές εναντίον της κυβέρνησης και της χώρας έκανε λόγο ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ Θανάσης Πετράκος, επισημαίνοντας πως «το ζήτημα του χρέους και η παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας τίθενται μαζί με τις κόκκινες γραμμές μας».

Μιλώντας «Στο Κόκκινο», ο κ. Πετράκος είπε χαρακτηριστικά: «Βρισκόμαστε σε ένα συνεχιζόμενο μεγάλο εκβιασμό, λόγω των δυσκολιών που υπάρχουν στη ρευστότητα. Όταν επί 4 μήνες δείχνεις μια πολύ μεγάλη θέληση που υπερβαίνει και τις αρχές σου και τις ανάγκες της κοινωνίας και δίνεις ένα κείμενο που περιλαμβάνει σοβαρότατες υποχωρήσεις από τις θέσεις σου και η στάση τους είναι αυτή η πρόκληση, τότε αυτό δείχνει πως οι εταίροι μας με τη διαπραγμάτευση, στόχο έχουν να εξευτελίσουν την κυβέρνηση και τη χώρα, και να στείλουν μήνυμα στους υπόλοιπους λαούς της Ευρώπης ότι δεν δικαιούνται να ψηφίζουν αριστερή κυβέρνηση διότι θα τιμωρούνται σκληρά. Πρέπει να δούμε την τακτική μας που θα επαναφέρει όλες μας τις προγραμματικές δεσμεύσεις μας. Αφού αυτοί επιδιώκουν να αλλάξουν τη βάση της διαπραγμάτευσης, να την αλλάξουμε κι εμείς».

Εκτίμησε δε πως το πρόβλημα δεν είναι ιδεολογικοπολιτικό, αλλά ουσιαστικό. «Η χώρα μας μετά από πέντε χρόνια σκληρών μνημονιακών πολιτικών και μετά από δεκαπέντε χρόνια άγριου νεοφιλελευθερισμού, έχει αποδιοργανωθεί η παραγωγική βάση της», ανέφερε. «Δύο είναι οι βασικοί παράγοντες που μπορούν να συμβάλλουν στην ανάπτυξη: η ρευστότητα των τραπεζών και το κόστος ενέργειας», συμπλήρωσε.

Απαντώντας σε ερώτηση για το αν υπάρχουν άλλα περιθώρια για την διαπραγμάτευση, ο κ. Πετράκος σημείωσε: «Η κίνησή μας μα μην πληρωθεί η πρώτη δόση του ΔΝΤ δημιούργησε μια αναταραχή στις χρηματαγορές, δείχνει πως η χώρα έχει περιθώρια να αντιδράσει, φάνηκε και στις παρεμβάσεις Πούτιν και Λιού. Εμείς πρέπει να επιμείνουμε πως δεν μπορεί να υπάρχει υποχώρηση από τις κόκκινες γραμμές μας, τους έξι μεγάλους άξονες, και βέβαια το ζήτημα του χρέους και ενός αναπτυξιακού προγράμματος για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, διαφορετικά δεν έχει κανένα νόημα καμία συμφωνία, δεν θα έχει η χώρα προοπτική».