Διαρκώς αυξητική είναι η συμμετοχή των μουσουλμάνων μαθητών της Θράκης σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, με κύριο χαρακτηριστικό τη μεγάλη συμμετοχή των κοριτσιών, τη μείωση της διαρροής από το σχολείο και την αύξηση εισακτέων σε ΑΕΙ και ΤΕΙ. Η εντυπωσιακή αυτή αλλαγή καταγράφεται με ταχύτατους ρυθμούς στην περιοχή τα τελευταία 15 χρόνια, με την υλοποίηση του Προγράμματος Εκπαίδευσης Μουσουλμανόπαιδων στη Θράκη.
Σύμφωνα με την επιστημονικά υπεύθυνη του προγράμματος, ομότιμη καθηγήτρια κοινωνιολογίας της εκπαίδευσης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Άννα Φραγκουδάκη, είναι ενδεικτικό ότι το 2000 το ποσοστό διαρροής των μουσουλμάνων μαθητών στο γυμνάσιο έφτανε το 65%, το 2007 μειώθηκε στο 30%, ενώ σήμερα το ποσοστό αυτό είναι πολύ χαμηλότερο, αναφέρει το ΑΜΠΕ.
Σημαντική είναι και η αύξηση τόσο των εισακτέων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση όσο και ο αριθμός των αποφοίτων από πανεπιστήμια, καθώς τα τελευταία έξι χρόνια διαπιστώνεται ότι οι μουσουλμάνοι φοιτητές δεν εγκαταλείπουν τις σπουδές τους. Το ακαδημαϊκό έτος 2012-13 εισήχθησαν σε σχολές ΑΕΙ και ΤΕΙ περίπου 500 παιδιά μουσουλμάνων έναντι των περίπου 60 που υπολογίζονταν πριν περίπου μία δεκαετία, παρ’ όλο που δεν άλλαξε κάτι στο νόμο της ποσόστωσης, που δημιουργήθηκε το 1996 και δίνει το δικαίωμα στους μαθητές της μειονότητας της Θράκης να εισαχθούν σε ακαδημαϊκά ιδρύματα με χαμηλότερη βαθμολογία σε ειδικά θεσμοθετημένες θέσεις που προβλέπονται για την κατηγορία αυτή.
«Είναι εντυπωσιακή η ταχύτητα με την οποία σημειώνονται οι αλλαγές αυτές και μάλιστα σε μία κλειστή κοινωνία όπως αυτή των μουσουλμάνων της Θράκης. Τα αριθμητικά αποτελέσματα που προκύπτουν από την εφαρμογή του προγράμματος είναι αναντίρρητα, ωστόσο υπάρχουν και ποιοτικές αλλαγές, όπως για παράδειγμα η εμπιστοσύνη που δείχνουν πλέον οι μουσουλμάνοι γονείς στα σχολεία και στα πολιτιστικά κέντρα ΚΕΣΠΕΜ, όπου λειτουργούν στο πλαίσιο του προγράμματος με στόχο την ενίσχυση της μάθησης των παιδιών αυτών» σχολίασε η κ.Φραγκουδάκη.
Όταν ξεκίνησε το Πρόγραμμα Εκπαίδευσης Μουσουλμανόπαιδων της Θράκης (το 1996) η κατάσταση στην οποία βρισκόταν η εκπαίδευση των παιδιών της μειονότητας χαρακτηρίζονταν κάκιστη, αφού τελείωναν το δημοτικό με ελλιπή γνώση της ελληνικής γλώσσας, που εμπόδιζε την συνέχιση της φοίτησής τους και την ένταξή τους στην κοινωνία. Παλαιότερες έρευνες του Προγράμματος έδειξαν ότι πάνω από 65% του συνόλου αυτών των παιδιών δεν ολοκλήρωναν το εννιάχρονο υποχρεωτικό σχολείο.
Μέχρι το 2010, οπότε αποτυπώθηκαν τα αριθμητικά στοιχεία των μουσουλμάνων μαθητών, διαπιστώνεται ότι η σχολική διαρροή από την υποχρεωτική εκπαίδευση μειώθηκε τουλάχιστον στο μισό, ενώ σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες η συμμετοχή των παιδιών της μειονότητας αυξήθηκε θεαματικά.
Συγκεκριμένα, στο γυμνάσιο υπερδιπλασιάστηκε, αφού το 1997 φοιτούσαν 1500 μαθητές και το 2010 έφτασαν τους 3950. Για το ίδιο διάστημα, η συμμετοχή των κοριτσιών αυξήθηκε κατά 15%, αγγίζοντας το 43,4%. Στο λύκειο, η συμμετοχή των μαθητών πενταπλασιάστηκε, καθώς από τους 550 το 1997 έφτασαν τους 2.750 το 2010. Για τα κορίτσια η αύξηση αντιστοιχεί στο 8,3%. Αντίστοιχα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση επταπλασιάστηκε, αφού το 1997 οι εισακτέοι ήταν 68 και το 2011 είναι 482.
Το Πρόγραμμα χρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο από το 1996 και έκτοτε υποστηρίχθηκε ως εκπαιδευτική πολιτική για τη μειονότητα από όλους τους υπουργούς Παιδείας όλων των μέχρι σήμερα κυβερνήσεων. Δημιουργήθηκαν νέα βιβλία και εκπαιδευτικά υλικά και επιμορφώθηκαν εκπαιδευτικοί σχετικά με τη διδασκαλία της ελληνικής ως δεύτερης ή ξένης γλώσσα, οργανώθηκαν ενισχυτικά εκπαιδευτικά προγράμματα.
Σήμερα, λειτουργούν δέκα ΚΕΣΠΕΜ, κέντρα εξοπλισμένα με εργαστήρια υπολογιστών και δανειστικές βιβλιοθήκες, που προσφέρουν μαθήματα ελληνικών με δασκάλους επιμορφωμένους, ηλεκτρονικά εκπαιδευτικά υλικά και παιχνίδια μάθησης, σε πόλεις και οικισμούς της Θράκης. Το προσωπικό τους είναι μικτό και πολύγλωσσο, έτσι τα παιδιά και οι γονείς τους βρίσκονται σε περιβάλλον οικείο. Υπάρχουν και τέσσερις κινητές μονάδες που φέρνουν στα απομονωμένα και δυσπρόσιτα μειονοτικά χωριά τις σύγχρονες τεχνολογίες.