Ένα «κοκτέιλ» φυσικών ουσιών του ανθρώπινου δέρματος θα μπορούσε να αποτελέσει μελλοντικά ένα αποτελεσματικότερο εναλλακτικό αντικουνουπικό σε σχέση με τα υπάρχοντα, καθώς καθιστά το ανθρώπινο σώμα «αόρατο» στα κουνούπια.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Ούλριχ Μπέρνιερ του κέντρου ερευνών του υπουργείου Γεωργίας των ΗΠΑ, έκαναν με επιτυχία δοκιμές, που έδειξαν ότι ένα χέρι πάνω στο οποίο είχε ψεκασθεί το εν λόγω «κοκτέιλ», γινόταν αόρατο για τα κουνούπια, τα οποία αδιαφορούσαν πλήρως να το τσιμπήσουν. Η συγκεκριμένη ομάδα φυσικών ουσιών δρα μπλοκάροντας την ικανότητα των κουνουπιών να μυρίζουν τους στόχους τους.
Οι ερευνητές ευελπιστούν ότι η ανακάλυψή τους θα βρει πρακτική εφαρμογή και θα βοηθήσει, μεταξύ άλλων, στην καταπολέμηση της εξάπλωσης αρκετών επικίνδυνων ασθενειών. Μόνο η ελονοσία, που μεταδίδεται από τα κουνούπια, σκοτώνει περίπου 600.000 ανθρώπους το χρόνο, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ενώ οι συνολικοί θάνατοι λόγω των κουνουπιών -φορέων από διάφορες ασθένειες διεθνώς ξεπερνούν το ένα εκατομμύριο ετησίως.
Νωρίτερα, φέτος, μια άλλη επιστημονική ομάδα ανακοίνωσε πως το πλέον ευρέως χρησιμοποιούμενο αντικουνουπικό Deet χάνει σταδιακά την αποτελεσματικότητά του, ενώ αρκετοί άνθρωποι δεν αντέχουν την μυρωδιά του.
Τα κουνούπια μπορούν να μυρίσουν το στόχο τους (άνθρωπο ή ζώο) από απόσταση τουλάχιστον 30 μέτρων. Εδώ και χρόνια, είναι γνωστό ότι μερικοί άνθρωποι «τραβάνε» τα κουνούπια περισσότερο, ενώ άλλοι λιγότερο, κάτι που εξαρτάται και από τις διαφορετικές κοινότητες βακτηρίων που ζουν σε κάθε άνθρωπο και συμβάλλουν στη δημιουργία της διακριτής ανθρώπινης οσμής. Οι αμερικανοί επιστήμονες απομόνωσαν ορισμένες χημικές ουσίες που εκκρίνει με φυσικό τρόπο το ανθρώπινο δέρμα και μπορούν να «σκεπάσουν» την ανθρώπινη μυρωδιά από τα κουνούπια.
Όπως ανέφερε ο Μπρένιερ, η φυσική -και διαφορετική- οσμή που αναδίδει κάθε ανθρώπινο σώμα, συντίθεται από εκατοντάδες πτητικές χημικές ουσίες, μερικές από τις οποίες αφήνουν αδιάφορα τα κουνούπια ή τα απωθούν ή -ακόμα καλύτερα- αδρανοποιούν την ικανότητά τους να μυρίζουν. Το «κοκτέιλ» των επιλεγμένων αντικουνουπικών ουσιών (μεταξύ των οποίων η 1-μεθυλπιπερζίνη), σύμφωνα με τον αμερικανό επιστήμονα, θα μπορούσε μελλοντικά να προστεθεί σε καλλυντικά, λοσιόν και ρούχα.
Ο Τζέιμς Λόγκαν της Σχολής Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου δήλωσε ότι είναι σημαντικό πως η νέα μελέτη εντόπισε ποιες ακριβώς χημικές ουσίες δημιουργούν ανοσμία στα κουνούπια. «Αν μπορεί να δημιουργηθεί ένα νέο αντικουνουπικό, που να είναι πιο αποτελεσματικό, να διαρκεί περισσότερο χρόνο και να είναι χαμηλού κόστους, αυτό θα προσέφερε μεγάλη υπηρεσία στους ταξιδιώτες και σε όσους ανθρώπους ζουν σε περιοχές όπου ενδημούν ασθένειες», πρόσθεσε. Επεσήμανε όμως ότι θα χρειαστούν αρκετά χρόνια, ώσπου να βγει στην αγορά ένα τέτοιο προϊόν.