«Έντονα, ακραία φαινόμενα είχαμε πάντα. Δυστυχώς ο καιρός μας εκπλήσσει, δυσάρεστα αρκετές φορές, και με αυτό θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε. Το καλό είναι ότι έχουμε αναπτύξει καλές – δεν έχουμε φτάσει στην τελειότητα – μεθόδους και πρόγνωσης αλλά και παρακολούθησης των καιρικών ζητημάτων ώστε να δίνουμε ειδοποίηση όταν πρέπει», δήλωσε στον ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού – Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων «Πρακτορείο 104,9 FM» ο διευθυντής ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, Κώστας Λαγουβάρδος.
Απαντώντας στα ερωτήματα που τίθενται πλέον σε παγκόσμιο επίπεδο σε ό,τι αφορά τις επιπτώσεις των έντονων κλιματικών φαινομένων, ο κ. Λαγουβάρδος διατύπωσε την εκτίμηση πως απαιτείται ακόμη ένα σημαντικό επίπεδο μελέτης σε μια σειρά από επιστημονικούς τομείς.
«Θέλει μια επιπλέον διερεύνηση το αν έχει αυξηθεί η συχνότητά τους, καθώς πλέον παρατηρούμε εύκολα τους ισχυρούς ανεμοστρόβιλους, τις δυνατές βροχές. Στο παρελθόν – και λόγω έλλειψης μέσων – δεν είχαμε μια καλή εικόνα. Θέλουμε αρκετά χρόνια για να καταλήξουμε σε ένα ασφαλές συμπέρασμα, δεν είναι σωστό ούτε δόκιμο, κατά τη γνώμη μου, να αποδίδουμε το οποιοδήποτε ακραίο καιρικό φαινόμενο, το οποίο πάντα συνέβαινε μέσα σε αυτό που ονομάζουμε ‘καιρός’ στην κλιματική αλλαγή», σχολίασε ο διευθυντής ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών. «Έχουμε έντονα φαινόμενα, δεν αποδίδονται βέβαια όλα στην κλιματική αλλαγή, αρκετά συνέβαιναν και στο παρελθόν», πρόσθεσε.
Οι αλλαγές στην ένταση και την πυκνότητα εμφάνισης των ακραίων καιρικών φαινομένων
Αυξημένη ένταση ή μεγαλύτερη συχνότητα της παρουσίας των φαινομένων συνιστούν μια αιτία σε ό,τι αφορά τα συγκεκριμένα φαινόμενα; Σύμφωνα με τον διευθυντή ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, «τέτοια φαινόμενα έχουν ξανασυμβεί».
Όπως χαρακτηριστικά είπε ο κ. Λαγουβάρδος, «έχουμε μια έλλειψη μνήμης σε αυτά τα ζητήματα» καθώς «αν ανατρέξει κανείς σε επιστημονικές παρατηρήσεις θα δει αναφορές και στις δεκαετίες του ’60 και του ’70 στην Ελλάδα, είναι δηλαδή μια συζήτηση που γίνεται πάντα».
Επισήμανε, ωστόσο, πως η συχνότητα αποτελεί πράγματι ένα άλλο πεδίο έρευνας για τους επιστήμονες, πεδίο στο οποίο είναι εφικτό να εξαχθούν πιο σαφή συμπεράσματα. «Αυτό που με ανησυχεί, προσωπικά, είναι αύξηση της συχνότητας. Το να έχουμε δηλαδή μια υπερκυτταρική καταιγίδα, όπως αυτή που είχαμε στην Χαλκιδική την περασμένη εβδομάδα το έχουμε ξαναδεί, συμβαίνει σε όλο τον κόσμο, είναι φαινόμενα τα οποία ενίοτε συμβαίνουν. Το αν αυτό συμβαίνει συχνότερα όμως δεν είναι και τόσο εύκολο να το δούμε γιατί έχουμε σήμερα, π.χ. συστήματα ραντάρ κ.ο.κ, τα οποία είναι μέσα της τελευταίας δεκαετίας περίπου», εξήγησε ο κ. Λαγουβάρδος.
«Σήμερα», συμπλήρωσε, «αναφέρονται πολύ συχνότερα ανεμοστρόβιλοι – ένα φαινόμενο μικρής κλίμακας αλλά πολύ βίαιο που μπορεί να κάνει πολλές καταστροφές – κι αυτό γιατί και τους φωτογραφίζουμε πιο εύκολα, π.χ με ένα κινητό τηλέφωνο που έχουμε πάνω μας και πριν από 20 χρόνια δεν είχαμε».
Πιο ολοκληρωμένη εικόνα έχουν οι επιστήμονες, όμως, σε ό,τι αφορά τις θερμοκρασίες με τις οποίες ζούμε, αφού εδώ οι παραγόμενες καταγραφές και τα εργαλεία δεν είναι νέα. «Σίγουρα, την κλιματική αλλαγή τη βλέπουμε στις θερμοκρασίες, εδώ όπου έχουμε πολύ μακριές μετρήσεις σε βάθος χρόνου. Το ότι διαρκώς ανεβαίνουν για μένα είναι μια απόλυτη ένδειξη της κλιματικής αλλαγής. Όλοι οι καλοκαιρινοί μήνες στην Ελλάδα είναι τα τελευταία 15 χρόνια κατά έναν, δύο, τρεις βαθμούς πιο ζεστοί από το κανονικό», τονίζει ο Έλληνας ειδικός επιστήμονας.
Ενημέρωση, ειδοποίηση και μέτρα προφύλαξης της ζωής και των περιουσιών
Σύμφωνα με τον διευθυντή ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, σήμερα «υπάρχει το μεγάλο ερώτημα της σωστής προειδοποίησης, το πώς φτάνει αυτή η πληροφορία». Κατά τον κ. Λαγουβάρδο, υπάρχουν δύο επίπεδα, με το ένα να είναι αυτό της ανακοίνωσης, «το ότι δηλαδή θα έχουμε τέτοια φαινόμενα, κάτι που γίνεται με έκτακτα δελτία» και το άλλο «να είναι αυτό της εξέλιξης (σ.σ του φαινομένου)», αφού «σήμερα έχουμε τα μέσα για να παρακολουθούμε τον καιρό σε πραγματικό χρόνο με σταθμούς, δορυφόρους, διάφορα συστήματα όπως αυτά που καταγράφουν τους κεραυνούς».
«Πρέπει να δούμε ποια πληροφορία φτάνει στον πολίτη, όταν είναι σε εξέλιξη το φαινόμενο που περιμέναμε», σημείωσε με έμφαση ο κ. Λαγουβάρδος, διατυπώνοντας την εκτίμηση πως τα κινητά τηλέφωνα «είναι μια πάρα πολύ καλή λύση», αφού θα αρχίσει να πλησιάζει σε μια περιοχή «ένα φαινόμενο το οποίο θα έχουμε προβλέψει σε γενικές γραμμές». Εξέφρασε, δε, την πεποίθηση πως «κλειδί» για τα καλύτερα αποτελέσματα είναι η οργάνωση σε επίπεδο Περιφέρειας.
«Όταν πλησιάζει το φαινόμενο που παρακολουθείς, πρέπει να φύγει πληροφορία. Το ποια πληροφορία (θα φύγει) είναι κάτι που πρέπει να συζητήσουμε, όπως και το από πού θα την αντλήσουμε, από ποιους φορείς και από ποια όργανα», σχολίασε ο κ. Λαγουβάρδος, ο οποίος, σε κάθε περίπτωση επισήμανε πως «η κινητή τηλεφωνία έχει τους τρόπους να βρει τον αποδέκτη ώστε να φτάσει σε εκείνον η ειδοποίηση ότι το έντονο που περιμέναμε έφτασε κοντά του/της και πρέπει να πάρει κάποια μέτρα αυτοπροστασία».
Ποια πληροφορία φτάνει στον πολίτη και από πού προέρχεται
«Οι περιφέρειες πρέπει να παίξουν έναν μεγάλο ρόλο, κάτι που αυτή τη στιγμή δεν συμβαίνει στη χώρα μας, είναι πολύ κεντρικά τα συστήματα, θα πρέπει δούμε αυτά τα πράγματα να αποκεντρωθούν και προς τις περιφέρειες, να έχουν την πληροφόρηση που χρειάζονται, να δούμε τι έχουμε», τόνισε ο διευθυντής ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών.
«Υπάρχουν εργαλεία, συστήματα ώστε να μπορέσουν να έχουν και εκείνα τα στελέχη μια πληροφόρηση και να μην είναι απροστάτευτοι όταν κάτι συμβαίνει, δεν είναι δόκιμος τρόπος προσέγγισης του προβλήματος (σ.σ της ενημέρωσης για ένα φαινόμενο σε εξέλιξη) το να αναζητούν σε ιστοσελίδες, μέστω και έγκυρες όπως η δική μας, πληροφορίες εκείνη την ώρα. Υπάρχουν τρόποι να το κάνεις, πρέπει να το έχεις κάνει αυτό πριν όμως· Επιμένω πως θα πρέπει οι περιφέρειες να μπουν πολύ πιο ενεργά σε αυτή τη διαδικασία», πρόσθεσε ο κ. Λαγουβάρδος.
Ο διευθυντής ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών αναφέρθηκε και σε καλές πρακτικές και παραδείγματα λειτουργικών συστημάτων προειδοποίησης και ενημέρωσης που είναι ενεργά σε άλλες χώρες, από τις οποίες ενδεχομένως θα μπορούσε να αντλήσει δείγματα καλής γραφής η Ελλάδα και περιέγραψε πώς σε επίπεδο Ευρώπης, «είναι η Ιταλία που έχει στήσει ένα σύστημα που βασίζεται πολύ στις περιφέρειες, σε σημείο μάλιστα που έχουν στήσει ακόμη και μικρούς μετεωρολογικούς σταθμούς». Σημαντική εμπειρία, σύμφωνα με τον ίδιο, έχουν επίσης η Γαλλία και η Μεγάλη Βρετανία.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, και σε επίπεδο πολίτη – κατά τον κ. Λαγουβάρδη – σημαντικό είναι να υπάρχει παθητική και όχι ενεργητική πληροφόρηση, όταν ξεσπά ένα φαινόμενο: «άλλο είναι να πρέπει να γίνει μια ενέργεια από μέρους μου, κάτι που μέσα στον κίνδυνο ενδεχομένως να μην κάνω- και άλλο να λάβω, όπως γίνεται στις ΗΠΑ, ένα μήνυμα που λέει πως έχω ένα πρόβλημα κοντά μου», σημείωσε ο διευθυντής ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών.