«Η κατάσταση στα ελληνοτουρκικά είναι κρίσιμη και δυστυχώς η αντίδραση της κυβέρνησης δεν είναι ανάλογη ούτε των περιστάσεων, ούτε της κρισιμότητας της κατάστασης» δήλωσε ο τομεάρχης Εξωτερικών της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ Γιώργος Κατρούγκαλος μετά τη συνάντηση και την ενημέρωση που είχε από τον Υπουργό Εξωτερικών Νίκο Δένδια για τις σχέσεις με τη γειτονική χώρα. «Ακόμη και η επιλογή να μην συγκληθεί Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής αλλά να γίνει απλή ενημέρωση των κομμάτων δείχνει την αμηχανία της κυβέρνησης. Στο κάτω κάτω, η πιο εμφανής κίνηση της διπλωματίας μας μετά την Αμμόχωστο ήταν, η για πρώτη φορά, συνυπογραφή δήλωσης κατά της Κούβας με ορισμένες χώρες του Vizegrad (σ.σ. Τσεχία, Πολωνία, Σλοβακία και Ουγγαρία( και άλλα κράτη, κατ’ απόκλιση από την κοινή και ομόφωνη θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά του εμπάργκο» προσθέτει ο πρώην υπουργός.
Και συνεχίζει: «Είχαμε έγκαιρα προειδοποιήσει ότι η επιλογή της αναβλητικής διπλωματίας, να έχουμε απλώς ένα ήσυχο καλοκαίρι, ήταν εσφαλμένη επιλογή. Είχαμε ζητήσει να διασυνδεθεί η έναρξη της διαπραγμάτευσης για την αναβάθμιση της τελωνειακής σύνδεσης ΕΕ-Τουρκίας με συγκεκριμένες δεσμεύσεις για το Κυπριακό και με την υποχρέωσή της να προσφύγει στη Χάγη για τις θαλάσσιες οικονομικές ζώνες. Αντί γι’ αυτό η κυβέρνηση συμφώνησε στη δωρεάν, χωρίς κανένα αντάλλαγμα αναβάθμιση της τελωνειακής ένωσης.
Και είδαμε τις συνέπειες. Δημιουργία τετελεσμένων γεγονότων στην Κύπρο. Προσπάθεια να αλλάξει άρδην το διαπραγματευτικό πλαίσιο. Και δεν είναι μόνο το Κυπριακό. Η επιστολή του Τούρκου μονίμου αντιπροσώπου στα Ηνωμένα Έθνη, για πρώτη φορά θέτει το θέμα της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών, ως νέο πρόκριμα, προϋπόθεση για τη προσφυγή στη Χάγη. Μέχρι εδώ. Δεν είναι ώρα μόνο για φραστικές καταδίκες. Πρέπει η κυβέρνηση ενεργητικά να ζητήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση, από το συμβούλιο υπουργών Εξωτερικών Υποθέσεων το πάγωμα της τελωνειακής ένωσης ΕΕ- Τουρκίας. Και να διεκδικήσει λύσεις και όχι απλώς αυτή την πολιτική της αναβλητικής αδράνειας. Ήρθε η ώρα η χώρα να αποκτήσει ενεργητική και δραστήρια εξωτερική πολιτική».