Με οξύτατη επίθεση, με σκληρές εκφράσεις, αντέδρασε το ΜέΡΑ25 και προσωπικά ο γραμματέας του κόμματος, Γιάνης Βαρουφάκης, στην δίωξη της βουλευτού του κόμματος, Αγγελικής Αδαμοπούλου, σχετικά με τις θέσεις που ανέπτυξε κατά του νομοσχεδίου για τις διαδηλώσεις.
Ο κ. Βαρουφάκης, σε ανάρτησή του τόνισε, ότι «η δίωξη βουλευτών που δεν “συμμορφώνονται προς τα υποδείξεις” συνεχίζεται. Νέος στόχος η Αγγελική που τόλμησε να πει την αλήθεια στη Βουλή. Αφού έχασαν τον έλεγχο της πανδημίας επιταχύνουν συνειδητά την διολίσθηση προς την κοινοβουλευτική δικτατορία».
Το ΜέΡΑ25, σε εκτενή ανακοίνωσή του αναφέρει, ότι «με άθλια αντικοινοβουλευτική συμπεριφορά, κυρίως από την πλευρά της συμπολίτευσης, συνεχίζεται η προσπάθεια φίμωσης των βουλευτών και ειδικά των βουλευτών του ΜέΡΑ25.
Μετά την παρεμπόδιση της κυκλοφορίας τους από αστυνομικά όργανα, τώρα παρεμποδίζεται και ο κοινοβουλευτικός έλεγχος, η πολιτική κριτική και η αντιπολίτευση στην κυβέρνηση και τα όργανα του κράτους».
Προσθέτει ότι η δίωξη της βουλευτού του ΜέΡΑ25, Αγγελικής Αδαμοπούλου, «για όσα υποστήριξε από το βήμα της Βουλής στην διάρκεια της ψήφισης του αντισυνταγματικού και χουντικής κοπής νομοσχεδίου της κυβέρνησης για τις διαδηλώσεις, σχετικά με την δράση κρατικών και παρακρατικών μηχανισμών καταστολής του διεκδικητικού κινήματος, είναι καθαρά πολιτική, αντιδημοκρατική και αυταρχική».
Το ΜέΡΑ25 υποστηρίζει ότι η «ορμπανοποίηση» του κοινοβουλευτισμού και της δημοκρατίας από την κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη προχωράει με γοργούς ρυθμούς, μαζί με την δημιουργία ενός αστυνομικού κράτους και μιας καθολικής επιβολής των επιλογών και των αποφάσεων μιας κυβέρνησης που ολοένα και διολισθαίνει σε άλλου είδους καθεστώτα.
Η ίδια η κ. Αδαμοπούλου, σε δήλωσή της, αναφέρεται διεξοδικά στην υπόθεση και στην, καταρχήν υπερψήφιση στην Επιτροπή Δεοντολογίας της Βουλής, του αιτήματος άρσης ασυλίας της:
«Χθες, 25.11.2020, συνεδρίασε η Επιτροπή Κοινοβουλευτικής Δεοντολογίας, η οποία συζήτησε την αίτηση άρσης της βουλευτικής ασυλίας μου, κατόπιν έγκλησης εις βάρος μου της ‘Ενωσης Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνομίας Κεντρικής Μακεδονίας για συκοφαντική δυσφήμιση. Ειδικότερα, στις 2 Ιουλίου και κατά την ψήφιση του νομοσχεδίου του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη αναφορικά με τις “Δημόσιες Υπαίθριες Συναθροίσεις”, υποστήριξα από το βήμα της Βουλής ότι στην Ελληνική Αστυνομία υπάρχουν αστυνομικά όργανα που φορούν κουκούλες και ρίχνουν βόμβες μολότοφ, προκειμένου να διαλύσουν τις διαδηλώσεις.
Αφού τοποθετήθηκα ενώπιον της Επιτροπής και κατέθεσα σχετικό υπόμνημα, τα μέλη της Επιτροπής δεν μου υπέβαλαν κανένα ερώτημα, κατόπιν ο πρόεδρος ζήτησε την αποχώρησή μου και εκεί ακολούθησε το θέατρο του παραλόγου, σύμφωνα με αφηγήσεις συναδέλφων…βουλευτές της ΝΔ, οι οποίοι για αμιγώς ψηφοθηρικούς λόγους έπρεπε να χαϊδέψουν το ακροατήριό τους, άρχισαν με νομικά αβάσιμους ισχυρισμούς να υποστηρίζουν ότι διέπραξα συκοφαντική δυσφήμιση κατά του σώματος των Αστυνομικών, για δήλωση και τοποθέτησή μου η οποία έλαβε χώρα στο πλαίσιο άσκησης των κοινοβουλευτικών καθηκόντων μου και ενώ ο Άρειος Πάγος έχει αποφανθεί ότι δεν στοιχειοθετείται συκοφαντική δυσφήμιση σε παρόμοιες περιπτώσεις.
Η σύγχρονη διεθνής τάση παρομοίως καταδικάζει ένδικες αξιώσεις και διωκτικά αιτήματα που υποβάλλονται με σκοπό τη φίμωση της δημόσιας κριτικής σχετικά με ζητήματα κοινωνικού ή πολιτικού ενδιαφέροντος. Πραγματικός απώτατος σκοπός τέτοιων μηνύσεων δεν είναι η δικαίωση στη δικαστική υπόθεση, αλλά ο εκφοβισμός και στιγματισμός όσων ασκούν κριτική, μέσω της ηθικής και οικονομικής εξουθένωσής τους».
Η κ. Αδαμοπούλου κάνει λόγο για fasttrack διαδικασίες και επικρίνει τη ΝΔ και την Ελληνική Λύση που ψήφισαν να αρθεί η ασυλία της, ενώ ευχαριστεί θερμά τους συναδέλφους της από τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ, τον κ. Τζανακόπουλο και τον κ. Γκιόκα, «που όχι μονάχα καταψήφισαν, αλλά έδωσαν μάχη καταγγέλλοντας την αντιδημοκρατική τακτική των προσχηματικών και κακόβουλων εγκλήσεων κατά βουλευτών, πίσω από τις οποίες κρύβεται σκοπιμότητα πολιτικής δίωξης και στοχοποίησής τους, ώστε να ναρκοθετηθεί ο αντιπολιτευτικός λόγος τους».