Ο αυξημένος κίνδυνος εμφράγματος, εγκεφαλικού και άλλων πιθανών επικίνδυνων παρενεργειών που σχετίζεται με αρκετά φάρμακα για την αρθρίτιδα, μπορεί να αποφευχθεί στο μέλλον χάρη στην ανακάλυψη μιας διεθνούς ομάδας ερευνητών, μεταξύ των οποίων μια Ελληνίδα της διασποράς, η καθηγήτρια βιολογικής χημείας ‘Αννα Νικολάου του πανεπιστημίου του Μάντσεστερ.
Φάρμακα όπως το Vioxx, το ντικλοφενάκ, το ιμπουπροφέν και το Celebrex δρουν μπλοκάροντας το ένζυμο Cox-2 στο αίμα του ασθενούς, δράση που έχει θεωρηθεί υπεύθυνη για αυτές τις δυνητικές παρενέργειες. Η νέα έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε ποντίκια, αποκάλυψε για πρώτη φορά ότι το εν λόγω ένζυμο απουσιάζει κυρίως από τα μεγάλα αιμοφόρα αγγεία, αντίθετα είναι παρόν στον εγκέφαλο, το έντερο, τα νεφρά και τον θύμο αδένα.
Τώρα οι επιστήμονες ευελπιστούν ότι θα μπορέσουν να αναπτύξουν πιο ασφαλή φάρμακα για τους ασθενείς με αρθρίτιδα, καθώς και καρκίνο. Τα φάρμακα για την αρθρίτιδα εδώ και χρόνια έχουν σχετιστεί με εν δυνάμει θανατηφόρες καρδιαγγειακές παρενέργειες και γι’ αυτό το λόγο το αντιφλεγμονώδες φάρμακο Vioxx αποσύρθηκε από την αγορά το 2004, ενώ πρόσφατα υπήρξε προειδοποίηση ότι ορισμένοι ασθενείς θα ήταν καλύτερα να σταματήσουν το αναλγητικό ντικλοφενάκ.
Έως τώρα οι επιστήμονες πίστευαν ότι το ένζυμο Cox-2 συγκεντρώνεται στα αιμοφόρα αγγεία παίζοντας κεντρικό ρόλο κατά του σχηματισμού θρόμβων. Οποιοδήποτε φάρμακο αναστέλλει τη δράση του συγκεκριμένου ενζύμου (όπως συμβαίνει με αρκετά φάρμακα για την αρθρίτιδα) αυξάνει τον κίνδυνο για θρόμβωση.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την καθηγήτρια Τζέην Μίτσελ της Ιατρικής Σχολής του Imperial College του Λονδίνου, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «PLoS ONE», δήλωσαν ότι από τη στιγμή που εντόπισαν τις περιοχές του σώματος όπου τείνει να συγκεντρώνεται το ένζυμο Cox-2, είναι θέμα χρόνου να αναπτυχθούν πιο ασφαλή φάρμακα κατά της αρθρίτιδας και του καρκίνου, κάτι που εκτιμάται ότι μπορεί να συμβεί στα επόμενα πέντε έως δέκα χρόνια.
Οι ερευνητές κατάφεραν να μετρήσουν με ακρίβεια τις συγκεντρώσεις του Cox-2 στο σώμα, χρησιμοποιώντας γενετικά τροποποιημένα ποντίκια, στα οποία το γονίδιο του Cox-2 είχε αντικατασταθεί με το γονίδιο της λουσιφεράσης, μιας ουσίας που προσδίδει στις πυγολαμπίδες την χαρακτηριστική λάμψη τους. Με αυτό τον τρόπο, οι επιστήμονες «είδαν» πώς ακριβώς κατανέμεται στον οργανισμό το επίμαχο ένζυμο.
Η Α. Νικολάου δήλωσε ότι «η νέα μελέτη είναι η πρώτη που χρησιμοποίησε τέτοιου είδους εξελιγμένες τεχνικές για να προσδιορίσει τις τοποθεσίες του Cox-2 μέσα στο σώμα. Η χρήση της φασματομετρίας μάζας και των γενετικά τροποποιημένων ποντικιών συνιστά μια σημαντική πρόοδο σε αυτό το πεδίο».
Η κ. Νικολάου σπούδασε Χημεία στο πανεπιστήμιο της Αθήνας, από όπου και πήρε το διδακτορικό της στη βιοοργανική Χημεία. Υπήρξε καθηγήτρια στη Φαρμακευτική Σχολή του βρετανικού πανεπιστημίου του Μπράντφορντ, προτού μετακινηθεί πρόσφατα στο πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ.