Άπειρες συζητήσεις έχουν γίνει, ώρες άσκοπες έχουν δαπανηθεί και το ζήτημα για την ονομασία της μπουγάτσας μεταξύ Θεσσαλονικέων και Αθηναίων έμεινε άλυτο. Μπουγάτσα με κρέμα, μπουγάτσα με τυρί ή… Μπουγατσάν;
Κι όμως, ένα νέο γλυκό ήρθε για να τροφοδοτήσει τις γαστριμαργικές… αντιδικίες που ταλανίζουν κατά καιρούς Βόρειους και Νότιους.
Το Μπουγατσάν είναι ένα κρουασάν με γέμιση από κρέμα μπουγάτσας, πασπαλισμένο με άχνη και κανέλα. Πρόκειται για μια «εφεύρεση» του Δημήτρη Κοπαράνη, που ασχολείται με τα υβριδικά επιδόρπια (Hybric Deserts), μια από τις πιο σύγχρονες τάσεις στη διεθνή κουζίνα.
«Το Μπουγατσάν δεν είναι γλυκό. Είναι ένα κοινωνικό σχόλιο, με έντονη δόση χιούμορ» αναφέρει, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο κ.Κοπαράνης.
«Ένωσα το Παρίσι με τη… Θεσσαλονίκη ως ένα είδος απάντησης στη μεγαλομανία που μας πιάνει κατά καιρούς» προσθέτει χαμογελώντας.
Αυτή είναι η φιλοσοφία των υβριδικών επιδορπίων: η μίξη γλυκών, χωρίς να επεμβαίνει κανείς στα βασικά συστατικά τους. «Στο Μπουγατσάν, για παράδειγμα, έχουμε ένα κανονικό κρουασάν, με γέμιση από κρέμα, ίδια με αυτήν που χρησιμοποιούμε στην μπουγάτσα» αναφέρει ο κ.Κοπαράνης.
«Αυτό που κάνει τη διαφορά είναι ότι στο εστιατόριό μας το σερβίρουμε φρέσκο, με την κρέμα ζεστή, την οποία προσπάθησα να κάνω όσο καλύτερη μπορώ ακολουθώντας τη συνταγή της μαμάς μου (σ.σ. από την κατεξοχήν πατρίδα της μπουγάτσας, τις Σέρρες)» συμπληρώνει.
Ο Δημήτρης Κοπαράνης δεν αποκαλεί τον εαυτό του σεφ, γιατί απλώς, όπως λέει ο ίδιος, δεν είναι. «Δεν είμαι σεφ, δεν μπορώ να αποκαλέσω τον εαυτό μου έτσι. Μάγειρας, ναι. Απλώς, κάποια στιγμή, το 2011 αναγκάστηκα να μαγειρέψω επαγγελματικά και αποφάσισα να το κάνω. Το να το κάνω όσο καλύτερα μπορώ δεν ήταν θέμα επιλογής» προσθέτει.
«Αυτό με το οποίο ουσιαστικά ασχολούμαι είναι η καλλιτεχνική διεύθυνση των εστιατορίων, φροντίζω να αποκτούν μια γραμμή, ένα κόνσεπτ» τονίζει.
Έχει μαγειρέψει δίπλα στον σεφ Δημήτρη Σκαρμούτσο, από τον οποίο, όπως λέει, έμαθε πολλά μυστικά μαγειρικής, Είναι food blogger, food editor, και γράφει σε πολλά περιοδικά. Ασχολείται επίσης, μέσω μιας εταιρείας, με τα ελληνικά παραδοσιακά προϊόντα, τα οποία προωθεί στην αγορά και, κατά μία έννοια, «συστήνει εκ νέου» στον κόσμο.
«Με ενδιαφέρει ως άνθρωπο, να αναδείξω την ανάγκη για καλό φαγητό.
Πρέπει να σεβόμαστε αυτό που τρώμε. Να μην το ευτελίζουμε. Το φαγητό δεν χρειάζεται να είναι ακριβό αλλά απαιτεί μια διαδικασία, μια φροντίδα» σημειώνει.
Το φαγητό μες τα σακουλάκια τον απωθεί. «Μάθαμε να μαγειρεύουμε τρόφιμα που βγαίνουν μέσα από συσκευασίες και χάσαμε την έννοια του αληθινού φαγητού».
«Μαγειρέψτε με μεράκι, με διάθεση, με αγάπη για αυτό που κάνετε» είναι η πρόταση του Δημήτρη Κοπαράνη, που δεν κάνει εκπτώσεις στην ποιότητα. «Στο εστιατόριο που μαγειρεύω έρχονται και οι φίλοι μου, η οικογένειά μου, γνωστοί μου- και όχι μόνο.
Θέλω να τους μαγειρεύω όσο καλύτερα μπορώ. Δεν μπορώ να κάνω εκπτώσεις από τα υλικά και να ψάχνω φθηνότερα συστατικά που δεν με ικανοποιούν. Θέλω να πω, δεν θα προσέφερα ένα φαγητό χαμηλότερης ποιότητας για να εξοικονομήσω χρήματα. Πρέπει να μπει κανείς στη λογική του: θα το έκανες αυτό για την οικογένειά σου;».
Είναι η καλή κουζίνα το μυστικό της επιτυχίας ενός εστιατορίου τελικά; Ο Δημήτρης Κοπαράνης δεν πιστεύει σε μαγικές συνταγές. «Το φαγητό δεν είναι το μοναδικό ζητούμενο. Είναι ο κόσμος, η ατμόσφαιρα, αυτό που εκπέμπει ο περιβάλλων χώρος. Σε ένα εστιατόριο δεν πας μόνο για να φας και συνήθως δεν επιδιώκεις να φας κάτι εξεζητημένο, αναζητάς οικείες γεύσεις».
Μπορεί να μην υπάρχουν «μαγικές» συνταγές, αλλά ο δημιουργικός οίστρος του 38χρονου Δημήτρη επιφυλάσσει «περίεργες» και ασυνήθιστες προτάσεις: Κρουασάν με κανέλα και κρέμα από φιστίκι, κρουασάν με κρέμα λουκούμι τριαντάφυλλο και για το καλοκαίρι, κρουασάν με παγωτό είναι μόνο μια μικρή «γεύση» από όσα έπονται.