Δεκατρία Πανεπιστήμια, τέσσερις πρυτάνεις, δυο αντιπρυτάνεις και 49 καθηγητές του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (Ε.Μ.Π.) προσέφυγαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας προσέφυγαν και ζητούν να ακυρωθεί ως αντισυνταγματική και παράνομη η από 21.9.2012 υπουργική απόφαση για την ηλεκτρονική ψηφοφορία ανάδειξης των οργάνων των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, ενώ εμμέσως προσβάλλουν και τον νόμο πλαίσιο (4009/2011) για τη λειτουργία κ.λπ. των Α.Ε.Ι.
Σύμφωνα με τα Α.Ε.Ι., τους πρυτάνεις κ.λπ. παραβιάζεται το άρθρο 16 του Συντάγματος που καθιερώνει την ακαδημαϊκή ελευθερία και το αυτοδιοίκητο των Α.Ε.Ι.
Όπως υποστηρίζουν, τόσο με τους επίμαχους δύο νόμους (4009/2011 και 4076/2012) όσο και με την προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση καταργείται το αυτοδιοίκητο των Α.Ε.Ι., λόγω της πρόβλεψης της συμμετοχής τρίτων, ιδιωτών, στα συμβούλια των Πανεπιστημίων.
Χαρακτηριστικά μάλιστα, υπογραμμίζουν ότι «το γεγονός ότι τα εξωτερικά μέλη του Ιδρύματος επιλέγονται από τα εσωτερικά μέλη, δηλαδή από πρόσωπα που ανήκουν στην οικεία πανεπιστημιακή κοινότητα και εκλέγονται από αυτήν, δεν θεραπεύει ούτε την έλλειψη οιασδήποτε ακαδημαϊκής νομιμοποίησης, ούτε καλύπτει την αντισυνταγματικότητα της σχετικής ρύθμισης, δεδομένου ότι το άρθρο 16 παράγραφος 5 εδάφιο α΄ του Συντάγματος δεν κατοχυρώνει απλώς την «αυτοδιοίκηση» των Α.Ε.Ι., όπως το άρθρο 16 του Συντάγματος του 1952, αλλά επιτάσσει την «πλήρη αυτοδιοίκηση» τους, που περιλαμβάνει και την επιλογή των μελών των οργάνων της διοίκησης τους μέσα από τα μέλη της οικείας πανεπιστημιακής κοινότητας».
Η συμμετοχή εξωτερικών μελών σε πανεπιστημιακά όργανα, συνεχίζουν οι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, «θίγει την πλήρη αυτοδιοίκηση των Α.Ε.Ι., διότι μεταθέτει ποσοστό της αποφασιστικής εξουσίας για τις πανεπιστημιακές υποθέσεις σε πρόσωπα που δεν ανήκουν στην οικεία ακαδημαϊκή κοινότητα και κατά τούτο εισάγει στοιχεία ετεροδιοίκησης, ενώ αντιστοίχως, κατά το ίδιο ποσοστό, η ακαδημαϊκή κοινότητα στερείται την εξουσία αυτοδιοίκησής της, καθώς για κάθε θέση οργάνου που καταλαμβάνεται από εξωτερικό μέλος ισάριθμα μέλη του Α.Ε.Ι. στερούνται τη δυνατότητα κατάληψής της».
Ακόμη, τονίζουν ότι με το νέο νομοθετικό πλαίσιο «παραβιάζεται η δυνατότητα όλων των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητος να λάβουν ως εκλόγιμοι, μέρος στην εκλογή του πρύτανη, αφού γίνεται με την επίμαχη διαδικασία και με απόφαση του συμβουλίου στο οποίο μετέχουν μη ακαδημαϊκά μέλη, ενώ η αξιολόγηση και η προεπιλογή των υποψηφίων πρυτάνεων γίνεται χωρίς κανένα ιδιαίτερο κριτήριο και ιδίως ως προς τους λόγους αποκλεισμού κάποιου υποψηφίου πρύτανη». Έτσι όμως προσθέτουν τα Α.Ε.Ι., παραβιάζεται η αρχή της αξιοκρατίας και της διαφάνειας.
Το προβλεπόμενο εκλογικό σύστημα (ηλεκτρονική ψήφος) μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή (λογισμικού), επισημαίνουν τα Α.Ε.Ι., είναι πολύπλοκο και δεν μπορεί να ελέγξει την καταμέτρηση ούτε η αρμόδια εφορευτική επιτροπή ούτε και τα δικαστήρια αν κάποιος προσφύγει σ’ αυτά. Κατά συνέπεια η πανεπιστημιακή κοινότητα καταλήγει στο συμπέρασμα, ότι το εκλογικό σύστημα προάγει την αδιαφάνεια και αποκλείει τη δικαστική προστασία.
Παράλληλα, κατά την ηλεκτρονική ψηφοφορία προκύπτει ότι: 1) Η εισαγωγή της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας δεν είναι σε θέση, με την υπάρχουσα υποδομή της πληροφοριακής τεχνολογίας να διασφαλίσει τις προϋποθέσεις ασφάλειας, 2) Δεν διασφαλίζει την ακεραιότητα της ψήφου, την εγγύηση και τη μυστικότητα της ψήφου, 3) Ευνοεί τους ψηφοφόρους εκείνους που έχουν εξοικειωθεί με τις νέες τεχνολογίες και οδηγεί στον αποκλεισμό των υπολοίπων από τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων, 4) Παραγνωρίζει βασικές αρχές διαφάνειας και αξιοκρατίας, 5) Ψηφιοποιεί μια διαδικασία, η οποία αποτελεί τον κορυφαίο θεσμό της δημοκρατίας και υποβιβάζει την άσκηση ενός θεμελιώδους πολιτικού δικαιώματος στο επίπεδο των ηλεκτρονικών συναλλαγών στις οποίες προβαίνει καθημερινά ο πολίτης, 6) Δεν προβλέπει κανένα πιστοποιημένο σύστημα παράδοσης των ταχυδρομικών ψήφων στην εφορευτική επιτροπή που να εξασφαλίζει ότι τα μέλη της εφορευτικής επιτροπής δεν θα πετάξουν τις ταχυδρομημένες ψήφους, 7) Δεν θέτει καμία απολύτως προδιαγραφή στην επιλογή παρόχου ταχυδρομικών υπηρεσιών με αποτέλεσμα να μην διασφαλίζεται η μυστικότητα της ψήφου και 8) Παραβιάζει την αρχή της ταυτόχρονης διεξαγωγής της ψηφοφορίας. Επίσης, ζητούν η αίτησή τους να συζητηθεί στην πλήρη Ολομέλεια του ΣτΕ.
Όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ, στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο έχουν προσφύγει το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, το Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, το Πανεπιστήμιο Αιγαίου, το Πανεπιστήμιο Πατρών, το Ιόνιο Πανεπιστήμιο, το Πανεπιστήμιο Πειραιώς, η Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, το Πολυτεχνείο Κρήτης και το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, οι πρυτάνεις Γ. Χαρβαλιάς, Τριαντ. Αλμπάνης, Σίμ. Σιμόπουλος, Θεοδ. Πελεγρίνης, οι αντιπρυτάνεις Αγγελική Δημητρακοπούλου και Αντωνία Μοροπούλου, καθώς και 49 καθηγητές του Ε.Μ.Π.