Ο ρόλος της λειτουργίας της Δικαιοσύνης, οι σχέσεις της με την κοινωνία, προβλήματα άσκησης στην απονομή της, ο ρόλος του δικαστή, εξετάζονται στο διήμερο συνέδριο «Δικαιοσύνη και Κοινωνία», το οποίο πραγματοποιείται με τη συμμετοχή ανώτατων δικαστικών, στην αίθουσα του δημοτικού συμβουλίου Θεσσαλονίκης. Τις εργασίες της πρώτης ημέρας του συνεδρίου κήρυξε απόψε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Προκόπης Παυλόπουλος, παρουσία του δημάρχου Θεσσαλονίκης Κώστα Ζέρβα, δικαστικών, ακαδημαϊκών, νομικών, κ.ά.
«Η Δικαιοσύνη, όπως όλες οι λειτουργίες σε μια δημοκρατία, υπάρχει για τους πολίτες» υπογράμμισε στο χαιρετισμό της η πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, Αικατερίνη Σακελλαροπούλου. «Οι μαγικές λέξεις: έγκαιρη και αποτελεσματική δικαστική προστασία από ανεξάρτητα αμερόληπτα δικαστήρια, αυτή είναι η αφετηρία για ένα κράτος δικαίου» πρόσθεσε.
Η κ. Σακελλαροπούλου επεσήμανε ότι είναι πλέον ώριμο αίτημα στις σύγχρονες κοινωνίες το μεγαλύτερο άνοιγμα της Δικαιοσύνης προς την κοινωνία, και τόνισε ότι αυτό μπορεί να συμβεί με διάφορους τρόπους, όπως με εκπαιδευτικές δράσεις, με επισκέψεις σχολείων στους χώρους άσκησης της δικαιοσύνης, με τη βελτίωση της σχέσης με τα μέσα ενημέρωση, αλλά αυτό, όπως είπε, «με οργανωμένο τρόπο: όχι με τις καταστρατηγήσεις και το λαϊκισμό που πολλές φορές παρατηρούμε στον τόπο μας…Πρέπει να γίνεται με κανόνες. Και στο Συμβούλιο της Επικρατείας, από πέρυσι έχουμε εισαγάγει τη διαπίστευση των δημοσιογράφων, όπως γίνεται σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες» είπε η κ. Σακελλαροπούλου.
Η πρόεδρος του ΣτΕ πρόσθεσε επίσης, ότι «η αξιοπιστία της Δικαιοσύνης ενισχύεται από το δικαιοδοτικό έργο των δικαστών και συμβάλλει στην ενίσχυση της ασφάλειας δικαίου». Τόνισε ότι η «φιλικότητα» της Δικαιοσύνης απέναντι τον πολίτη μπορεί να επιτευχθεί με πάρα πολλούς τρόπους, και μεταξύ αυτών, «κρίσιμος είναι και ο ρόλος της πληροφορικής στην Δικαιοσύνη». Υπογράμμισε ακόμη, ότι ο δικαστής είναι πολίτης όπως όλοι οι άλλοι, δεν υπερέχει από τους άλλους πολίτες, έχει όμως πολλές δεσμεύσεις. «Ο δικαστής δεν είναι ένας λειτουργός για να έχει ξεχωριστή μισθολογική μεταχείριση, δυστυχώς για μας, δεν αφήνει στο γραφείο τις υποχρεώσεις του όταν αποχωρεί. Οι υποχρεώσεις και οι δεσμεύσεις ακολουθούν το δικαστικό λειτουργό σε όλη του τη ζωή. Είναι ένα βάρος λοιπόν. Οι δικές του τυχόν λανθασμένες ενέργειες, αντανακλούν στο σύνολο του Σώματος». Τόνισε ότι το συνέδριο καλείται να εξετάσει πτυχές που αφορούν τη δεοντολογία, τους περιορισμούς, τη λειτουργία του δικαστή υπό την ιδιότητα αυτή και πρόσθεσε: «Σε ένα κράτος δικαίου, σε μια δημοκρατία, δεν μπορεί οι δικαστές να μένουν έξω από την κριτική, αλλά ποια είναι τα όρια; Πιάνουμε όλες τις πτυχές, αυτά θα κληθούμε να ακούσουμε. Εύχομαι καλή επιτυχία».
Η Δικαιοσύνη πρέπει να υπηρετεί την κοινωνία υπογράμμισε ο πρόεδρος του Αρείου Πάγου, Ιωσήφ Τσαλαγαννίδης. «Η Δικαιοσύνη, χωρίς να χάνει το κύρος της ως λειτουργία του κράτους, πρέπει να μπορεί ταυτόχρονα ως αγαθό να γίνεται κτήμα του κάθε πολίτη» ανέφερε. «Τι είναι Δικαιοσύνη; Κανένα ερώτημα δεν έχει συζητηθεί με τόσο πάθος, για κανένα ερώτημα δεν έχει χυθεί τόσο πολύτιμο αίμα, τόσο πικρά δάκρυα, για κανένα άλλο ερώτημα δεν έχουν στοχαστεί τόσο βαθιά τα πιο φωτεινά πνεύματα, από τον Πλάτωνα μέχρι τον Καντ» ανέφερε ο πρόεδρος του Αρείου Πάγου. «Κι όμως το ερώτημα παραμένει μέχρι σήμερα αναπάντητο. Ίσως γιατί είναι ένα από εκείνα τα ερωτήματα, για τα οποία λέγεται με μια τάση στοχαστικής παραίτησης, πως ο άνθρωπος δεν μπορεί να βρει μια απάντηση. Μπορεί μόνο να προσπαθεί διαρκώς να δώσει καλύτερες απαντήσεις». Όσο για το σύστημα Δικαιοσύνης που ισχύει σε μια χώρα, «χρήσιμο είναι να μπορεί να υπηρετεί την κοινωνία, ως προς μια σειρά αναγκών που τα μέλη της καθημερινά σχεδόν αντιμετωπίζουν».
«Το δίκαιο της Ε.Ε. και το Σύνταγμα, ρυθμίζουν με σειρά διατάξεων τα της οργάνωσης και λειτουργίας του δικαστικού συστήματος» είπε ο γενικός επίτροπος της Επικράτειας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, Δημήτριος Κωστάκης και αναφέρθηκε στις σχετικές διατάξεις.
«Στις δημοκρατικές κοινωνίες, η Δικαιοσύνη αποτελεί βασικό πυλώνα του κράτους δικαίου. Όμως, για να επιτελέσει το σημαντικό της ρόλο, πρέπει να διαθέτει κύρος και να απολαμβάνει την εκτίμηση της κοινωνίας. Αυτό το κύρος και η κοινωνική εμπιστοσύνη αποκτάται με την ποιότητα της ακροαματικής διαδικασίας, καθώς επίσης και με την ποιότητα των δικαστικών αποφάσεων και την έγκαιρη έκδοση και εκτέλεση αυτών. Οι δικαστικές αποφάσεις πρέπει να πείθουν, με άψογη επιχειρηματολογία και να δίνουν λύση» σημείωσε ο κ. Κωστάκης.
Ο ομιλητής κατέθεσε προτάσεις που θα ενίσχυαν λειτουργικά τη δικαιοσύνη, όπως η ψηφιοποίηση των δικαστικών αποφάσεων «με προηγούμενη ανωνυμοποίηση τους», η εισαγωγή αρχών σύγχρονης διοίκησης στα διοικητικά δικαστήρια, η καταβολή συντονισμένης προσπάθειας όλων των εμπλεκομένων φορέων και προσώπων στη διαδικασία απονομής της δικαιοσύνης, κ.ά.
Ο πρόεδρος του δικηγορικού συλλόγου Θεσσαλονίκης, Ευστάθιος Κουτσοχήνας, τόνισε ότι οι θεμελιώδεις αρχές του δικηγορικού λειτουργήματος όπως ορίζονται από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, είναι «η ανεξαρτησία, το επαγγελματικό απόρρητο και η αποφυγή σύγκρουσης συμφερόντων». Πρόσθεσε ότι ο δικηγόρος είναι «συλλειτουργός» της Δικαιοσύνης και σημείωσε ότι πρέπει να αλλάξει η αντίληψη ότι ο δικηγόρος είναι «ένας απλός παράγοντας της δίκης». Αναφέρθηκε επίσης, στις δυνατότητες των δικηγόρων να συμβάλλουν στην ταχύτερη και καλύτερη απονομή της Δικαιοσύνης και παραπέρα στη βελτίωση της οικονομικής και κοινωνικής ζωής, μέσω της συμμετοχής τους σε δομές διαιτησίας και διαμεσολάβησης, μέσω κατάρτισης και εκπαίδευσής τους, και μέσω του ρόλου που προκύπτει από την ιδιότητά τους.
«Κυματοθραύστες απέναντι στα κύματα αμφισβήτησης του κύρους της Δικαιοσύνης, φυσικοί υπερασπιστές του κάθε πολίτη, αλλά και της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης».
Ο γενικός διευθυντής της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών, Παναγιώτης Ευστρατίου επεσήμανε ότι το συνέδριο μπορεί να συμβάλει στην εξερεύνηση και την διαμόρφωση ενός πλαισίου δικαστικής δεοντολογίας, όπου «θα περιγράφονται σε αδρές γραμμές ο ρόλος του λειτουργού του κράτους, αλλά και ως πολίτη ταυτόχρονα, και θα προσδιορίζονται τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του υπό την διπλή του αυτή ιδιότητα».
«Δικαιοσύνη και κοινωνία είναι έννοιες αρρήκτως συνδεδεμένες μεταξύ τους» υπογράμμισε η πρόεδρος της Ένωσης Διοικητικών Δικαστών, Αγγελική Λαϊνιώτη. «Όταν λειτουργούν σωστά, συγκροτημένα και οργανωμένα μεταξύ τους, έχουν ως αποτέλεσμα την επίτευξη της κοινωνικής συνοχής και ειρήνης» είπε. Όταν ο πολίτης θα αναγκαστεί να καταφύγει στη Δικαιοσύνη για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων του, πρέπει να ξέρει ότι «θα εφαρμοστεί ο νόμος και το μέτρο. Το μέτρο, η επιείκεια, η αιδώς, είναι στοιχεία που κατά βάση πρέπει να διέπουν το δικαστή. Και η εμπεδωμένη αντίληψη του πολίτη ότι ο δικαστής που θα τον δικάσει έχει αυτές τις ιδιότητες, είναι η καλύτερη συνταγή για την κοινωνική ειρήνη» είπε η κ. Λαϊνιώτη.
«Η ανεξάρτητη και σε καλό βαθμό αυτορυθμιζόμενη Δικαιοσύνη είναι αυτή που υπερασπίζεται τις αξίες της δημοκρατικής νομιμότητας, τα ατομικά και κοινωνικά μας δικαιώματα και την ανοιχτή και ανεκτική κοινωνία» τόνισε ο πρόεδρος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, Ιωάννης – Κωνσταντίνος Χαλκιάς. Επισήμανε ότι είναι ακόμη πιο σημαντικό το έργο της σε περιόδους οικονομικής και κοινωνικής κρίσης και «σε εποχές που πληθαίνουν οι φωνές της ξενοφοβίας και του ρατσισμού». Πρόσθεσε, τέλος, ότι την περίοδο της κρίσης και των μνημονίων, η Δικαιοσύνη σαν «ύστατο καταφύγιο του πολίτη, επωμίσθηκε ένα τεράστιο και δυσανάλογο βάρος» και «στάθηκε στο ύψος της» με τις αποφάσεις της, που ενίσχυσαν, όπως είπε, την κοινωνική συνοχή και τη δημοκρατία.
Η πρόεδρος επί τιμή του Ελεγκτικού Συνεδρίου, Ανδρονίκη Θεοτοκάτου, σημείωσε ότι «ο πολίτης απαιτεί την απόδοση μιας δικαιοσύνης, ανεξάρτητης, αντικειμενικής αλλά και συμπορευόμενης με τις εξελίξεις και αλλαγές που κάθε φορά λαμβάνουν χώρα».
«Ο δικαστής ως μέλος της κοινωνίας, έχει τις ίδιες προσλαμβάνουσες όπως κάθε άλλος πολίτης» είπε η κ. Θεοτοκάτου. Σημείωσε ότι η κοινωνία έδωσε στο δικαστή την εξουσία να αποφασίζει και να κρίνει σύμφωνα το νομικό πλαίσιο, βασιζόμενος και στην αντίληψη του, δηλαδή στην ηθική και στη συνείδηση του. «Ο δικαστής οφείλει να διασφαλίζει ισορροπία μεταξύ της προσωπικής του ηθικής και του καθορισμένου κανόνα δικαίου, του νομικού πλαισίου» εκτίμησε η κ. Θεοτοκάτου. Τόνισε επίσης, ότι υπάρχουν και κίνδυνοι, δηλαδή να παρασυρθεί ο δικαστής απ’ τις προσωπικές του αντιλήψεις και να χειραγωγήσει τους νόμους, ή αντίθετα να αποβάλει την προσωπική του άποψη, που και αυτό δεν είναι επιθυμητό. «Αν ο δικαστής δεν λαμβάνει υπόψη τη συνείδησή του, αποβάλλει ένα κομμάτι του ρόλου του. Ο δικαστής πρέπει να έχει τη δύναμη να αντιτάσσεται στην αλλοτρίωση, γι’ αυτό πιστεύω ότι η ισορροπία είναι πολύ σημαντική».
Ο επίτροπος Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, Ιωάννης Συμεωνίδης, αναφέρθηκε στο συνταγματικό πλαίσιο που διέπει τη δικαστική λειτουργία «στο όνομα του λαού». «Ο δικαστής δεν καλείται απλώς να εφαρμόσει το νόμο που εκδίδει η εθνική αντιπροσωπεία, αλλά και να επιβάλει στο πλαίσιο του ελέγχου συνταγματικότητας που ασκεί, την υποταγή της θέλησης των αντιπροσώπων του λαού στη θέληση του ίδιου του κυρίαρχου λαού, όπως έχει αποτυπωθεί στον θεμελιώδη νόμο του κράτους. Ενεργεί και αυτός ως οιονεί εκπρόσωπός του, εκδίδοντας αποφάσεις που δεν ελέγχονται από κάποιο εξωτερικό όργανο, αλλά εκτελούνται στο όνομα του ελληνικού λαού» τόνισε ο κ. Συμεωνίδης. «Η καθιέρωση της εξουσίας του δικαστή στη συνείδηση των πολιτών, αντλείται τυπικά από το Σύνταγμα, δεν εξαντλείται όμως σε αυτό: συμπυκνώνεται εκ των πραγμάτων, σε μια ανοιχτή στο χρόνο, ρευστή σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ πολίτη και δικαστή, που πρέπει να υπάρχει, προκειμένου ο τελευταίος, ως θεματοφύλακας της Δικαιοσύνης, να εκτελεί επιτυχώς τα καθήκοντα του μέσα από μια συνεχή προσπάθεια παραγωγής έργου υψηλής ποιότητας».