«Τόσο οι διαπραγματεύσεις με τους δανειστές όσο και οι εξελίξεις στην πραγματική οικονομία δείχνουν ότι έχουν δημιουργηθεί οι προϋποθέσεις για να περάσουμε στη μεταμνημονιακή φάση» σημείωσε χαρακτηριστικά ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης ανοίγοντας τις εργασίες του διήμερου αναπτυξιακού συνεδρίου Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης στην Κομοτηνή. Τόνισε δε πως «Ο ιστορικός κύκλος των μνημονίων και της σκληρής επιτροπείας φθάνει στο τέλος του»
Πρόσθεσε ωστόσο, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, ότι, όπως έχει επανειλημμένα επισημάνει και ο πρωθυπουργός, δεν υπάρχει χώρος για εφησυχασμό. «Αντίθετα, τώρα που ο κύκλος των μνημονίων φτάνει στο τέλος του, οι ευθύνες του πολιτικού συστήματος και βεβαίως οι δικές μας ευθύνες ως κυβέρνηση, γίνονται μεγαλύτερες:
- Πρώτον, διότι πρέπει να διασφαλίσουμε ότι το τέλος των μνημονίων θα είναι οριστικό, «καθαρό», χωρίς νέα προαπαιτούμενα.
- Δεύτερον, γιατί η έξοδος από τα μνημόνια και τη σκληρή επιτροπεία μας θέτει το καθήκον να σχεδιάσουμε έγκαιρα τη μεταμνημονιακή Ελλάδα. Και στο κέντρο αυτού του σχεδιασμού είναι η παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας».
Ο κ. Δραγασάκης παρατήρησε ότι «δεν αρκεί η μεγέθυνση της υπάρχουσας οικονομίας, αλλά πρέπει να έχουμε ως στόχο τη διαμόρφωση ενός νέου υποδείγματος δίκαιης και βιώσιμης ανάπτυξης, με βάση το οποίο να διεκδικήσουμε μια αναβαθμισμένη θέση της οικονομίας μας στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας, που στην εποχή μας αλλάζει με τρόπο ανατρεπτικό. Να δημιουργήσουμε μια δίκαιη και αλληλέγγυα κοινωνία ισότιμων πολιτών».
Επισήμανε ότι «η κρίση που βιώνουμε δεν ήταν μόνο δημοσιονομική, «ήταν μια κρίση του παραγωγικού υποδείγματος και του συστήματος εξουσίας που το στήριζε, ενός πελατειακού, κρατικοδίαιτου και εν πολλοίς παρασιτικού καπιταλισμού». Και για αυτόν τον λόγο υπογράμμισε πως «η απάντηση στην κρίση δεν μπορεί να είναι ο παρωχημένος νεοφιλελευθερισμός, ούτε μπορούμε να εναποθέσουμε την ανάπτυξη της χώρας στους αυτοματισμούς των αγορών. Μια ανάπτυξη χωρίς σχέδιο και κοινωνικές δεσμεύσεις δεν είναι εφικτή. Και αν υπάρξει, θα είναι μη διατηρήσιμη και καταστροφική για την κοινωνία και το περιβάλλον», προέβλεψε.
Στο σημείο αυτό ο κ. Δραγασάκης υπογράμμισε ότι «η παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας δεν μπορεί να στηριχθεί στα συντρίμμια της εργασίας, αλλά στην αυξημένη απασχόληση, τις ποιοτικές και βιώσιμες θέσεις εργασίας, σε ένα περιβάλλον σεβασμού των εργασιακών δικαιωμάτων».
Μίλησε για ένα νέο υπόδειγμα ανάπτυξης το οποίο δεν σημαίνει να αφήνουμε τις τάσεις αποβιομηχάνισης και συρρίκνωσης της πρωτογενούς παραγωγής να συνεχίζονται, όπως γινόταν μέχρι πρόσφατα, και σημείωσε: «Πρέπει να αντιστρέψουμε τις τάσεις αυτές, έτσι ώστε το ειδικό βάρος της μεταποίησης και της πρωτογενούς παραγωγής στο εθνικό εισόδημα να αυξηθεί σημαντικά. Και είναι σημαντικό που τέτοιες τάσεις αντιστροφής βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη και δυναμώνουν. Πιο συγκεκριμένα, πρέπει να διπλασιάσουμε τα επόμενα χρόνια το ποσοστό της μεταποίησης στο ΑΕΠ από το 8-9% που βρίσκεται σήμερα, αρχικά στο 15% και στη συνέχεια στο 20%. Παράλληλα, πρέπει να συνδέσουμε τον πρωτογενή τομέα με τη μεταποίηση αλλά και τους δύο αυτούς τομείς με τον τουρισμό, προκειμένου μεγάλο μέρος της τουριστικής κατανάλωσης να καλύπτεται από εγχωρίως παραγόμενα προϊόντα».
Έκανε λόγο για για μια νέα φάση ανάπτυξης της βιομηχανίας και επισήμανε: «Ορισμένοι θεωρούν ότι το ζήτημα της βιομηχανίας και της εκβιομηχάνισης είναι υπόθεση του περασμένου αιώνα. Μιλούν για μεταβιομηχανική εποχή και για οικονομίες των υπηρεσιών. Κάνουν λάθος. Μπερδεύουν τη μορφή με το περιεχόμενο των συντελούμενων διαδικασιών. Όχι μόνο δεν έχει τελειώσει η σημασία της βιομηχανίας, αλλά βρισκόμαστε στην αρχή μιας νέας φάσης ανάπτυξής της. Νέα υλικά, νέες τεχνολογίες, νέες μέθοδοι παραγωγής, νέες ανάγκες και νέοι τρόποι ικανοποίησής τους συνθέτουν ένα νέο ψηφιακό σύμπαν που βρίσκεται υπό διαμόρφωση και πολλοί αποκαλούν νέο τεχνολογικό κύμα ή 4η βιομηχανική επανάσταση. Πολλές χώρες από τη Γερμανία, τη Γαλλία, ως την Ισπανία, κ.λπ. υπό τον τίτλο «Industry 4.0» επεξεργάζονται σχέδια για την αξιοποίηση των νέων τάσεων».
Επίσης, είπε ότι «διαψεύδονται απόψεις που θεωρούν την πρωτογενή παραγωγή παρωχημένη και τη μεταποιητική βιομηχανία ανέφικτη. Και σε αυτό συνηγορεί και το γεγονός ότι σε όλη την Ευρώπη το ζήτημα της βιομηχανίας και της βιομηχανικής πολιτικής έχει αποκτήσει ξανά κεντρική θέση. Ταυτόχρονα, έγκυρες μελέτες δείχνουν ισχυρή τάση αύξησης της παγκόσμιας ζήτησης για ποιοτικά και πιστοποιημένα προϊόντα αγροδιατροφής κατά τις επόμενες δεκαετίες».