Σε διαχωρισμό των τριών διατάξεων, οι οποίες καθορίζουν τους όρους κτήσης της ελληνικής ιθαγένειας, ώστε οι πτέρυγες της Βουλής που συμφωνούν με τις δύο εξ αυτών να διευκολυνθούν να τις ψηφίσουν, προχώρησε η αναπληρώτρια υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής, Τασία Χριστοδουλοπούλου.
Κατά τη διάρκεια της ομιλίας της επί του νομοσχεδίου για την ιθαγένεια, το οποίο εισήχθη προς συζήτηση στην Ολομέλεια, η κ. Χριστοδουλοπούλου επιχειρηματολόγησε για την ανάγκη να δίνεται η ελληνική ιθαγένεια στα ανήλικα παιδιά (στα έξι χρόνια) των μεταναστών πρώτης γενιάς που μένουν στην Ελλάδα και γεννήθηκαν εδώ, με την οποία διαφωνούν η ΝΔ, οι Ανεξάρτητοι Έλληνες και η Χρυσή Αυγή.
Όλες οι πτέρυγες της Βουλής, εκτός από τη Χρυσή Αυγή, συμφωνούν στις διατάξεις για την απόδοση ιθαγένειας σύμφωνα με τις οποίες, πρώτον, μπορεί να αποδοθεί ιθαγένεια μετά την εννεαετή εκπαίδευση και το λύκειο και δεύτερον, μετά το πανεπιστήμιο ή τα ΤΕΙ.
«Θα διευκολύνω με νομοτεχνική διάταξη να ψηφιστούν αυτές οι διατάξεις, διαχωρίζοντας από τη διάταξη που προβλέπει την απόδοση της ιθαγένειας με τη γέννηση, ώστε να μπορούν όσοι συμφωνούν να τις ψηφίσουν και να ψηφίσουν “όχι” σε όποια διαφωνούν» δήλωσε η κ. Χριστοδουλοπούλου.
Πάντως, η αρμόδια υπουργός, αμετακίνητη στη ρύθμιση για την κτήση ιθαγένειας στα ανήλικα τέκνα μεταναστών με την εγγραφή τους στο δημοτικό σχολείο, είπε προς τα κόμματα: «Εγώ θα εξακολουθήσω να σας πιέζω όσο μπορώ, να δώσουμε τη δυνατότητα σε αυτά τα μικρά παιδάκια που γεννιούνται στη χώρα μας, από πολύ νωρίς να είναι ισότιμοι Έλληνες πολίτες».
Προκαταλαμβάνοντας ενδεχόμενα επιχειρήματα, ζήτησε να μην υπάρχει σύγχυση με τους μετανάστες της πρώτης γενιάς που βρίσκονται στη χώρα μας από το 1990 μέχρι το 2000 και το νέο ρεύμα μεταναστών που εισέρχονται στη χώρα μας. Όπως εξήγησε, τα χαρακτηριστικά τους είναι τελείως διαφορετικά, διότι από αυτούς κανείς δεν θέλει να μείνει στην Ελλάδα, ενώ οι μετανάστες της πρώτης γενιάς δείχνουν εξαιρετική επιμονή, παρά τις τόσες αντιξοότητες και τα δεινά που έχουν υποστεί να αποκτήσουν την ελληνική ιθαγένεια.
«Εμείς, δηλαδή, τι λέμε σε αυτούς τους μετανάστες που παρόλα τα εμπόδια επιμένουν να μένουν στην Ελλάδα και εκφράζουν τη βούλησή τους τα παιδιά τους να γίνουν Έλληνες; Είναι τα παιδιά των μεταναστών μετανάστες; Δεν είναι μετανάστες. Η μόνη πατρίδα για αυτά είναι η Ελλάδα. Εδώ που έζησαν και γνώρισαν τον κόσμο. Και θα στερήσουμε σε αυτά τα παιδιά την ιθαγένεια;» απηύθυνε το ερώτημα η κ. Χριστοδουλοπούλου.
Ακόμη, η αναπληρώτρια υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής τόνισε ότι αυτό το νομοσχέδιο αποτελούσε μία μεγάλη νομική εκκρεμότητα, ήταν μία υπόσχεση σε μία μεγάλη πλειοψηφία, αφού από το 2013 δεν υπήρχε νόμος που να ρυθμίζει τα ζητήματα ιθαγένειας για τα παιδιά δεύτερης γενιάς μεταναστών.
«Αποφασίσαμε να ακολουθήσουμε μία διαδικασία για να υπάρχει μία μεγάλη πολιτική συναίνεση μέσα στη Βουλή. Θέλω να εξομολογηθώ ότι οι διατάξεις του νομοσχεδίου δεν απηχούν την ιδεολογική άποψη του ΣΥΡΙΖΑ. Έχουν δεχθεί μεγάλη κριτική γιατί δεν είναι ριζοσπαστικές. Παρόλα αυτά επιμένουμε σε μία ισορροπημένη γραμμή που είναι ρεαλιστική και βιώσιμη. Ένας κράτος πρέπει να νομοθετηθεί σύμφωνα με τις ανάγκες, και οι ανάγκες των παιδιών, εν προκειμένω, μας καθοδηγούν» υπογράμμισε η κ. Χριστοδουλοπούλου. Όπως σημείωσε, και σε άλλες χώρες, κυβερνήσεις πολύ διαφορετικής ιδεολογίας ψήφισαν πιο ανοιχτές ρυθμίσεις και εξήγησε: «Για εμάς η ιθαγένεια δεν αποτελεί δώρο, προνόμιο ή έπαθλο, αποτελεί μία ανάγκη και μία υποχρέωση του κράτους σε παιδιά που έχουν μεγαλώσει εδώ, που έχουν γεννηθεί εδώ».
«Το νομοσχέδιο για την απόδοση της ιθαγένειας δεν αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ, ούτε τα παιδιά μεταναστών δεύτερης γενιάς, αλλά την ίδια τη Δημοκρατία» κατέληξε η κ. Χριστοδουλοπούλου.