«O Τσίπρας έδωσε ένα άλλο νόημα στην ιδέα της πολιτικής βούλησης». Με αυτά τα λόγια του γνωστού Γάλλου ιστορικού Πιερ Ροζανβαλόν, η εφημερίδα Λιμπερασιόν προβάλλει, στο πρωτοσέλιδό της, τη συνέντευξη που φιλοξενεί στις εσωτερικές σελίδες της.
Με αφορμή την ολοκλήρωση ενός κύκλου τεσσάρων εκδόσεων του Π. Ροζανβαλόν γύρω από τις σύγχρονες δημοκρατίες, οι συντάκτες του δημοσιεύματος, θέτουν το ερώτημα κατά πόσο «αυτό που διαδραματίζεται στην Ελλάδα είναι μία έκτακτη (πέρα από τα συνήθη) στιγμή δημοκρατίας».
«Το εξαιρετικό όλων αυτών που συμβαίνουν στην Ελλάδα» απαντά ο Π. Ροζανβαλόν, «είναι ότι αποτελούν ένα είδος ανασκόπησης των μεγάλων εντάσεων και των παθολογιών της σύγχρονης δημοκρατίας. Όπως είναι το χάσμα ανάμεσα στον προεκλογικό χρόνο και στον χρόνο της διακυβέρνησης.
Κατά την ψηφοφορία του Ιανουαρίου, οι Έλληνες εξέφρασαν μία απόρριψη για τα υπάρχοντα πολιτικά κόμματα και ένα αίσθημα εξάντλησης για την όλη οικονομική και κοινωνική κατάσταση. Αυτή η ρήξη γύρω από την πολιτική είχε σαν αδιαμφισβήτητη συνέπεια την ανανέωση των πολιτικών αρχηγών. Σε ό,τι αφορά τις εκλογικές υποσχέσεις είναι πολύ διαφορετικά. Αλλά, σε αυτό το σημείο θα πρέπει να αναγνωρίσουμε στον Αλ. Τσίπρα μία πολιτική επιδεξιότητα, ιδιαίτερα εξαιρετική».
Στο ερώτημα, τελικά τι πέτυχε ο Έλληνας πρωθυπουργός, ο Π. Ροζανβαλόν απάντησε: «Χρησιμοποίησε τον χρόνο ως μία μεταβλητή παράμετρο, που επέτρεπε την, με διαφορετικό τρόπο, αντιμετώπιση του προβλήματος του κενού ανάμεσα σε προεκλογικές υποσχέσεις και την υλοποίησή τους. Εμφανίσθηκε ως ένας γεμάτος ενέργεια άνδρας που αγωνιζόταν σαν λιοντάρι. Μπορεί να μην εφάρμοσε τις υποσχέσεις του, μετέθεσε όμως το πρόβλημα και έδωσε έμφαση σε μία ριζική προσωπική δέσμευση του ιδίου, δίνοντας έτσι μία άλλη έννοια στην ιδέα της πολιτικής βούλησης. Πράγμα που δεν έχει καμία σχέση με τις παραδοσιακές μορφές άρνησης (των υποσχέσεων)».
Σύμφωνα με τον ιστορικό, «η ελληνική περίπτωση δείχνει ότι η προσωπική δέσμευση του Τσίπρα και ορισμένων υπουργών, επέτρεψε το πέρασμα της κοινωνίας από μία συγκατάθεση σε μία κατάσταση παραίτησής της, σε μία πιο θετική στάση (όραμα). Το μέλλον θα δείξει».
«Έχουμε στο πρόσωπο του Τσίπρα, τον κλασικό πολιτικό αλλά συγχρόνως τον καλό κυβερνήτη, πράγμα πρωτόγνωρο (μοναδικό). Επέδειξε μία τέτοια δέσμευση (αφοσοίωση), που χωρίς να θεωρηθεί ανάρμοστη σύγκριση, μου θυμίζει τον Κλεμανσώ* το 1917. Δίνει την εντύπωση ότι διακινδυνεύει την καριέρα του, ακόμα και τη ζωή του, χωρίς τους συνήθεις υπολογισμούς» υπογραμμίζει ο Π. Ροζανβαλόν.
Στην παρατήρηση των συντακτών ότι τα κόμματα είναι σχεδόν απόντα στο τελευταίο του βιβλίο, ο ιστορικός εξηγεί: «Ο κλασικός ορισμός ενός κόμματος είναι μία ομάδα πολιτών με κοινές πεποιθήσεις που προσπαθούν να τις αναδείξουν στο πολιτικό περιβάλλον. Σήμερα, όμως, ένα πολιτικό κόμμα δεν είναι πλέον ένα όργανο που εκπροσωπεί την κοινωνία ενώπιον των εξουσιών, αντιθέτως έχει μετατραπεί σε ένα “ρελέ” των εξουσιών προς την κοινωνία. Οι μελλοντικές οργανώσεις ακτιβιστών, όπως άλλωστε και οι σημερινές, δεν είναι κόμματα, αλλά εγώ τις ονομάζω «οργανώσεις καλής κυβέρνησης» (…) Το πιο πιθανό είναι ότι η ένταξη και εμπλοκή των πολιτών (στα κοινά) θα γίνει όχι μέσω μίας ανανέωσης των κομμάτων αλλά έξω από αυτά. Είμαστε στην αρχή μίας επανάστασης, ας θυμηθούμε ότι χρειασθήκαμε πάνω από ενάμισι αιώνα, προκειμένου να αφομοιώσουμε την αντιπροσωπευτική εκλογική δημοκρατία και να την τοποθετήσουμε στο επίκεντρο πάντων» τονίζει ο Π. Ροζανβαλόν.
*( ΣΣ: Γεώργιος Κλεμανσώ (1841-1929), μέγας πολιτικός άνδρας που οι Γάλλοι ονόμαζαν «Ο Τίγρης» λόγω της αστείρευτης δραστηριότητας. Τον Νοέμβριο του 1917 πήρε για δεύτερη φορά την ηγεσία της γαλλικής κυβέρνησης και ανέλαβε τις διαπραγματεύσεις κατά τη Σύσκεψη των Παρισίων για την Ειρήνη).