Τη δική του θέση στην ιστορική μνήμη διεκδικεί το ολοκαύτωμα των Πύργων Κοζάνης, το δεύτερο μεγαλύτερο σε αριθμό θυμάτων κατά την περίοδο της Κατοχής, έπειτα από τη σφαγή των Καλαβρύτων.
Σήμερα συμπληρώνονται 71 χρόνια από την άγνωστη στο ευρύ κοινό θηριωδία των ναζί και των ελλήνων συνεργατών τους, που άφησαν πίσω τους περισσότερους από 340 νεκρούς -στην πλειονότητά τους γυναικόπαιδα- και έσβησαν για χρόνια από τον χάρτη το προσφυγικό χωριό στους πρόποδες του Βερμίου.
Ήταν 23 Απριλίου του 1944, όταν ξεκίνησε από εδώ η εκκαθαριστική επιχείρηση κατά των ανταρτών με την κωδική ονομασία «Καταιγίδα του Μάη», στο όρος Βέρμιο, όπου είχε την έδρα και το πεδίο δράσης του το 16ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ. Ο δάσκαλος και συγγραφέας Στάθης Ταξίδης, με προσωπική έρευνα δεκαετιών, συνέλεξε και διέσωσε από τη λήθη μαρτυρίες που κόβουν την ανάσα:
Στη Μεσαία Συνοικία έγιναν παρανάλωμα του πυρός 180 άνθρωποι. Στην ίδια γειτονιά οι επιδρομείς ξέσκισαν με τις ξιφολόγχες τους την κοιλιά της Σοφίας Γκέσιου, που είχε γεννήσει μόλις την προηγούμενη μέρα, αφού προηγουμένως σκότωσαν μπροστά στα μάτια της τα δίδυμα μωρά και τον άντρα της. Η Άννα Κοσμίδου προσπάθησε μάταια να προστατεύσει τα πέντε παιδιά της μέσα στα φορέματά της. Η ίδια σώθηκε ημιθανής, μέσα στον σωρό των νεκρών παιδιών της.
Ο Περικλής Μελκόπουλος είχε χωθεί σε μια κρυψώνα με τη γυναίκα του και τα τέσσερα παιδιά τους. Το κλάμα του μικρότερου παιδιού τούς πρόδωσε.
Ο γερμανός στρατιώτης που τους ξετρύπωσε τους λυπήθηκε και δεν τους εκτέλεσε. Τους συμβούλεψε όμως να πνίξουν το μωρό για να μην τους «προδώσει» στα SS. Οι γονείς, φυσικά, δεν το έκαναν και τελικά η οικογένεια σώθηκε.
Οι Γερμανοί χτένισαν τις πλαγιές του Βερμίου, ξετρύπωσαν 95 ανθρώπους από σπηλιές και λαγούμια από την Άνω Συνοικία και τους εκτέλεσαν εν ψυχρώ στη Μεγάλη Πέτρα.
Η εκτέλεση των υπολοίπων στην Κάτω Συνοικία ματαιώθηκε την τελευταία στιγμή, με διαταγή που έφερε γερμανός μοτοσικλετιστής να μεταφερθούν ως αιχμάλωτοι στα Χάνια της Πτολεμαΐδας. Εκεί οι κατακτητές σκότωσαν τη δασκάλα Αναστασία Σιούλη, τον νεαρό Κώστα Βαρβέρη και άλλα μέλη ΕΑΜικών οργανώσεων, αφού πρώτα τους βασάνισαν και τους υποχρέωσαν να σκάψουν οι ίδιοι τους τάφους τους. Οι νεκροί έμειναν άταφοι για μέρες και αφέθηκαν βορά στα άγρια θηρία. Έπειτα από δέκα μέρες οι επιζήσαντες επέστρεψαν εκλιπαρώντας την άδεια του κατακτητή για να αναγνωρίσουν και να θάψουν τους νεκρούς τους σε ομαδικούς τάφους.
Μέχρι και σήμερα ο τελικός αριθμός των θυμάτων παραμένει άγνωστος, όπως γράφει το «Έθνος». «Τα αρχεία της κοινότητας κάηκαν, πολλοί από όσους έφυγαν δεν επέστρεψαν ποτέ και δεν έμαθε κανείς την τύχη τους, ενώ ακολούθησε και ο εμφύλιος», εξηγεί ο κ. Ταξίδης. Δημόσιο έγγραφο της εποχής κάνει λόγο για 318 νεκρούς. Μετά ο δήμαρχος Πτολεμαΐδας τους ανεβάζει στους 328.
Σύμφωνα με τον ερευνητή, ο τελικός απολογισμός σήμερα αριθμεί 341 νεκρούς, με τον ίδιο να εκτιμά πως είναι ακόμα μεγαλύτερος. Μέχρι σήμερα, όπως επισημαίνει, δεν έχει εκδηλωθεί κάποια οργανωμένη προσπάθεια διεκδίκησης αποζημιώσεων από τους επιζώντες και τους απογόνους τους. Οι όποιες πρωτοβουλίες ήταν αποσπασματικές και έμειναν στη μέση.
Πέρυσι, με τη συμπλήρωση 70 ετών από το Ολοκαύτωμα, μέλη του ελληνογερμανικού συλλόγου «Διάλογος» από τη Βρέμη έστησαν στους Πύργους το λεγόμενο Μνημείο Συγνώμης και φύτεψαν το δέντρο συμφιλίωσης.