Σημαντικά μειωμένη, πάνω από 70%, υπολογίζεται ότι θα είναι φέτος η καλλιέργεια επιτραπέζιας ελιάς στο νομό Χαλκιδικής, λόγω ακαρπίας, αλλά και συνεπεία των άσχημων καιρικών συνθηκών, που ακόμα και σήμερα πλήττουν την περιοχή.
Μεγάλο πρόβλημα αντιμετώπισαν οι παραγωγοί με το κυκλοκόνιο και μεγάλες περιοχές δεν είχαν καθόλου ανθοφορία, ενώ όσα δέντρα παρουσίασαν έστω και λίγη, δεν κατάφεραν τελικά να καρποδέσουν, λόγω των υψηλών θερμοκρασιών του Μαΐου.
Η περσινή παραγωγή στη Χαλκιδική ξεπέρασε τους 80.000 τόνους, έναντι 65.000 τόνων το 2010, ενώ οι παραγωγοί στο νομό είναι περισσότεροι από 19.000, με τον αριθμό αυτό ν’ αυξάνει συνεχώς από την ένταξη νέων καλλιεργητών. Υπολογίζεται δε ότι καλλιεργούνται πάνω από 300.000 στρέμματα ελιάς.
Οι ελαιοπαραγωγοί του νομού Χαλκιδικής εμφανίζονται ιδιαίτερα προβληματισμένοι για το “τι μέλλει γενέσθαι” καθώς, όπως εξηγούν στο ΑΠΕ – ΜΠΕ, δεν έχουν ακόμα πληρωθεί για τις δύο προηγούμενες χρονιές. “Μας χρωστούν εκατομμύρια ευρώ και παρά τις δικαστικές μας διαμάχες, δεν βλέπω να παίρνουμε τα χρήματά μας” ανέφερε χαρακτηριστικά ο ελαιοπαραγωγός του νομού Φιλαλήθης Καπάνδριας, προσθέτοντας ότι “δυστυχώς, οι λωποδύτες αυξάνονται και ακόμα και εν μέσω της οικονομικής κρίσης θησαυρίζουν”.
Όπως λέει, “το καρτέλ της ελιάς μας έχει καταστρέψει κι ενώ ήμασταν αισιόδοξοι για την πορεία του προϊόντος, τώρα που απέκτησε και την ‘ταυτότητα’ της Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ), ωστόσο πάμε όλο και χειρότερα΄”. Υπογραμμίζει δε, ότι, ενώ διάφορες μεγάλες εταιρείες φαρμάκων και λιπασμάτων στο εξωτερικό πωλούν σε χαμηλές τιμές, στην Ελλάδα οι αγρότες αναγκάζονται να καταβάλλουν “αστρονομικά ποσά” για τα ίδια ακριβώς προϊόντα.
“Θέλουν, ο πρωτογενής τομέας να βγάλει το κάρο από τη λάσπη, αλλά η ΔΕΗ δεν έχει χελώνες να μας περάσει έτσι ώστε να ισχύει και για τους αγρότες το νυχτερινό τιμολόγιο, ούτε όμως και λαμβάνονται μέτρα ευνοϊκά σε ό,τι αφορά τη χρήση πετρελαίου, που το πληρώνουμε χρυσάφι” σημειώνει ο κ. Καπάνδριας.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ενώ η μέση τιμή κόστους για τον παραγωγό υπερβαίνει το 1,13 ευρώ/κιλό, οι έμποροι εξακολουθούν να πληρώνουν τους ελαιοπαραγωγούς 0,30-0,35 λεπτά/κιλό, παρά την αύξηση της διαπραγματευτικής τους δύναμης στο εξωτερικό, αφού με τη σφραγίδα ΠΟΠ, πλέον το προϊόν έχει άλλη αξία, όπως λέει.
Ο πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Ορμύλιας στη Χαλκιδική Γιώργος Λανταβός, επισημαίνει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ότι πρέπει να ενισχυθεί ο θεσμός των ενώσεων και να απεμπλακεί το προϊόν από τους μεσάζοντες. Τονίζει δε, ότι στην περιοχή Ορμύλιας στη Χαλκιδική, περίπου χίλιες οικογένειες καλλιεργούν περί τα 32.000 στρέμματα.
Η καλλιέργεια ελιάς
Η καλλιέργεια της ελιάς είναι μια από τις σπουδαιότερες δενδρώδεις καλλιέργειες στο μεσογειακό περιβάλλον, σημειώνει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ο ομότιμος καθηγητής του ΑΠΘ Μιλτιάδης Βασιλακάκης, επισημαίνοντας πως πρόκειται για είδος που προσαρμόζεται εύκολα σε αντίξοες καιρικές συνθήκες περιβάλλοντος. Ιδανική μέση ετήσια θερμοκρασία είναι οι 15 – 20 βαθμοί Κελσίου, με την ελάχιστη όχι κάτω από – 7 βαθμούς, καθώς είναι πιθανό να σπάσουν κλαδιά, και τη μέγιστη όχι πάνω από 40 το καλοκαίρι, γιατί προκαλείται καρπόπτωση.
Ιδιαίτερα σημαντική είναι η άρδευση του δέντρου, καθώς η έλλειψη υγρασίας επιφέρει μειωμένες αποδόσεις, ενώ η καρποφορία της, σύμφωνα με τον κ. Βασιλακάκη, είναι συχνά ακανόνιστη, κυρίως στις περιοχές όπου δεν εφαρμόζεται συστηματική λίπανση και άρδευση.
Το φαινόμενο που χαρακτηρίζει την ελιά, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι η παρενιαυτοφορία που εκδηλώνεται με πλήρη παραγωγή καρπού τη μια χρονιά, ενώ την επόμενη η παραγωγή πέφτει στο 20 – 30% της δυναμικότητας του δέντρου ή και στην πλήρη ακαρπία. Η εξήγηση αυτού του φαινομένου είναι πως η πλήρης ανθοφορία του δέντρου τη μια χρονιά εξαντλεί το δέντρο, με αποτέλεσμα την επόμενη χρονιά να μην αναπτύσσονται καθόλου τα άνθη. Μια μεγάλη παραγωγή χρειάζεται πολλούς υδατάνθρακες και αζωτούχα συστατικά, οπότε δεν μένουν επαρκείς αποθηκευμένες ποσότητες για την επόμενη χρονιά. Το υπερβολικό φορτίο οδηγεί σε περιορισμό της βλάστησης, ενώ “αντίστοιχα, η χρονιά μηδενικής παραγωγής αφήνει το δέντρο να ανακτήσει τις δυνάμεις του”.
Τα αίτια που προσδιορίζουν την ένταση της παρενιαυτοφορίας οφείλονται σε γενετικά αίτια του δέντρου (διαφορετική εκδήλωση του φαινομένου αναλόγως της ποικιλίας), σε περιβαλλοντικά αίτια (θερμοί άνεμοι ή ανεπαρκής εδαφική υγρασία) ή, τέλος, σε εσωτερικά αίτια (όπως, ο ανταγωνισμός βλάστησης και ανθοφορίας)
Για τον περιορισμό του φαινομένου συνίσταται ένα συστηματικό πρόγραμμα λίπανσης και κλαδέματος του δέντρου, με στόχο να διατηρούνται τα θρεπτικά στοιχεία σε επίπεδα ανώτερα από ορισμένες κρίσιμες τιμές, με αποτέλεσμα την εξισορρόπηση της βλάστησης και της ανθοφορίας. Παράλληλα, ιδιαίτερα αποτελεσματικός χαρακτηρίζεται ο περιορισμός της καρπόδεσης με τη χρήση χημικών ουσιών.