Με αφορμή τη σύλληψη του 23χρονου για σωρεία επιθέσεων εις βάρος γυναικών στην περιοχή των Εξαρχείων, ο υπουργός Επικρατείας Μάκης Βορίδης μίλησε για θέματα δικαιοσύνης στον τηλεοπτικό σταθμό «Open». Αφού παρατήρησε πως «μιλάτε σε έναν άνθρωπο, ο οποίος είναι υπέρ της αυστηροποιήσεως όλου του πλαισίου», συμπλήρωσε: «Δεν μπορείς να αφήνεις ελεύθερο κάποιον, ο οποίος έχει κάνει ένα τέτοιο αδίκημα».
Συν τοις άλλοις, «πρέπει να υπάρξει συνεννόηση με τους δικαστές να προσπαθούν να εξαντλούν το 18μηνο, αν έχουμε θέματα προφυλακίσεως. Ειδικά όταν έχουμε έναν άνθρωπο, ο οποίος είναι αλλοδαπός. Όχι για κανένα άλλο λόγο, αλλά διότι η διαμονή του αλλοδαπού έχει συνήθως περιστασιακά χαρακτηριστικά».
Στο σημείο αυτό, όμως, ο Μ. Βορίδης εξήγγειλε νομοθετική πρωτοβουλία εκ μέρους της κυβέρνησης, καθώς, όπως είπε, μέσα στο επόμενο χρονικό διάστημα θα αναρτηθεί στη διαβούλευση το σχετικό νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης. «Εμείς θα αυστηροποιήσουμε πάρα πολύ το πλαίσιο της υφ’ όρον απολύσεως και των αναστολών», προανήγγειλε διευκρινίζοντας πως «δεν έχουμε ανάγκη να βαρύνουμε τις ποινές φυλακίσεως ή καθείρξεως. Είναι αυστηρές, προσήκουσες, αυτές που πρέπει». Το πρόβλημα είναι ότι «δεν εκτίονται […] Βλέπεις κάποιον που έχει 20 χρόνια, να καταλήγει να βγαίνει στα 7».
Σύμφωνα με την προσέγγιση του κ. Βορίδη, «ορισμένες κατηγορίες θα μπορούσαν να κάνουν πλήρη έκτιση, αλλά, κυρίως, να υπάρξει μια οριστική αποτίμηση της προσωπικότητας του κρατουμένου που ζητάει να βγει και να μην υπάρχει μια τυπική διαδικασία», όπως επέτρεψε νόμος του ΣΥΡΙΖΑ, συμπλήρωσε.
Αλλάζοντας θέμα, για τις εξελίξεις στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης -διευκρινίζεται ότι η συνέντευξη παραχωρήθηκε πριν την ανακοίνωση ανεξαρτητοποίησης βουλευτών- όταν του ζητήθηκε να συγκρίνει τη σημερινή κοινοβουλευτική παρουσία του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία με εκείνην επί προεδρίας Αλέξη Τσίπρα, απάντησε ότι «προφανώς ήταν καλύτερη επί ηγεσίας Τσίπρα».
Για την αντιπολίτευση εν γένει, παρατήρησε εξάλλου ότι, το γεγονός ότι «στη Βουλή έχουμε οκτώ κόμματα, δημιουργεί πολύ μεγαλύτερη πίεση στην κυβέρνηση από το να έχει τρία. Γιατί υπάρχει μια πολύπλευρη κριτική από διάφορες οπτικές […] έχεις ξαφνικά 5-6 μέτωπα […] δεν έχουμε στριμωχτεί γιατί είμαστε πάρα πολύ καλή κυβέρνηση».
Στη δημοσιογραφική παρατήρηση ότι στη συζήτηση σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών, την Πέμπτη, στη Βουλή, ο πρωθυπουργός αφιέρωσε περισσότερο χρόνο στον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ από ό,τι στον επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, ο υπουργός Επικρατείας εξήγησε: «Ακούσαμε την ομιλία Φάμελλου, κανένα επιχείρημα, καταγγελτικός, ισοπεδωτικός λόγος. Δεν χρειάζεται πολλά να του απαντήσεις σε αυτό. Αυτό τελειώνει σε τρία λεπτά. Και ακούσαμε τον κ. Ανδρουλάκη, ο οποίος ήρθε και έθεσε πέντε ζητήματα. Στα οποία ο πρωθυπουργός θεώρησε ότι έπρεπε να απαντήσει. Έχει να κάνει με την ποιότητα της αντιπολίτευσης», συμπέρανε.
Επιπλέον, «εάν σε δύο μήνες αποχωρήσουν (σσ από το ΣΥΡΙΖΑ) άλλοι δέκα (βουλευτές) γιατί είδαν ότι τους πέρασε και το ΚΚΕ, και επομένως βαθαίνει η κρίση στο ΣΥΡΙΖΑ», τότε είναι πιθανό κάποια στιγμή να γίνει το ΠΑΣΟΚ αξιωματική αντιπολίτευση, με κριτήριο, βέβαια, την κοινοβουλευτική δύναμη.
Κληθείς, στο σημείο αυτό, να σχολιάσει το χαρακτηρισμό «Black Friday», που χρησιμοποίησε ο πρωθυπουργός για τη μείζονα αντιπολίτευση, ο Μ. Βορίδης είπε: «Πολύ ωραίο είναι […] και το βλέπω να υλοποιείται». Απέρριψε εκ νέου, πάντως, τη μομφή ότι η κυβέρνηση συμπεριφέρεται με αλαζονεία.
Στα της φορολόγησης ελευθέρων επαγγελματιών και αυτοπασχολουμένων, υποστήριξε εν πρώτοις ότι «η διατύπωση στο προεκλογικό μας πρόγραμμα ήταν σαφέστατη. Είχαμε μιλήσει για μείωση του τέλους επιτηδεύματος με ταυτόχρονη ενίσχυση της φορολογικής συμμόρφωσης, και ειδικά στους ελεύθερους επαγγελματίες». Κατά συνέπεια, προσέθεσε, «όταν διαβάζεις για φορολογική συμμόρφωση, σημαίνει ότι κάτι θα επιτύχω».
Ενώ επικαλέσθηκε σειρά στοιχείων για το θέμα: «25% των ελευθέρων επαγγελματιών και αυτοαπασχολουμένων επί σειρά ετών κάνει μηδενική δήλωση. Σας φαίνεται φυσιολογικό; Πιστεύετε ότι είναι ειλικρινείς οι δηλώσεις αυτές; […] Πόσα από τα 700.000 ΑΦΜ μπορούν να ελεγχθούν και μάλιστα σε βάθος, για να επιτύχουμε τη συμμόρφωση; […] Το ότι 70% των δηλώσεων είναι κάτω από το μισθό του ανειδίκευτου εργάτη είναι κάτι που σας πείθει;».
Και, εν κατακλείδι, «ο πυρήνας της στρατηγικής μας στο συγκεκριμένο θέμα είναι σωστός. Υπάρχουν ρυθμίσεις που μπορεί να είναι άδικες σε ένα οριζόντιο μέτρο; Απαντώ: μάλιστα. Είναι, όμως, οριζόντιο; Πρώτον, είναι μαχητό. Δεύτερον, εξαιρεί τους νέους επαγγελματίες για σημαντικό χρονικό διάστημα […] η εξίσωση γίνεται στο 5ο έτος και θα δούμε αν υπάρχει περιθώριο βελτιώσεως». Τέλος, «νομίζω ότι το υπουργείο θα τα δει και θα παρουσιάσει την τελική του πρόταση όταν τελειώσει η διαβούλευση […] δεν θα αναιρέσουμε τη φιλοσοφία του, αλλά διορθώσεις νομίζω…».
Παρεμβαίνοντας στη συζήτηση για αύξηση των ορίων ηλικίας (συνταξιοδότησης), ο υπουργός Επικρατείας επεσήμανε πως δεν έχει ακούσει κάτι σχετικό εντός της κυβέρνησης. Κατέθεσε, ωστόσο, την προσωπική του θεώρηση, ότι σε ορισμένα επαγγέλματα, άνθρωποι που «δουλεύουν στο γραφείο και δουλεύουν με το μυαλό τους, το υποχρεωτικό όριο ηλικίας στα 67 είναι θέμα. Αν θέλει να βγει (σ.σ. στη σύνταξη), να βγει. Αλλά, αν θέλει να κάτσει παραπάνω, εγώ θα έδινα τη δυνατότητα αυτή. Για την υποχρεωτικότητα δεν έχω ακούσει κάτι, δηλαδή το υποχρεωτικό όριο συνταξιοδοτήσεως να πάει προς τα πάνω. Αλλά το προαιρετικό, σε ορισμένες δουλειές, είναι κάτι το οποίο ακούω».
Για το γάμο των ομόφυλων ζευγαριών, τέλος, παρατήρησε πως «ξανανοίγει αυτή η κουβέντα και λέμε πάλι τα ίδια. Ισχύουν οι θέσεις μου, είναι θέμα του πρωθυπουργού το πότε θα εκδηλωθεί αυτή η πρωτοβουλία». Ο ίδιος δήλωσε αντίθετος και στα δύο (γάμος – υιοθεσία). «Όταν είσαι αντίθετος στο γάμο, κατά μείζονα λόγο είσαι αντίθετος στην υιοθεσία», ανέφερε θυμίζοντας ταυτοχρόνως πως είναι ήδη εν ισχύι το σύμφωνο συμβίωσης.
Προσέθεσε, όμως, ένα ακόμη επιχείρημα στη συζήτηση: «Το Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, όχι ο Βορίδης, έκρινε το ζήτημα της ισότητας και της παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε περίπτωση που υπάρχει κράτος, το οποίο δεν έχει αναγνωρίσει το γάμο. Το Δικαστήριο είπε ότι ο γάμος είναι θεσμός, ο οποίος κυρίως αφορά πρωτίστως και κυρίως τα ζητήματα της οικογένειας. Και επομένως, σε περίπτωση μη θεσπίσεώς του δεν υπάρχει οποιαδήποτε παραβίαση της αρχής της ισότητας. Εναπόκειται στο κράτος και την εσωτερική έννομη τάξη να αποφασίσει ό,τι θέλει να αποφασίσει».
Ταυτοχρόνως μίλησε και για την επιλογή του πρωθυπουργού «να επιτρέψει στους βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας να εκφρασθούν κατά συνείδηση», χωρίς, δηλαδή, να τεθούν ζητήματα πειθαρχίας. Ενώ για τους υπουργούς, ειδικότερα, απάντησε: «Δεν το ξέρω, από ό,τι καταλαβαίνω, (σ.σ. θα ισχύσει) και στους υπουργούς». Διευκρίνισε πάντως ότι «στα ζητήματα της συνειδήσεως εννοείται ότι εγώ δεν μπορώ να κάνω πίσω. Αν μου πει κάποιος, “θα το κάνεις υποχρεωτικά αυτό”, δεν μπορώ να το κάνω».