Με μείωση παραγωγής κατά 80% ολοκληρώθηκε φέτος η συγκομιδή της επιτραπέζιας ελιάς Χαλκιδικής, με την παραγωγή να εκτιμάται ότι θα ανέλθει ως και 20.000 τόνους, έναντι των 100.000 πέρυσι, που αποτέλεσε και μια από τις καλύτερες χρονιές για τους ελαιοπαραγωγούς της Χαλκιδικής. Αυτό τόνισε ο πρόεδρος της ΕΑΣ Πολυγύρου, Ευάγγελος Ευαγγελινός. Στο νομό δραστηριοποιούνται περισσότεροι από 19.000 ελαιοπαραγωγοί, με τον αριθμό αυτό να αυξάνει συνεχώς και καλλιεργούνται πάνω από 300.000 στρέμματα ελιάς.
Μάλιστα, όπως επεσήμανε μπορεί η έλλειψη προϊόντος να εκτόξευσε την τιμή του παραγωγού από τα 0,80 λεπτά/κιλό στα 1,40 ευρώ/κιλό, ωστόσο οι ελαιοπαραγωγοί όχι μόνο δεν είδαν κέρδος, αλλά δυσκολεύονται σημαντικά και να προβούν στις απαιτούμενες ενέργειες ώστε να φροντίσουν τα δέντρα τους και να έχουν μια καλύτερη χρονιά φέτος.
Αναφορικά με το τι έφταιξε και δεν πήγε καλά η φετινή καλλιεργητική περίοδος, ο κ. Ευαγγελινός ανέφερε τις υψηλές θερμοκρασίες του Μαΐου, σε συνδυασμό με την εμφάνιση δάκου.
Ο πρόεδρος της ΕΑΣ Χαλκιδικής Μουδανιών Φώτης Γκλαράκης, επιβεβαιώνοντας τα αναφερόμενα, μίλησε επιπλέον για την «ταυτότητα» της Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ) που έχει πάρει η ελιά της Χαλκιδικής και κληθείς να σχολιάσει εάν είναι μεγάλος ο κίνδυνος απώλειας αγορών του εξωτερικού λόγω της φετινής κατάστασης τόνισε: «θεωρώ ότι οι αγορές δεν θα χαθούν αν μάλιστα γίνει καλή διαχείριση και υπάρξει βοήθεια από την Πολιτεία». Περαιτέρω τόνισε ότι όλες οι Ενώσεις της περιοχής, παρ’ όλη την άσχημη κατάσταση, προσπάθησαν να ικανοποιήσουν έστω και ελάχιστα το μεγάλο ενδιαφέρον των ξένων, ευελπιστώντας και σε μελλοντική συνεργασία.
Στο μεταξύ, οι ελαιοπαραγωγοί της Χαλκιδικής εμφανίζονται ιδιαίτερα προβληματισμένοι για το «τι μέλλει γενέσθαι» καθώς, όπως εξηγούν δεν έχουν ακόμα πληρωθεί για τις δύο προηγούμενες χρονιές. «Μας χρωστούν εκατομμύρια ευρώ και παρά τις δικαστικές μας διαμάχες, δεν βλέπω να παίρνουμε τα χρήματά μας», ανέφερε χαρακτηριστικά ο ελαιοπαραγωγός του νομού Φιλαλήθης Καπάνδριας.
Υπογραμμίζει δε, ότι, ενώ διάφορες μεγάλες εταιρείες φαρμάκων και λιπασμάτων στο εξωτερικό πωλούν σε χαμηλές τιμές, στην Ελλάδα οι αγρότες αναγκάζονται να καταβάλλουν «αστρονομικά ποσά» για τα ίδια ακριβώς προϊόντα.
Από την πλευρά του ο πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Ορμύλιας Γιώργος Λανταβός, μεταξύ άλλων επανέλαβε ότι πρέπει να ενισχυθεί ο θεσμός των Ενώσεων και να απεμπλακεί το προϊόν από τους μεσάζοντες. Τόνισε δε ότι στην περιοχή της Ορμύλιας, περίπου χίλιες οικογένειες καλλιεργούν περί τα 32.000 στρέμματα.
Στο μεταξύ, κληθέντες να σχολιάσουν την κίνηση του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων να προωθήσει την αποζημίωση μέσω ΠΣΕΑ 2013 σε ελαιοπαραγωγούς για τις ζημιές που υπέστησαν, οι παραγωγοί μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ τη χαρακτήρισαν ως «μάννα εξ’ ουρανού, αλλά και θείο δώρο». Επισημαίνεται πως ο αρμόδιος υπουργός, Αθανάσιος Τσαυτάρης, αναμένεται στη Χαλκιδική το προσεχές Σάββατο, όπου σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, πρόκειται να ανακοινώσει το ύψος των αποζημιώσεων.
Η καλλιέργεια ελιάς
Η καλλιέργεια της ελιάς είναι μια από τις σπουδαιότερες δενδρώδεις καλλιέργειες στο μεσογειακό περιβάλλον και πρόκειται για είδος που προσαρμόζεται εύκολα σε αντίξοες καιρικές συνθήκες περιβάλλοντος. Ιδανική μέση ετήσια θερμοκρασία είναι οι 15–20 βαθμοί Κελσίου, με την ελάχιστη όχι κάτω από – 7 βαθμούς, καθώς είναι πιθανό να σπάσουν κλαδιά, και τη μέγιστη όχι πάνω από 40 το καλοκαίρι, γιατί προκαλείται καρπόπτωση.
Ιδιαίτερα σημαντική είναι η άρδευση του δέντρου, καθώς η έλλειψη υγρασίας επιφέρει μειωμένες αποδόσεις, ενώ η καρποφορία είναι συχνά ακανόνιστη, κυρίως στις περιοχές όπου δεν εφαρμόζεται συστηματική λίπανση και άρδευση.
Το φαινόμενο που χαρακτηρίζει την ελιά, είναι η παρενιαυτοφορία που εκδηλώνεται με πλήρη παραγωγή καρπού τη μια χρονιά, ενώ την επόμενη η παραγωγή πέφτει στο 20 – 30% της δυναμικότητας του δέντρου ή και στην πλήρη ακαρπία. Η εξήγηση αυτού του φαινομένου είναι πως η πλήρης ανθοφορία του δέντρου τη μια χρονιά εξαντλεί το δέντρο, με αποτέλεσμα την επόμενη χρονιά να μην αναπτύσσονται καθόλου τα άνθη. Μια μεγάλη παραγωγή χρειάζεται πολλούς υδατάνθρακες και αζωτούχα συστατικά, οπότε δεν μένουν επαρκείς αποθηκευμένες ποσότητες για την επόμενη χρονιά. Το υπερβολικό φορτίο οδηγεί σε περιορισμό της βλάστησης, ενώ «αντίστοιχα, η χρονιά μηδενικής παραγωγής αφήνει το δέντρο να ανακτήσει τις δυνάμεις του».
Για τον περιορισμό του φαινομένου συνιστάται ένα συστηματικό πρόγραμμα λίπανσης και κλαδέματος του δέντρου, με στόχο να διατηρούνται τα θρεπτικά στοιχεία σε επίπεδα ανώτερα από ορισμένες κρίσιμες τιμές, με αποτέλεσμα την εξισορρόπηση της βλάστησης και της ανθοφορίας. Παράλληλα, ιδιαίτερα αποτελεσματικός χαρακτηρίζεται ο περιορισμός της καρπόδεσης με τη χρήση χημικών ουσιών.