Το ασφαλιστικό είναι ένα θέμα που απαιτεί εθνική συνεννόηση, ανέφερε, μεταξύ άλλων ο υφυπουργός Εργασίας, Παναγιώτης Τσακλόγλου, από το βήμα της Βουλής, σημειώνοντας ότι δεν ωφελεί οργουελική γλώσσα και οι λαθροχειρίες.
«Άκουσα με προσοχή τις ιερεμιάδες της αντιπολίτευσης, τόσο τις γενικότερες πολιτικές παρατηρήσεις της, όσο και για το συγκεκριμένο νομοσχέδιο» είπε ο υφυπουργός, χαρακτηρίζοντας τη ομιλία του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης ως «κρεσέντο», μεταδίδει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Απαντώντας στις κύριες αιτιάσεις της αντιπολίτευσης για το νέο μοντέλο των επικουρικών συντάξεων, απέρριψε ως παραπλανητικά τα περί ιδιωτικοποίησης, καθώς, όπως επανέλαβε, το ΤΕΚΑ θα είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και εξήγησε πως «η θωράκιση του ΤΕΚΑ στηρίζεται στις καλές πρακτικές ευρωπαϊκών χωρών με ζηλευτό κράτος πρόνοιας και στις αρχές χρηστής διακυβέρνησης ασφαλιστικών ταμείων». Κατέρριψε ότι θα υπάρχει ακαταδίωκτο για τα στελέχη του Ταμείου, λέγοντας πως στο άρθρο 19 του σχεδίου νόμου ρυθμίζεται σαφώς το εύρος, τόσο της ποινικής όσο και της αστικής ευθύνης των μελών της Διοίκησης του Νέου Δημόσιου Ταμείου (ΤΕΚΑ), που θα ιδρυθεί για να διαχειρίζεται και να επενδύει τις εισφορές των ασφαλισμένων.
Η φύση και το αντικείμενο του Ταμείου, είπε ο υφυπουργός, «είναι που επιβάλλουν διαφάνεια, λογοδοσία και ισχυρή εποπτεία. Είναι άλλο αυτό και άλλο η ποινικοποίηση της καθημερινής λειτουργίας του Ταμείου. Αυτό δεν συμβαίνει πουθενά στον κόσμο. Φυσικά και διώκονται τα μέλη του ΔΣ εάν ενήργησαν με δόλο ή βαριά αμέλεια ή με σκοπό να προσπορίσουν για τον εαυτό τους ή για τρίτο παράνομο περιουσιακό όφελος ή να βλάψουν το Δημόσιο ή παραβιάσουν το απόρρητο των πληροφοριών και των στοιχείων που περιήλθαν σε γνώση τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Η πρόβλεψη αυτή είναι, μάλιστα, αυστηρότερη από παρεμφερείς ρυθμίσεις που ισχύουν στην ελληνική νομοθεσία, όπως αυτές που ισχύουν με βάση τον ν. 4389/2016 για την ΑΑΔΕ, οι οποίες προστατεύουν τα όργανα της Αρχής ακόμη και εάν συντρέχει βαριά αμέλεια».
Για την διοίκηση και τα μέλη του ΔΣ του ΤΕΚΑ, ο υφυπουργός είπε πως προβλέπεται ανοιχτή διαδικασία επιλογής.
Η κρατική εγγύηση που υπάρχει στο νόμο, είναι αυτοτελής και με παράλληλες δικλείδες ασφαλείας τόσο για τον ασφαλισμένο όσο και για το δημόσιο συμφέρον, είπε, σημειώνοντας πως είμαστε «ένα ευρωπαϊκό κράτος δικαίου και η αρχή της νομιμότητας διέπει κάθε πτυχή της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης».
Σχετικά με την διαχείριση των αποθεματικών του ΤΕΚΑ, ο υφυπουργός ανέφερε, πως «το μεγαλύτερο μέρος της διαχείρισης θα γίνεται εντός του ΤΕΚΑ. Ένα μικρό μέρος θα επενδύεται και σε αγορές εκτός της ελληνικής, για διαφοροποίηση του ασφαλιστικού κινδύνου και αυτό θα γίνεται με συγκεκριμένους κανόνες, για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, μετά από ανοιχτή διαγωνιστική διαδικασία».
Θα έπρεπε να ντρέπονται, είπε ο κ. Τσακόγλου, «όσοι επικαλούνται το επιχείρημα “περί τζόγου” επειδή είμαστε η χώρα με το χαμηλότερο ποσοστό επενδύσεων στην Ευρώπη. Εδώ μιλάμε για οργουελική γλώσσα, δηλαδή το να βαφτίζεται η επένδυση σαν “τζόγος”. Η επένδυση είναι ο τροφοδότης της ανάπτυξης και το ποσοστό των επενδύσεων στη χώρα μας υστερεί δραματικά από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο».
Για τις μελέτες βιωσιμότητας, παρατήρησε ότι η αντιπολίτευση διολισθαίνει σε μια λαθροχειρία, λέγοντας πως «η δική μου μελέτη στην οποία αναφέρονται δεν αναφερόταν στις επικουρικές συντάξεις, αλλά στο σύνολο του συνταξιοδοτικού συστήματος. Και από το σύνολο του συνταξιοδοτικού συστήματος οι επικουρικές είναι ένα μικρό τμήμα του συνολικού συνταξιοδοτικού εισοδήματος και συνέστησαν να δουν την μελέτη που υπάρχει και δείχνει ότι μετά τις πολύ σημαντικές περικοπές του νόμου Κατρούγκαλου το σύστημα είναι μακροπρόθεσμα βιώσιμο. Όμως, ειδικά για τις επικουρικές συντάξεις, η βιωσιμότητα επιτυγχάνεται μέσω της (σημαντικής) μείωσης των ποσοστών αναπλήρωσης τους» και πρόσθεσε πως «αυτό είναι που θέλουμε να αλλάξουμε, χωρίς -προφανώς- να θίξουμε τη βιωσιμότητα του συστήματος».
Στον αντίποδα της επιχειρηματολογίας των δομημένων και της Lehman’s, ο υφυπουργός αντέτεινε το θετικό ελληνικό παράδειγμα διαχείρισης κεφαλαίων ασφαλιστικών οργανισμών, θυμίζοντας πως «στον απόηχο της χρηματιστηριακής κρίσης του 1999, στις αρχές της δεκαετίας του 2000, δημιουργήθηκαν δύο κρατικές εταιρείες με κύριο σκοπό την ασφαλή, επαγγελματική διαχείριση των αποθεματικών των Ασφαλιστικών Ταμείων: η ΕΔΕΚΤ ΑΕΠΕΥ και η ΑΕΔΑΚ Ασφαλιστικών Οργανισμών.
Και οι δύο αυτές εταιρείες αξιοποίησαν τα αποθεματικά των ασφαλιστικών Ταμείων με τρόπο βέλτιστο. Σύμφωνα με τα στοιχεία της βάσης δεδομένων της Ένωσης Θεσμικών Επενδυτών, την περίοδο 2003-2020 η απόδοση που πέτυχε η ΕΔΕΚΤ ΑΕΠΕΥ στα κεφάλαια που της εμπιστεύθηκαν τα ασφαλιστικά Ταμεία ήταν 113%, ενώ το Μεικτό Αμοιβαίο Κεφάλαιο Εσωτερικού της ΑΕΔΑΚ την ίδια περίοδο είχε απόδοση 146%. Αν αφαιρέσουμε την επίδραση του πληθωρισμού, οι πραγματικές σωρευτικές αποδόσεις τους ήταν 67% και 93% και οι πραγματικές ετήσιες αποδόσεις τους ήταν 2,9% και 3,7% αντιστοίχως.
Ειδικά η περίπτωση του μεικτού Α/Κ της ΑΕΔΑΚ Ασφαλιστικών Οργανισμών παρουσιάζει πρόσθετο ενδιαφέρον. Διότι το εν λόγω Α/Κ επένδυε τα κεφάλαια του ΕΦΚΑ αποκλειστικά σε ελληνικά αξιόγραφα (κυρίως μετοχές εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών & σε κρατικά ομόλογα), στην πιο δύσκολη περίοδο για την ελληνική οικονομία. Στο ίδιο διάστημα, 2003-2020, το ελληνικό Χρηματιστήριο υποχώρησε περισσότερο από 50% και τα κρατικά ομόλογα κουρεύτηκαν. Και όμως, σε μακροπρόθεσμη βάση, επιτεύχθηκαν θετικές και υψηλές αποδόσεις προστατεύοντας τις εισφορές των ασφαλισμένων από τις βίαιες διακυμάνσεις των ελληνικών αγορών. Και οι δύο εταιρείες χαρακτηρίζονται από τον επαγγελματισμό τους. Σε αυτό το πρότυπο, με ακόμη υψηλότερες προδιαγραφές καλής διακυβέρνησης, επάρκειας και επαγγελματικής διαχείρισης, οικοδομείται το νέο Ταμείο».
Ο υφυπουργός επανέλαβε ότι επειδή «το ασφαλιστικό είναι εθνικό θέμα με ιδιαίτερα μακροχρόνιο ορίζοντα, υπάρχει η ανάγκη εθνικής συναίνεσης και διακομματικής συνεννόησης».