Το κόψιμο του τσιγάρου μάς προσθέτει 4-5 κιλά κατά μέσο όρο μέσα σε ένα χρόνο, αν και τα περισσότερα κιλά προστίθενται ήδη από το πρώτο τρίμηνο, σύμφωνα με μία νέα γαλλο-βρετανική επιστημονική έρευνα.
Οι ερευνητές επεσήμαναν ότι το όφελος για την υγεία από το σταμάτημα του καπνίσματος υπεραντισταθμίζει κατά πολύ το πρόβλημα της όποιας αύξησης του βάρους και, σε κάθε περίπτωση, ο φόβος λίγων παραπάνω κιλών δεν θα πρέπει να αποθαρρύνει κάποιον -κυρίως μία γυναίκα- από το να το κόψει.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή ψυχιατρικής Ανρί-Ζαν Ομπέν του Κέντρου Ερευνών για τον Εθισμό του νοσοκομείου «Πολ Μπρους» και του πανεπιστημίου Paris-Sud του Παρισιού, αξιολόγησαν (μετα-ανάλυση) 62 μελέτες που έχουν δημοσιευθεί μεταξύ των ετών 1989-2011 πάνω στη σχέση διακοπής καπνίσματος και βάρους.
Σύμφωνα με την μελέτη, μετά το κόψιμο του τσιγάρου κατά μέσο όρο το βάρος αυξάνει κατά 1,1 κιλό τον πρώτο μήνα, 2,3 κιλά στους δύο μήνες, 2,9 κιλά στους τρεις μήνες, 4,2 κιλά στο εξάμηνο και 4,7 κιλά μετά από ένα έτος. Η αύξηση αυτή είναι γενικά μεγαλύτερη από τις συνήθεις εκτιμήσεις και σίγουρα πάνω από τα περίπου 2,3 κιλά που, κατά δήλωσή τους, πολλές γυναίκες είναι πρόθυμες να ανεχθούν προκειμένου να κόψουν το τσιγάρο.
Δεν παχαίνουν πάντως κατ’ ανάγκη όλοι όσοι σταματούν το κάπνισμα, καθώς το 16% (περίπου ένας στους έξι) χάνουν βάρος μετά το κόψιμο του τσιγάρου. Από την άλλη όμως, υπάρχουν εκείνοι που βάζουν πολλά παραπανίσια κιλά, καθώς το 13% «βαραίνει» πάνω από δέκα κιλά μετά από 12 μήνες.
Η νικοτίνη αναστέλλει την όρεξη και συχνά αυξάνει τον ρυθμό μεταβολισμού των τροφών, με συνέπεια να «φρενάρει» το πάχος – με σοβαρό τίμημα όμως για την υγεία. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, μια μέτρια αύξηση του βάρους δεν αυξάνει τον κίνδυνο θανάτου, αλλά το κάπνισμα σκοτώνει. Το τσιγάρο είναι η κυριότερη αιτία πρόωρου θανάτου παγκοσμίως.