Τουλάχιστον ένας σεισμός της τάξεως των έξι Ρίχτερ σημειώνεται κάθε χρόνο στην Ελλάδα, μία χώρα με ιδιαίτερα υψηλή σεισμικότητα- την υψηλότερη στην Ευρώπη και την έκτη κατά σειρά παγκοσμίως.
Παρά το γεγονός αυτό, σοβαρές ελλείψεις στον τομέα της ενημέρωσης, αλλά και της προετοιμασίας, διαπιστώνονται συχνά, ενώ όποιες θετικές πρωτοβουλίες αναλαμβάνονται κατά καιρούς χαρακτηρίζονται ως αποσπασματικές και όχι συντονισμένες.
«Με δεδομένη την υψηλή σεισμικότητα της χώρας θα έπρεπε διαρκώς να λειτουργούν πολλές επιτροπές ενημέρωσης των κατοίκων, γεγονός που δεν συμβαίνει για κάποιον περίεργο λόγο. Στον τομέα αυτό υστερούμε και τις περισσότερες φορές ο κόσμος δεν γνωρίζει τι πρέπει να κάνει πριν, κατά τη διάρκεια και μετά από έναν σεισμό» εξηγεί στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ο σεισμολόγος του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ) Μανώλης Σκορδίλης.
Στο ίδιο μήκος κύματος, ελλείψεις βασικού εξοπλισμού για την αντιμετώπιση σεισμικών φαινομένων αναφέρθηκαν στην τελευταία συνεδρίαση του Συντονιστικού Οργάνου Πολιτικής Προστασίας της Μητροπολιτικής Ενότητας Θεσσαλονίκης, για την αντιμετώπιση κινδύνων από σεισμό.
Όπως ανέφεραν αρμόδιοι φορείς, υπάρχουν μόνο 2500 σκηνές, οι οποίες δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε περίπτωση ανάγκης εάν δεν προηγηθεί αερισμός, ενώ οι χώροι καταφυγής των πολιτών είναι ανεπαρκείς και σημαντική είναι και η έλλειψη κουβερτών.
Επιπλέον, όπως επισημαίνει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ο Διευθυντής Πολιτικής Προστασίας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας – Θράκης Κώστας Κοκολάκης, ενώ είναι ευθύνη των Δήμων να καταρτίζουν σχέδια για τους χώρους συγκέντρωσης του κοινού σε περίπτωση μεγάλου σεισμού, πολλές φορές τα σχέδια δεν είναι επικαιροποιημένα και εμφανίζονται σε αυτά περιοχές που έχουν οικοδομηθεί ή έχουν αλλάξει οι χρήσεις γης, με αποτέλεσμα να μην συνιστούν ελεύθερους χώρους που θα μπορούσαν εκτάκτως να χρησιμοποιηθούν.
Για τον λόγο αυτό, καλούνται το επόμενο χρονικό διάστημα, μέχρι την άνοιξη, να καταθέσουν τα σχέδιά τους στα συντονιστικά όργανα της Πολιτικής Προστασίας κάθε Περιφερειακής Ενότητας ώστε να εγκριθούν και να ακολουθήσει η ενημέρωση του κοινού.
«Η γενικότερη αντίληψη στον τομέα της πρόληψης πριν από την εκδήλωση κάποιου σεισμού έχει να κάνει με την ενεργητική αντιεισμική πολιτική, δηλαδή τη λήψη μέτρων που θα μπορούσαν να βοηθήσουν για να έχουμε τις λιγότερες δυνατές επιπτώσεις μετά από κάποιο σεισμό» σχολιάζει ο κ. Σκορδίλης.
Ο ίδιος θεωρεί απαραίτητο, κατ’ αρχάς, τον προληπτικό έλεγχο των κτιριακών υποδομών που θεωρούνται κρίσιμες σε περίπτωση σεισμού. Τέτοια κτίρια είναι τα σχολεία και τα νοσοκομεία, οι γέφυρες, οι βασικοί οδικοί άξονες οι τηλεπικοινωνιακοί σταθμοί και τα κτίρια που φιλοξενούν αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες.
Για όλα αυτά θεωρείται απαραίτητο να γίνονται προληπτικοί έλεγχοι ώστε να διαπιστώνονται πιθανά προβλήματα στατικότητας και να υπάρχει αποκατάσταση, με τις κατάλληλες παρεμβάσεις.
Σε αυτό το πλαίσιο, μια πρωτοποριακή για τα ελληνικά δεδομένα, ερευνητική διαδικασία ολοκληρώνεται το επόμενο χρονικό διάστημα. Πρόκειται για τη μελέτη όλων των πιθανών ζημιών από ενδεχόμενο μεγάλο σεισμό σε δημόσια κτίρια, έργα υποδομής, δίκτυα κοινής ωφελείας (δίκτυα ύδρευσης, φυσικού αερίου, αποχέτευσης κ.ά.) για τη Θεσσαλονίκη και τους περιφερειακούς δήμους.
«Πρόκειται για ένα μεγάλο ερευνητικό πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο οποίο συμμετέχει από ελληνικής πλευράς μόνο η Θεσσαλονίκη, ενώ συντονιστής του είναι το Εργαστήριο Γεωτεχνικής Σεισμικής Μηχανικής του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών του ΑΠΘ» διευκρινίζει, από την πλευρά του, ο καθηγητής του Τμήματος Κυριαζής Πιτιλάκης, ενόψει της παρουσίασης του προγράμματος, την ερχόμενη Παρασκευή.
Εκτός, όμως, από τον προληπτικό έλεγχο των κρίσιμων δημόσιων κτιριακών υποδομών, βασικό ζήτημα στην ενεργητική αντισεισμική πολιτική είναι εκείνο της ενημέρωσης.
«Δυστυχώς, τα επίπεδα ενημέρωσης του κόσμου είναι πολύ χαμηλά. Παλαιότερα υπήρχαν κάποια σχετικά φυλλάδια που διανέμονταν στο κοινό μαζί με τους λογαριασμούς της ΔΕΗ, κάτι που δεν συμβαίνει σήμερα» τονίζει ο κ. Σκορδίλης και προσθέτει πως όποιες πρωτοβουλίες λαμβάνονται από εκπαιδευτικούς γίνονται εθελοντικά, καθώς δεν είναι θεσμοθετημένες.
Κάθε χρόνο χίλιοι περίπου μαθητές και μαθήτριες επισκέπτονται τον Σεισμολογικό Σταθμό του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου και ενημερώνονται για ζητήματα που αφορούν τους σεισμούς και την προστασία από αυτούς.
«Θα έπρεπε να υπάρχει μάθημα αντισεισμικής προστασίας στα σχολεία και θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε αυτό σχετικό εγχειρίδιο του Οργανισμού Αντισεισμιοκύ Σχεδιασμού και Προστασίας που διανέμονταν στον παρελθόν στο κοινό» αναφέρει χαρακτηριστικά.
Σε κάθε περίπτωση, ο κ. Σκορδίλης συνιστά η ενημέρωση να γίνεται ακόμη και σε επίπεδο οικογένειας, κάτι στο οποίο συνηγορεί και ο κ. Κοκολάκης. «Κάθε πολίτης θα πρέπει να λαμβάνει και να εφαρμόζει μέτρα αυτοπροστασίας.
Θα πρέπει να στερεώνει τα μεγάλα έπιπλα και να γνωρίζει πώς θα συμπεριφερθεί σε περίπτωση μεγάλου σεισμού. Θα πρέπει να καταρτίζει ένα οικογενειακό σχέδιο για το πού θα συγκεντρωθούν τα μέλη της οικογένειας, καθώς τα κινητά τους μπορεί να μην δουλεύουν και οι συνθήκες που θα επικρατήσουν να είναι απρόβλεπτες» σημειώνει.