Ένα διουρητικό μπορεί να μειώσει τη σοβαρότητα ορισμένων διαταραχών του αυτισμού, σύμφωνα με μια μελέτη ερευνητών του INSERM (το γαλλικό Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας και Ιατρικής Έρευνας) που δόθηκε στη δημοσιότητα.
Η διπλά τυφλή δοκιμή έγινε σε εξήντα παιδιά ηλικίας 3 ως 11 ετών προσβεβλημένα από αυτισμό, του συνδρόμου Άσπεργκερ περιλαμβανομένου, τα οποία έλαβαν με κλήρωση επί τρεις μήνες είτε το διουρητικό (1 mg βουμετανίδης την ημέρα) για να «μειωθούν τα επίπεδα του χλωρίου» στα κύτταρα, είτε ένα ψευδοφάρμακο.
Όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ, τα παιδιά παρακολουθήθηκαν επί 4 μήνες και στη διάρκεια του τελευταίου δεν ακολούθησαν καμιά θεραπεία.
Η σοβαρότητα των αυτιστικών διαταραχών των παιδιών εκτιμήθηκε στην αρχή της δοκιμής και στο τέλος της θεραπείας, δηλαδή έπειτα από 90 ημέρες και ένα μήνα μετά το τέλος αυτής της τελευταίας.
Μολονότι δεν θεραπεύει από τη νόσο, η αγωγή αυτή επέφερε, στα τρία τέταρτα των παιδιών που υποβλήθηκαν σ’ αυτή, μια άμβλυνση της σοβαρότητας των αυτιστικών διαταραχών, σύμφωνα με τους ερευνητές του γαλλικού ινστιτούτου, οι εργασίες των οποίων δημοσιεύονται αυτή την εβδομάδα στην επιθεώρηση «Translational Psychiatry».
Όταν σταματά η αγωγή, μερικές διαταραχές επανεμφανίζονται.
«Έστω κι αν δεν μπορεί να θεραπεύσει τη νόσο, το διουρητικό μειώνει τη σοβαρότητα των αυτιστικών διαταραχών των περισσότερων παιδιών. Σύμφωνα με τους γονείς αυτών των παιδιών, είναι περισσότερο παρόντα», δήλωσε ο Γεχεζκέλ Μπεν-Άρι (INSERM, Μασσαλία, Γαλλία), έναν απ’ αυτούς που συνυπογράφουν τη δοκιμή μαζί με τον δρα Ερίκ Λεμονιέ, παιδοψυχίατρο εξειδικευμένο στον αυτισμό. Ως παράδειγμα, οι ερευνητές επισημαίνουν ότι βελτιώνονται η προσοχή και η επαφή.
Οι ερευνητές έχουν καταθέσει αίτημα για να εγκριθεί μια δοκιμή σε ευρωπαϊκή κλίμακα. Υπογραμμίζουν την ανάγκη να εκτιμηθούν τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα αυτού του τύπου της θεραπείας και να εμβαθύνει η έρευνα στους μηχανισμούς μέσω των οποίων δρα.