Τη σύνδεση μεταξύ του υψηλού μορφωτικού επιπέδου και του χαμηλού κινδύνου καρδιαγγειακής νόσου επισημαίνει ακόμα μία έρευνα, επιβεβαιώνοντας προηγούμενες μελέτες, η οποία δείχνει επιπλέον πως οι γυναίκες ωφελούνται περισσότερο από τη σύνδεση αυτή.
Οι ερευνητές του πανεπιστημίου Μπράουν μελέτησαν δεδομένα 30 ετών για περίπου 3.900 άτομα, χωρισμένα σε τρεις κατηγορίες ανάλογα με τα χρόνια εκπαίδευσής τους (κάτω των 12, 13-16 και άνω των 17 ετών).
Οι επιστήμονες συσχέτισαν τη διάρκεια της εκπαίδευσης με το μέσο επίπεδο της συστολικής πίεσης και διαπίστωσαν ότι όσο περισσότερα ήταν τα χρόνια σπουδών τόσο μικρότερη έτεινε να είναι η πίεση. Για παράδειγμα, οι γυναίκες με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο (που δεν είχαν τελειώσει καν το λύκειο ή το γυμνάσιο) είχαν 3,26 mmHg υψηλότερη πίεση σε σχέση με όσες είχαν το υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο (μάστερ ή διδακτορικό), ενώ στους άνδρες η αντίστοιχη διαφορά υπήρχε επίσης, αλλά ήταν μικρότερη (2,26 mmHg). Η διαφορά αυτή ίσχυε, αν και σε μικρότερο βαθμό, όταν απομονώθηκαν άλλοι επιβαρυντικοί παράγοντες για την πίεση, όπως το κάπνισμα, η κατανάλωση αλκοόλ, η παχυσαρκία κ.ά.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, το χαμηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης προδιαθέτει τους ανθρώπους να εμφανίσουν υψηλότερο επίπεδο στρες, επειδή συνήθως κάνουν δουλειές με μεγαλύτερο άγχος και υψηλές απαιτήσεις από τους εργοδότες τους, χωρίς, από την άλλη, να αισθάνονται ότι μπορούν να έχουν τον απαιτούμενο έλεγχο στην εργασία και τη ζωή τους, πράγμα που -σε συνδυασμό με τη διαβίωση συχνά στο όριο της φτώχειας και σε υποβαθμισμένες περιοχές- αυξάνει την κατάθλιψη και την πίεσή του αίματος.